ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους επιστήμονες, η απώλεια πάγων δεν θα είναι αμελητέα και θα επηρεάσει δραματικά το οικοσύστημα, το τοπίο και την οικονομία της περιοχής των Άλπεων, η οποία προσελκύει μέχρι σήμερα μεγάλους αριθμούς τουριστών. Αλλά είναι αμφίβολο κατά πόσο θα συνεχιστεί αυτό μελλοντικά στον ίδιο βαθμό, αν τα αλπικά βουνά μείνουν γυμνά από πάγους, καθώς επίσης από χλωρίδα και από πανίδα, αφού οι πάγοι τροφοδοτούν ζώα και φυτά με νερό, καθώς επίσης τη γεωργία και τις υδροηλεκτρικές μονάδες.

Το 2017 οι Άλπεις είχαν περίπου ένα συνολικό όγκο 100 κυβικών χιλιομέτρων παγετώνων. Με βάση το ενδιάμεσο σενάριο ανόδου της θερμοκρασίας και εφόσον αυτή δεν ξεπεράσει τους δύο βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, εκτιμήθηκε ότι ο όγκος των αλπικών παγετώνων θα μειωθεί σε περίπου 37 κυβικά χιλιόμετρα έως το 2100, δηλαδή σχεδόν στο ένα τρίτο του σημερινού όγκου. Με βάση το απαισιόδοξο σενάριο μιας μεγαλύτερης ανόδου της θερμοκρασίας, θα έχει μείνει το πολύ το 5% των παγετώνων έως το 2100.

Αλλά ακόμη κι αν καταφέρουμε να σταματήσουμε την περαιτέρω άνοδο της θερμοκρασίας, οι παγετώνες πάλι εκτιμάται ότι θα χάσουν περίπου το 40% του σημερινού όγκου τους έως το 2050.

Τα κράτη μέλη της Ε.Ε. πρέπει να είναι περισσότερο φιλόδοξα προκειμένου να επιτύχουν τον κοινό στόχο για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

Το ποσοστό ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) έχει διπλασιαστεί μετά το 2005, όμως η αύξηση αυτή έχει επιβραδυνθεί τα τελευταία χρόνια κυρίως λόγω της αυξανόμενης κατανάλωσης ενέργειας και της έλλειψης προόδου στον τομέα των μεταφορών. Σύμφωνα με τη νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), τα κράτη μέλη της Ε.Ε. πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να επιτύχουν τον στόχο του 2020 για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) έχει θέσει μια από τις πιο φιλόδοξες παγκοσμίως δέσμες στόχων για το περιβάλλον και το κλίμα, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα τομέων πολιτικής, μεταξύ των οποίων η ποιότητα του αέρα, η ποιότητα των αποβλήτων και του νερού, η ενέργεια και οι μεταφορές. Με βάση τα δεδομένα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος συμβάλλει στην παρακολούθηση της προόδου και στον εντοπισμό των τομέων στους οποίους πρέπει να καταβληθούν πρόσθετες προσπάθειες. Από την ίδρυσή του, τα τελευταία 25 χρόνια, ο ΕΟΠ αναπτύσσει τα δεδομένα και τις γνώσεις του για τη στήριξη της χάραξης πολιτικής στην Ευρώπη.

Είναι τα ηλεκτρικά οχήματα καλύτερα για το κλίμα και την ποιότητα του αέρα σε σχέση με τα βενζινοκίνητα ή πετρελαιοκίνητα οχήματα; Συναντηθήκαμε με τον Andreas Interstellar, εμπειρογνώμονα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) στους τομείς των μεταφορών και του περιβάλλοντος, για να συζητήσουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των ηλεκτρικών αυτοκινήτων τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο μιας νέας έκθεσης του ΕΟΠ.

Τα ηλεκτρικά οχήματα φορτίζονται μέσω πρίζας με διάφορους τρόπους. Οι «τρόποι» φόρτισης που χρησιμοποιούνται περισσότερο είναι τέσσερις. Καθένας από αυτούς επιτρέπει διάφορους συνδυασμούς ως προς την ποσότητα του παρεχόμενου ρεύματος από τον σταθμό φόρτισης (σε kW), τον τύπο του χρησιμοποιούμενου ηλεκτρικού ρεύματος (εναλλασσόμενο ή συνεχές ρεύμα) και τον τύπο της πρίζας. Η στάθμη ισχύος της πηγής φόρτισης εξαρτάται τόσο από την τάση όσο και από τη μέγιστη ένταση του ρεύματος τροφοδότησης.

Τα ηλεκτροκίνητα οχήματα έχουν κατά κανόνα πολύ μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση από τα οχήματα που κινούνται με ορυκτά καύσιμα. Ανάλογα με τον τρόπο παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας, η αυξημένη χρήση ηλεκτρικών οχημάτων με συσσωρευτή μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στη μείωση των εκπομπών CO2 και των ατμοσφαιρικών τους ρύπων, όπως οξείδια του αζώτου και αιωρούμενα σωματίδια, οι οποίοι αποτελούν τις κύριες αιτίες προβλημάτων ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις.

Το IPCC δημοσιεύει άλλη μια Ειδική Έκθεση αυτή τη φορά για την Κλιματική Αλλαγή και τη Γη (Special Report on Climate Change and Land (SRCCL), η οποία επικεντρώνεται στα κρίσιμα ζητήματα της ερημοποίησης, της υποβάθμισης της γης, της βιώσιμης διαχείρισης των εδαφών και της διατροφικής ασφάλειας.

Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, εκμεταλλευόμαστε τα 3/4 της διαθέσιμης ξηράς με αποτέλεσμα να απομυζούμε πόρους από τα οικοσυστήματα σε βαθμό που η απώλεια της βιοποικιλότητας δεν έχει ιστορικό προηγούμενο.

Η θερμοκρασία της ξηράς έχει ανέβει πιο γρήγορα από τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη και έχει ήδη επηρεάσει τα γήινα οικοσυστήματα.

Οι χρήσεις γης για τη γεωργία και τη δασοκομία αντιπροσωπεύουν το 22% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Η ερημοποίηση ήδη επηρεάζει το 1/4 της ξηράς και το επίπεδο διαβίωσης 1-3 δις ανθρώπων, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Το 25-30% των αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως οφείλονται στις διατροφικές μας συνήθειες. Αν δεν γίνει καμία παρέμβαση ως προς την αλλαγή τους, οι εκπομπές θα αυξηθούν κατά 30-40% επιπλέον τα αμέσως επόμενα χρόνια.

 

Υπάρχουν όμως λύσεις για την άρση του αδιεξόδου;

 

Καταρχάς η βιώσιμη διαχείριση της γης, η ανάσχεση της αποδάσωσης και η βελτίωση των αγροτικών πρακτικών μπορούν να οδηγήσουν σε μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες. Η αλλαγή των διατροφικών μας συνηθειών και ιδιαίτερα η μείωση της κατανάλωσης κρέατος και ο περιορισμός της σπατάλης των τροφίμων είναι λύσεις με άμεσο αντίκτυπο.

Βέβαια, ενώ η καλή χρήση της γης μπορεί να ενισχύσει την προσπάθεια για την αναχαίτιση της κλιματικής κρίσης, αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως αντικατάστατο των δράσεων που απαιτούνται για την αλλαγή του ενεργειακού και παραγωγικού μοντέλου. Η ενεργειακή μετάβαση σε ένα καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050 το αργότερο και η στροφή σε καθαρές μορφές ενέργειας παραμένει ο βασικός στόχος.

 

Αίτια και επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής

 

Οι άνθρωποι επηρεάζουν ολοένα και περισσότερο το κλίμα και τη θερμοκρασία της γης μέσω της χρήσης ορυκτών καυσίμων, της αποψίλωσης των ομβρόφιλων δασών και της κτηνοτροφίας.

Οι δραστηριότητες αυτές προσθέτουν τεράστιες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου στα αέρια που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα, προκαλώντας αύξηση του φαινομένου του θερμοκηπίου και υπερθέρμανση του πλανήτη.

 

Αέρια του θερμοκηπίου

 

Ορισμένα αέρια της ατμόσφαιρας λειτουργούν όπως το γυαλί των θερμοκηπίων, παγιδεύοντας τη θερμότητα του ήλιου και εμποδίζοντας τη διάχυσή της στο διάστημα.

Πολλά από αυτά τα αέρια υπάρχουν στη φύση, η ανθρώπινη δραστηριότητα όμως έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των συγκεντρώσεων ορισμένων από αυτά στην ατμόσφαιρα, ιδίως των εξής:

-διοξείδιο του άνθρακα (CO2)

-μεθάνιο

-υποξείδιο του αζώτου

-φθοριούχα αέρια

Το CO2 είναι το αέριο του θερμοκηπίου που παράγεται συχνότερα από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και ευθύνεται για το 63% της υπερθέρμανσης του πλανήτη που οφείλεται σ’ αυτές τις δραστηριότητες. Η συγκέντρωσή του στην ατμόσφαιρα είναι σήμερα κατά 40% υψηλότερη από ό, τι κατά την έναρξη της εκβιομηχάνισης.

Άλλα αέρια του θερμοκηπίου εκλύονται σε μικρότερες ποσότητες αλλά παγιδεύουν τη θερμότητα πολύ περισσότερο από το CO2, και σε μερικές περιπτώσεις είναι κατά πολύ ισχυρότερα. Το μεθάνιο ευθύνεται για το 19% της υπερθέρμανσης του πλανήτη από ανθρωπογενείς αιτίες και το υποξείδιο του αζώτου για το 6%.

 

Αίτια αύξησης των εκπομπών

 

Η καύση του άνθρακα, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου παράγει διοξείδιο του άνθρακα και υποξείδιο του αζώτου.

Αποψίλωση των δασών: τα δέντρα συμβάλλουν στη ρύθμιση του κλίματος διότι απορροφούν το CO2 από την ατμόσφαιρα. Συνεπώς, όταν μειώνονται, χάνεται αυτό το θετικό αποτέλεσμα και ο άνθρακας που θα αποθηκευόταν σ’ αυτά ελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα, επιδεινώνοντας το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

Αύξηση της κτηνοτροφίας: οι αγελάδες και τα αιγοπρόβατα παράγουν μεγάλες ποσότητες μεθανίου κατά την πέψη της τροφής τους.

Τα αζωτούχα λιπάσματα ευθύνονται για τις εκπομπές υποξειδίου του αζώτου.

Τα φθοριούχα αέρια έχουν τεράστια θερμαντική επίδραση, έως και 23.000 φορές μεγαλύτερη από αυτή του CO2. Ευτυχώς εκλύονται σε μικρότερες ποσότητες και καταργούνται σταδιακά σύμφωνα με κανονισμό της ΕΕ.

 

Υπερθέρμανση του πλανήτη

 

Για τις εκπομπές CO2 ευθύνονται κυρίως οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και άλλες βιομηχανικές μονάδες

Η σημερινή μέση θερμοκρασία της γης είναι κατά 0,85ºC υψηλότερη από ό,τι στο τέλος του 19ου αιώνα. Κάθε μία από τις τρεις τελευταίες δεκαετίες ήταν θερμότερη από την προηγούμενή της, από τότε που άρχισε η καταγραφή στοιχείων το 1850.

Οι επιφανέστεροι κλιματολόγοι του κόσμου πιστεύουν ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες είναι σχεδόν σίγουρα η κύρια αιτία της υπερθέρμανσης που παρατηρείται από τα μέσα του 20ού αιώνα.

Μια αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2°C σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή θεωρείται από τους επιστήμονες ως το όριο πέραν του οποίου θα υπάρξει πολύ μεγαλύτερος κίνδυνος για επικίνδυνες και πιθανώς καταστροφικές αλλαγές στο περιβάλλον του πλανήτη. Για τον λόγο αυτό, η διεθνής κοινότητα έχει αναγνωρίσει την ανάγκη διατήρησης της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από 2°C.

Η Ελλάδα δεν θα μείνει ανεπηρέαστη από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στο έδαφος. Σύμφωνα με την Έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος περίπου 30% της έκτασης της Ελλάδας μπορεί να απειληθεί από ερημοποίηση ενώ άλλες έγκυρες επιστημονικές μελέτες επισημαίνουν ότι τυχόν άνοδος της θερμοκρασίας στον 1,5°C θα οδηγήσουν σε επέκταση των περιόδων ξηρασίας κατά 3 μήνες.

Όλα τα παραπάνω ενδεχομένως συνηγορούν σε ένα μέλλον δυστοπικό για την Ελλάδα, το οποίο όμως μπορεί να αποτραπεί αν η χώρα μας συμμετάσχει στην κοινή προσπάθεια για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας υπερθέρμανσης. Μια προσπάθεια που μόνο οφέλη μπορεί να αποδώσει όσον αφορά την οικονομία, το περιβάλλον και την κοινωνική συνοχή. Για μια μάχη που δεν αφορά πλέον τις μελλοντικές γενιές αλλά και την παρούσα.