ΑΡΘΡΟ

Του Χάρη Δαμιανίδη

Φοιτητή του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης

 Μια από τις επιπτώσεις που έχει επιφέρει η οικονομική κρίση στη χώρα μας είναι η απομάκρυνση των νέων για το εξωτερικό για να διεκδικήσουν κάτι καλύτερο. Το φαινόμενο αυτό, της φυγής των νέων επιστημόνων από τη χώρα καταγωγής τους προς τις πιο ανεπτυγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι φαινόμενο μόνο ελληνικό αλλά το συναντάμε σε όλες τις χώρες της Νότιας Ευρώπης και όχι μόνο. Οι Έλληνες μετανάστες είναι κυρίως νέοι και μάλιστα πολλοί από αυτούς είναι επιστήμονες με υψηλή ειδίκευση. Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργηθεί επειδή μόνο του το πτυχίο δε μπορεί να προσφέρει σίγουρη επαγγελματική θέση εργασίας. Για την ακρίβεια δε κατοχυρώνει ούτε την εργασία στο αντικείμενο των σπουδών. Πλέον δηλαδή οι μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό αποτελούν μια φυσική συνέχεια (για όποιον μπορεί να καλύψει τα υψηλά δίδακτρα).

Για ποιο λόγο όμως φεύγουν από τη χώρα οι νέοι πτυχιούχοι;

Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας που υπάρχουν στο εσωτερικό της Ελλάδας, σε συνδυασμό με την αναξιοκρατία και τη διαφθορά «δένουν» τα χέρια των νέων, οι οποίοι βλέπουν τη φυγή από τη χώρα σα σωτηρία για μια καλύτερη ζωή και για πραγματοποίηση των ονείρων τους. Οι δυσκολίες ένταξης είναι τεράστιες στην αγορά εργασίας της Ελλάδας ενώ η υποαπασχόληση «σαρώνει» τα πτυχία χιλιάδων πτυχιούχων. Ολοένα και περισσότερο αυξάνεται ο αριθμός των νέων επιστημόνων που αναζητούν εργασία στο εξωτερικό. Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί πως οι νέοι αποφασίζουν να φύγουν και λόγω του ότι υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα ανίκανο να ανταπεξέλθει στα προβλήματα, με τις εκάστοτε κυβερνήσεις να μη δίνουν ουσιαστικές λύσεις σε θέματα οικονομίας και σε θέματα παιδείας. Επίσης, η αγορά εργασίας της Ελλάδας δε μπορεί να ανταμείψει το επίπεδο της εξειδίκευσης των αποφοίτων. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να επισημανθεί πως και στο εξωτερικό τα πράγματα δεν είναι εύκολα καθώς και εκεί υπάρχει τεράστιος ανταγωνισμός για λιγοστές θέσεις εργασίας σε συγκεκριμένους κλάδους και οι οικονομικές απολαβές των νέων παιδιών είναι τέτοιες που τους επιτρέπουν ίσα ίσα να επιβιώνουν. Εκατοντάδες είναι οι πτυχιούχοι οι οποίοι παρόλο που έχουν αρκετά όπλα στη φαρέτρα τους (π.χ. μεταπτυχιακό, Master, ξένες γλώσσες), ακόμη και έτσι αδυνατούν να βρουν μια θέση εργασίας η οποία θα τους βοηθήσει να ανταπεξέλθουν οικονομικά. Οι πραγματικές αιτίες οι οποίες ωθούν τους νέους επιστήμονες να φύγουν είναι η υστέρηση της χώρας μας στην επιστήμη και τη τεχνολογία, η αδυναμία να παράγει καινοτομία και η διαφορά στο βαθμό ανάπτυξης της χώρας μας με τις μεγάλες μητροπόλεις του καπιταλισμού. Παράλληλα, η απομάκρυνσή τους συμβαίνει και για ακόμη δύο λόγους: πρώτον, διότι θέλουν να εργαστούν πάνω σε αυτό που σπούδασαν, σε χώρες που αντέχουν προς το παρόν οικονομικά και είναι καλύτερα οργανωμένες στο θέμα της παιδείας και δεύτερον, δε θέλουν να αποτελούν ένα οικονομικό βάρος στην οικογένεια τους ακόμη και μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους.

Τα μεταπτυχιακά λειτουργούν με επιχειρηματικά και ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Το ύψος που τίθεται από κάθε πανεπιστήμιο μπορεί να είναι αρκετά υψηλό και το αποφασίζουν τα αρμόδια όργανα του κάθε ιδρύματος. Στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η παιδεία γενικότερα και οι πανεπιστημιακές σπουδές πιο συγκεκριμένα συνδέονται με τις απαιτήσεις της αγοράς, με τις επιχειρηματικές κινήσεις. Δεν έχει σημασία η γενική παιδεία αλλά αυτό που σπουδάζει κάποιος να μπορεί να το πουλήσει στην αγορά εργασίας και ο επιχειρηματίας που θα το αγοράσει να αποκομίσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος. Αυτό προωθείται σιγά σιγά και στη χώρα μας. Επιπρόσθετα, δημιουργούνται μεταπτυχιακά ενός ή δύο χρόνων με σκοπό να βγαίνουν πιο γρήγορα στη παραγωγική διαδικασία οι απόφοιτοι. Βέβαια, το σημαντικότερο είναι πως σε καμία περίπτωση δεν εξυπηρετούν την υψηλή επιστημονική ειδίκευση αλλά διαμορφώνονται με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των εργοδοτών.

Το βάρβαρο εκμεταλλευτικό σύστημα του καπιταλισμού αναγκάζει τους ανθρώπους να ξεριζωθούν από το τόπο που γεννήθηκαν και με αυτό τρόπο θέλουν να περάσουν συνειδητά πως αποτελεί μια κατάσταση αναπόφευκτη. Η διαφορά που έχουν οι νέοι επιστήμονες – μετανάστες από τη γενιά μεταναστών της δεκαετίας του ‘50 και ‘60 είναι ότι οι παλαιότεροι μετανάστες στη συντριπτική τους πλειοψηφία αφού έζησαν κάποια χρόνια στη ξενιτιά και έφτιαξαν τη ζωή τους, ξαναγύρισαν στα πάτρια εδάφη. Ενώ οι τωρινοί μετανάστες – επιστήμονες είναι σίγουρο ότι δε θα ξαναγυρίσουν στη πατρίδα. Είναι και αυτή μια αρνητική πλευρά αυτής της εξέλιξης.