ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

 

Αιωνία αυτού η μνήμη.

Το οφείλω σε ένα άνθρωπο ο όποιος με στιγμάτισε με την προσωπικότητά του, εμένα ένα φοιτητή, αδαή και για πρώτη φορά στις ΗΠΑ, ένας Διάττοντας Αστέρας πρώτου και μεγάλου βεληνεκούς, που τα είδε όλα στην επίγεια ζωή του.

Αυτό το κείμενο έχει να κάνει και με την εκλογή του Νέου Αρχιεπισκόπου Αμερικής Μητροπολίτου Προύσσης κ. Ελπιδοφόρου, ο όποιος από την νέα του θέση πρέπει να έχει κατά νου την Ιστορία της Αρχιεπισκοπής Βόρειας και Νοτίου Αμερικής, της οποίας αναλαμβάνει την διαποίμανση, αλλά και την άσβεστο πορεία και προσωπικότητα η οποία θα αιωρείται δια πάντα κατά το ανθρωπινό ως εποπτεύουσα αυτή του Κυρού Ιακώβου

Επειδή και η μετά Ιακώβου εκλογή η οποία έφερε τα πάνω κάτω στην Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής μετά πιέσεων πολλών από τον Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο όπως και οι επιλογές του, ο Αρχιεπίσκοπος Κ. Σπυρίδων αλλά και ο προκάτοχος του Νέου Αρχιεπισκόπου, Γέρων Κ. Δημήτριος ήταν επιλογές κατ’ επιταγή του Οικουμενικού Πατριάρχου Κ.Κ. Βαρθολομαίου, όπως και ο νυν εκλεγείς κ. Ελπιδοφόρος, ευελπιστούμε όλοι συν η ομογένεια Αμερικής ο Νέος Αρχιεπίσκοπος να φανεί ικανός να σηκώσει το βάρος τόσο της κληρονομίας που του επιθέτεται στους ώμους του αλλά και να τιμήσει την μεγάλη προσωπικότητα που έβαλε την σφραγίδα του στην εκεί Αρχιεπισκοπή, του Κυρού Ιακώβου.

Το κείμενο απευθύνεται τόσο σε Ιερό κλήρο, προς γνώση και ωφέλεια πνευματική, αλλά και προς τον Λαό του Θεού, μιας και ο περιούσιος Λαός του Θεού είναι αυτός που διαχρονικά δίνει ψύχη και σώμα στην Εκκλησία του Χριστού μας ασχέτως το ότι πολλές φόρες οι κατά σάρκα ταγοί της εκκλησίας τον έχουν γραμμένο στην παλαιότητα των υποδημάτων τους αλλά το λέγουν και οι Προφήτες, το λέγουν και τα ιερά κείμενα «εδώ είμεθα ενοικούντες και προσωρινοί και προσδράμωμεν στην νέα άνω Ιερουσαλήμ».

Ο Αρχιεπίσκοπος πρώην Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβος (κατά κόσμον: Δημήτριος Κουκούζης, 29 Ιουλίου 1911 – 10 Απριλίου 2005) ήταν μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της Ορθοδοξίας στην αμερικανική ήπειρο κατά τον 20ό αιώνα. Γεννημένος στην Ίμβρο της, τότε, Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βρέθηκε από νωρίς στο θρησκευτικό κέντρο της Κωνσταντινούπολης σε μία περίοδο ραγδαίων αλλαγών για το Πατριαρχείο και τον ρωμαίικο πληθυσμό της νεοπαγούς Τουρκικής Δημοκρατίας.

Σύντομα αποφάσισε την έξοδό του στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου υπηρετούσε ως Αρχιεπίσκοπος, ο μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας. Η διακονία του δίπλα στον Αθηναγόρα απετέλεσε καίρια μαθητεία, η οποία καθόρισε την περαιτέρω εκκλησιαστική του σταδιοδρομία. Μία επιπλέον παράμετρος κατανόησης της προσωπικότητας του Ιακώβου είναι η πρώιμη ενασχόλησή του με το διαχριστιανικό διάλογο ως Αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών στα μέσα της δεκαετίας του 1950.

Η δράση του εκτός από εκκλησιαστική ήταν βαθιά πολιτική και διπλωματική. Την περίοδο της ποιμαντορίας του κατάφερε να είναι η κυρίαρχη ηγετική φυσιογνωμία του ελληνισμού των Ηνωμένων Πολιτειών αλλά και ο προνομιακός συνομιλητής της αμερικανικής ηγεσίας. Με αυτές του τις ιδιότητες προσπάθησε την ευνοϊκή αντιμετώπιση από πλευράς των Η.Π.Α. θεμάτων ελληνικού εθνικού ενδιαφέροντος.

Η παραίτησή του επέφερε μία σειρά καταιγιστικών εξελίξεων για την ελληνική μειονότητα της Αμερικής δημιουργώντας δυσεπίλυτα προβλήματα στις εκκλησιαστικές και διοικητικές δομές της. Ο θάνατος τον βρήκε πλήρη ημερών σε νοσοκομείο του Κονέκτικατ. Η έξοδός του από τα επίγεια χαιρετίστηκε από την αμερικανική και ελληνική πολιτική και θρησκευτική ηγεσία με χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις τους πρώην Προέδρους των Η.Π.Α. Μπιλ Κλίντον, Τζωρτζ Μπους τον πρεσβύτερο και Τζίμμυ Κάρτερ. Στο συλλυπητήριο τηλεγράφημά της η χήρα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, Κορρέτα Σκοτ Κινγκ σημείωνε ενθυμούμενη την ανθρωπιστική δράση του Ιακώβου:

«Σε μία εποχή όπου πολλοί από τους εξέχοντες θρησκευτικούς ηγέτες του έθνους παρέμεναν σιωπηλοί, ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος με θάρρος υποστήριξε το Κίνημά μας για την Ελευθερία και προχώρησε δίπλα στο Μ. Λ. Κίνγκ, ενώ συνέχισε να υποστηρίζει την ειρηνική κίνηση ενάντια στη φτώχεια, το ρατσισμό και τη βία σε ολόκληρη τη ζωή του».

«Τολμηρός, θεληματικός, με πολλή φαντασία, πρωτοποριακός σε ρυθμό που δυσκολεύονται και οι προοδευτικοί ακόμα να παρακολουθήσουν, συχνά βρίσκεται μόνος του στους δρόμους τους οποίους χαράζει. Η μοίρα των πρωτοπόρων. Διαφορετικά, δεν θα ήταν πρωτοπόρος».

 

Πρώιμη περίοδος

 

Ο Δημήτριος Κουκούζης γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1911 στους Αγίους Θεοδώρους της Ίμβρου και ήταν ο μικρότερος από τα τέσσερα παιδιά του Αθανάσιου και της Μαρίας Κουκούζη. Αφού, αρχικά, φοίτησε στην αστική σχολή της κοινότητας των Αγίων Θεοδώρων και το ελληνικό ημιγυμνάσιο Παναγίας, το 1927, σε ηλικία 15 ετών, εγγράφηκε στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, την οποία διηύθηνε, ως σχολάρχης, ο τότε Μητροπολίτης Γέρων Δέρκων Ιωακείμ Πελεκάνος. Απεφοίτησε αριστούχος τον Ιούλιο του 1934 υποβάλλοντας εναίσιμη διατριβή με τίτλο «Περί Ουνίας».

Το πέρας των σπουδών του στη Χάλκη τον βρήκε αναποφάσιστο σχετικά με την περαιτέρω επαγγελματική του πορεία και για μικρό χρονικό διάστημα διετέλεσε λαϊκός ιεροκήρυκας και κατηχητής στη γενέτειρά του. Ο ίδιος διηγούνταν, αργότερα, ότι επηρεάστηκε να ακολουθήσει την ιερατική οδό από ένα όνειρο. Σε αυτή του την απόφαση προσέκρουσε στην άρνηση της μητέρας του, η οποία, προερχόμενη από λευιτική οικογένεια, θεωρούσε ότι η οικογένειά της είχε ήδη προσφέρει αρκετά μέλη στην εκκλησία. Παρά τούτο ο Δημήτριος αποδέχθηκε την πρόταση του παλαιού σχολάρχη του και χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ι. Ναό Αγίου Γεωργίου Θεραπείων την 25η Νοεμβρίου 1934 λαμβάνοντας το όνομα Ιάκωβος προς τιμήν του ευεργέτη του, Μητροπολίτη Ίμβρου Ιακώβου Παπαπαϊσίου. Στον Τουρκικό στρατό υπηρέτησε ως γραμματέας σε στρατιωτικό νοσοκομείο, αν και προσπάθησε να το αποφύγει. Στην Ι. Μητρόπολη Δέρκων υπηρέτησε για μία τετραετία ως Αρχιδιάκονος και Ιεροκήρυκας, αλλά επιθυμία του ήταν η έξοδός του από την Τουρκία λόγω της πολιτικής που ακολουθούσε η χώρα έναντι της ρωμαίικης μειονότητας. Το 1939 έλαβε πρόσκληση από τον, τότε, Αρχιεπίσκοπο Βορείου και Νοτίου Αμερικής Αθηναγόρα να μεταβεί στις Η.Π.Α. αναλαμβάνοντας τη θέση του Αρχιδιακόνου. Η εκδημία του στην Αμερική έγινε το ίδιο έτος και παράλληλα με τα καθήκοντα του Αρχιδιακόνου ανέλαβε θέση διδάσκοντος στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού με αντικείμενο την Καινή Διαθήκη και την Ομιλητική, ενώ διετέλεσε βοηθός Κοσμήτορα έως το 1942 και για σύντομο χρονικό διάστημα διευθυντής της Σχολής.

Στις 16 Ιουνίου 1940, ανήμερα της εορτής της Αγίας Τριάδος, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στον ομώνυμο Ναό του Λόουελ της Μασαχουσέτης από τον Κοσμήτορα της Σχολής του Τιμίου Σταυρού, Επίσκοπο Βοστώνης Αθηναγόρα Καββάδα και τοποθετήθηκε εφημέριος στον Ι. Ναό Αγίου Γεωργίου στο Χάρτφορντ του Κονέκτικατ. Το 1941 διορίστηκε ιεροκήρυκας στον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδος, Νέας Υόρκης και το επόμενο έτος εφημέριος στον Ι. Ναό Αγίου Νικολάου του Σαιντ Λούις. Η οριστική εφημεριακή του θέση ήταν αυτή του προϊσταμένου του Καθεδρικού Ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στη Βοστώνη, όπου παρέμεινε έως το 1954. Το 1950 έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα. Παράλληλα με τα ιερατικά του καθήκοντα απέκτησε τίτλο S.T.N., «Master of Sacred Theology Degree» από τη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ.

 

Θητεία στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών

 

Μετά την εκλογή του Αθηναγόρα στον Πατριαρχικό Θρόνο της Κωνσταντινούπολης ο Ιάκωβος εξελέγη Μητροπολίτης Μιλήτου και σχολάρχης της Θεολογικής Σχολής Χάλκης. Η εκλογή, όμως, δεν έγινε αποδεκτή από τον ίδιο και αιτιολογώντας την άρνησή του προέτεινε τη δυσθυμία επιστροφής του στην Τουρκία. Το γεγονός αυτό κόστισε την παύση επικοινωνίας του με τον Πατριάρχη για μία τριετία. Στις 17 Δεκεμβρίου 1954 με εισήγηση του Πατριάρχη Αθηναγόρα προς την Ιερά Σύνοδο εξελέγη Επίσκοπος Μελίτης και διορίστηκε πρώτος μόνιμος Αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην έδρα του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών. Η χειροτονία του τελέστηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1955 στον Πατριαρχικό Ναό Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι προεξάρχοντος του από Ίμβρου Μητροπολίτη Δέρκων, Ιακώβου.

Από το πρώτο διάστημα της ανάληψης των καθηκόντων του επιδόθηκε σε επαφές και ενέργειες, οι οποίες μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατέστησαν δυναμική την παρουσία του στο Συμβούλιο, ώστε να επηρεάζει σοβαρά τη Γενική Γραμματεία και τα εκτελεστικά όργανά του στις αποφάσεις τους και να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στα θέματα που αφορούσαν τις σχέσεις Ορθοδόξων και Π.Σ.Ε., ιδιαίτερα στο θέμα της συμμετοχής όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, ως Εκκλησιών-μελών σε αυτό.

Η τετραετής υπηρεσία του στο Π.Σ.Ε., ως Μονίμου Αντιπροσώπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στάθηκε ιδιαίτερα σημαντική τόσο στην ιστορία του Συμβουλίου κατά την πρώτη δεκαετία των δραστηριοτήτων του και της εδραίωσής του στο διαχριστιανικό κόσμο, ως κέντρου της Οικουμενικής Κίνησης, όσο και στην ιστορία του Πατριαρχικού Γραφείου. Μαζί με τους Wiplliam Adolf Visser’T Hooft και Francis House απέβη μία από τις τρεις προσωπικότητες που σφράγισαν τη ζωή των κεντρικών γραφείων του Π.Σ.Ε. στο τέλος της δεκαετίας του ‘50. Επιπλέον υπήρξε μέλος εκκλησιαστικών αποστολών σε Ρουμανία (1955), Νέα Ζηλανδία, Ινδία, Αιθιοπία, Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανο, Συρία, Φινλανδία (1956), Ρωσία, Ολλανδία και Αγγλία (1958). Για τη συνολική προσφορά του στο πλαίσιο δράσης του Π.Σ.Ε. τιμήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1995 σε εκδήλωση, που διοργανώθηκε στην Ατλάντα.

(συνεχίζεται…)