ΑΡΘΡΟ

Της Τόλης Καραγιαννίδου – Τσολπίδου

Συνταξιούχου τραπεζικής υπαλλήλου πρώην Α.Τ.Ε.

 

 

Μετά την αναγκαστική αποκομιδή οστών των γονιών μου, κατά τον μήνα Σεπτέμβριο, από το Α’ Κοιμητήριο – με ετήσιο ενοικιοστάσιο προς τον Δήμο- στο Β’ Κοιμητήριο στο οικογενειακό μας μνήμα αγορασμένο από τον πατέρα μου το 1966 για την θανούσα μητέρα του, αναφέρω τα εξής:

Από το 2008, 2011 κλπ. με επιστολές μου στον Δήμο Δράμας για την μη αλλαγή του Κοιμητηρίου, λόγω διαμονής μας στην περιοχή των Εκπαιδευτηρίων και όχι του Σταθμού και μάλιστα και με πρόσθετη αμοιβή στον Δήμο, το αίτημά μου δεν έγινε αποδεκτό από τον Δήμο Δράμας. Σκοπό είχε η ενέργειά μου αυτή να ισχύει για κάθε Δραμινό, όταν αλλάζει διεύθυνση οικίας, για να μπορεί σύντομα και εύκολα να επισκέπτεται τους θανόντες του.

Στην μνήμη, λοιπόν, των γονιών μου, προσέφερα χρηματικό ποσό στην Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. μετά την ανακοίνωση για την κατασκευή και τοποθέτηση μνημείων στην Μακρόνησο και στη Γυάρο.

Επίσης αναφέρω και την συνέχεια της δημοσίευσής μου στο facebook για τις βουλγαρικές φασιστικές θηριωδίες. 1 Οκτώβρη 1941, ο 16χρονος πατέρας μου οδηγήθηκε με άλλους 26 άνδρες ηλικίας από 15 έως 35 ετών για εκτέλεση, όπως αναφέρεται και στο βιβλίο «Γεγονότα της Δράμας 1941». Ο πατέρας μου γεννημένος το 1925 στον παραμεθόριο οικισμό (Μπαλαμπάν) Τραχώνι της κοινότητας Διποτάμων Παρανεστίου από πρόσφυγες γονείς που ήρθαν από το Κεσκίν Μαντέν και Κιρίκαλε, διατηρώντας την ελληνικότητά τους με τον να μιλούν Ποντιακά, διασώζοντας και την θρησκεία τους στα βάθη της Τουρκίας. Αναγκαστικά μιλούσαν και την τουρκική διάλεκτο που την έμαθαν και στα παιδιά τους όταν ήρθαν στην Ελλάδα.

Οπότε όταν του βουλγάρικο απόσπασμα συγκέντρωσε στον Σταθμό της Αδριανής (1-10-1941) άνδρες για αντίποινα, ανάμεσά τους και τον πατέρα μου – προσωρινό πρόσφυγα στην Αδριανή, αφού έκαψαν το χωριό τους- ο Βούλγαρος διοικητής ρώτησε ποιος μιλάει τούρκικα. Ο πατέρας μου χωρίς να δειλιάσει είπε: – Εγώ. Ο διοικητής του έδωσε παγούρια και μιλώντας του τούρκικα του είπε να τα γεμίσει νερό για τους διψασμένους στρατιώτες του, απειλώντας τον πως αν ξέφευγε θα τον πυροβολούσαν, αφού άλλωστε έβλεπαν την πορεία του προς το νερό. Γύρισε με το νερό και τότε τον άφησαν να φύγει. Φεύγοντας άκουγε τους πυροβολισμούς, ενώ τότε πέρασε το τραίνο κι αφού δεν ήταν εμφανής άρχισε να τρέχει. Έτσι οι παππούδες μου δεν έκλαψαν το παιδί τους.

Να λέμε λοιπόν τις απόψεις μας, τις θέσεις μας, τις επιδιώξεις μας για διευκόλυνση όλων μας ως ενεργοί πολίτες. Να αφηγούμαστε ιστορικά γεγονότα με έγκυρες αλήθειες για να μαθαίνουν οι νέοι μας.