ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

 

 

  • †Αρχιμανδρίτου Πανάρετου Τοπαλίδη
  • Έκδοσις Ιεράς Μητρόπολεως Δράμας, Δράμα 2016, σσ. 586

 

ΤοΔημητρίου . Τσιανικλίδη

Δρος Θ. – Νομικο

 

Ἡ Ἱερά Μητρόπολη Δράμας ἔθεσε σέ κυκλοφορία τό βιβλίο τοῦ ἀείμνηστου ἀρχιμανδρίτη Πανάρετου Τοπαλίδη μέ τίτλο: «Ο ΠΟΝΤΟΣ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ». Πρόκειται για μιά περισπούδαστη ἱστορική πραγματεία, ἡ ὁποία ἐκδίδεται γιά δεύτερη φορά «προνοίᾳ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας κ. κ. Παύλου», ἐνῶ ἡ πρώτη ἐκδόθηκε στήν Δράμα τό 1929 με τόν κάτωθι πρωτότυπο τίτλο: «Ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου Τοπαλίδου, Ὁ Πόντος ἀνά τούς αἰῶνας». Οἱ διορθώσεις τῶν κειμένων ἔγιναν ἀπό τόν φιλόλογο-ἱστορικό κ. Χρῆστο Γ. Ἀνδρεάδη, ἐνῶ την ἐκδοτική παραγωγή εἶχαν οἱ «Γραφικές Τέχνες-Ἐκδόσεις Μυγδονία». Ὁ παρών ὀγκώδης τόμος φέρει σχῆμα 18 Χ 25 cm και ἀριθμεῖ 586 σελίδες. Το ἐμπροσθόφθυλλο κοσμεῖται ἀπό τον ἔγχρωμο χάρτη τοῦ Εὐξείνου Πόντου και το ὀπισθόφυλλο με τό λογότυπο τῆς σφραγίδας τοῦ μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου. Τοῦ βιβλίου προτάσσονται τά «Περιεχόμενα» (σσ. 7-11) και ἀκολουθοῦν ἡ φωτογραφία τῆς Α.Θ.Π. τοῦ οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου (σ. 12), καθώς και τό συγχαρητήριο πατριαρχικό γράμμα «ἐξ ὀνόματος τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας» προς τον Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παῦλο γιά «την ἐπανέκδοσιν τοῦ μετά χεῖρας ἱστορικοῦ και ἀξιολόγου πονήματος»με την εὐχή: «ὅπως ἡ παροῦσα ἔκδοσις συντελέσῃ εἰς μίαν πληρεστέραν μελέτην και κατανόησιν τῆς ἱστορίας τῆς πονεμένης ταύτης Μικρασιατικῆς ἐπαρχίας, προς χαράν και ἱκανοποίησιν τῶν ἀνά τον κόσμον τέκνων αὐτῆς, ἐγκαύχησιν δε τῆς Μητρός Ἐκκλησίας» (σ. 14). Ἀκολούθως, ἕπονται ἡ φωτογραφία τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου με τά διάσημα τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, καθώς καί ὁ «Πρόλογος» τοῦ ὡς ἄνω μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι, ἀνέλαβε «τον ἆθλον τῆς ἐπανεκδόσεως τοῦ πολυτίμου τούτου ἔργου», ἐκπληρώνοντας «χρέος ἱερόν προς τον ἄνδρα, ὅστις διετέλεσε πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας (1923-1933) καί τοποτηρητής αὐτῆς (1928-1931), ἀλλά και προς τάς ἐπερχομένας γενεάς» (σ. 18). Ἀκολουθοῦν, στή συνέχεια τό σύντομο «Βιογραφικό σημείωμα τοῦ ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου Κ. Τοπαλίδου» (σσ. 21-32), ἡ «Ἀφιέρωση» (σσ. 35-37) και το ἐμπεριστατωμένο σημείωμα με τον ὑπότιτλο: «Ἀντί Προλόγου» (σσ. 41-45). Ἡ ὕλη τοῦ παρόντος βιβλίου ταξινομεῖται σέ δώδεκα κεφάλαια. Στο πρῶτο κεφάλαιο (σσ. 47-61) γίνεται ἀναφορά στην ὀνομασία τῆς λέξης «Πόντος», στά γεωμορφολογικά δεδομένα τῆς ποντιακῆς γῆς, στην προμυθική ἐποχή, καθώς και στήν περίοδο τοῦ χαλκοῦ και ὀρειχάλκου. Στό δεύτερο κεφάλαιο (σσ. 63-74) μνημονεύονται πρόσωπα τῆς ἑλληνικῆς μυθολογίας καί καταγράφεται ἡ ἐθνολογική σύνθεση, τόσο τοῦ ἑλλαδικοῦ χῶρου, ὅσο και τῆς ποντιακῆς γῆς κατά τήν προχριστιανική περίοδο, ἐνῶ παράλληλα, περιγράφεται σύντομα ἡ διοικητική κατάσταση στόν Πόντο κατά τούς περσικούς, ρωμαϊκούς καί βυζαντινούς χρόνους. Στό τρίτο κεφάλαιο (σσ. 75-119) ὁ συγγραφέας (ἐφεξῆς, σ.) κάμει σύντομη ἀναφορά στον αὐτοκρατορικό οἶκο τῶν Κομνηνῶν, στήν διαμάχη τῶν Κομνηνῶν με τον σουλτᾶνο τοῦ Ἰκονίου και στά γεγονότα πρίν την ἅλωση τῆς Τραπεζοῦντος. Στό τέταρτο κεφάλαιο (σσ. 121-174) μνημονεύονται διάφορα γεγονότα καί θέματα σχετικά με τήν Τραπεζούντα (1461-1666) και την εὐρύτερη περιοχή της, ὅπως, ἡ ἅλωσή της, οἱ ἐπιφανεῖς και ἱστορικές οἰκογένειες, π.χ., Γαβράδων, Ὑψηλάντηδων, κ ἄ., ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, ἡ ἀποτυχημένη προσπάθεια τῶν Ἑλλήνων για την ἀνάκτηση της καί ἡ ἐπιστροφή τῶν Ἑλλήνων ἐργατῶν και τεχνιτῶν «μεταλλουργῶν». Στό πέμπτο κεφάλαιο (σσ. 175-193) καταγράφονται συνοπτικά τά διάφορα πολιτικά, στρατιωτικά καί διπλωματικά γεγονότα ἀπό τό 1666 ἕως και τό 1908 πού ἐπηρέασαν τήν πορεία τοῦ ἑλληνισμοῦ στόν Πόντο. Το ἕκτο κεφάλαιο (σσ. 195-229) ἀσχολεῖται με τον ἐθνολογικό χαρακτῆρα τῆς ποντιακῆς γῆς καί γίνεται μιά σύντομη ἱστορική ἀναφορά στίς διάφορες φυλετικές ὁμάδες, π.χ., κρυπτοχριστιανῶν, κλωστῶν, σταυριωτῶν, λαζῶν, κ.ἄ. Στο ἕβδομο κεφάλαιο (σσ. 231-249) γίνεται εἰδική μνεία για τήν πολιτική καί κοινωνική κατάσταση τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς περιόδου 1908-1914, για τήν στρατολογία τῶν Ἑλλήνων, για τή συμμετοχή τῆς Τουρκίας στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, γιά τούς Νεότουρκους, καθώς και για τή δημογραφική κατάσταση, τον ἀριθμό τῶν ἐκκλησιῶν, μονῶν, ἱερέων, ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων, συλλόγων, διδασκάλων, μαθητῶν, εὐαγῶν ἱδρυμάτων, κ. ἄ. Στο ὄγδοο κεφάλαιο (σσ. 251-267) ἐξιστορεῖται συνοπτικά ἡ μακραίωνη δουλεία τῶν τεσσάρων αἰώνων για τον ἑλληνισμό και τόν Χριστιανισμό τοῦ Πόντου, καθώς καί ἡ πνευματική κοινωνική και οἰκονομική ἀνάπτυξη τῶν Ποντίων στις ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα. Ἐπίσης, στο οἰκεῖο κεφάλαιο παρέχονται χρήσιμες πληροφορίες για τή διοικητική ὀργάνωση, τις ἁρμοδιότητες τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν (πνευματική, δικαστική, κ.ἄ.), τίς θρησκευτικές ἑορτές, τά ἤθη και ἔθιμα, τίς σχέσεις τῶν δύο λαῶν Ἑλλάδος –Τουρκίας, κ.λπ. Το ἔνατο κεφάλαιο (σσ. 269-337) περιγράφει ἀναλυτικά τίς δοκιμασίες τῶν Ἀρμενίων και τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου, τήν παρουσία του ρωσικοῦ στρατοῦ στην Τραπεζοῦντα, τήν δράση τῶν ἑλληνικῶν ἀντάρτικων ποντιακῶν σωμάτων, την ἀνακωχή τοῦ Α’ παγκοσμίου πολέμου, καθώς και τά ἀποτελέσματα τῆς συνθήκης τῶν Σεβρῶν (1918). Τό δέκατο κεφάλαιο (σσ. 339-366) παρακολουθεῖ συνοπτικά την ἱστορική πορεία τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ στίς ρωσικές περιοχές τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἀπό τόν 7ο μέχρι και ἀρχές τοῦ 20ουαἰῶνα, καθώς και τήν προσπάθεια τῆς διατήρησης τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητάς του συμβάλλοντας μέσα ἀπό την ἵδρυση τῶν ἀγαθοεργῶν ἀδελφοτήτων στήν πνευματική, κοινωνική και οἰκονομική ζωή τῆς ρωσικῆς κοινωνίας, ἐνῶ παράλληλα περιγράφει την ἀλληλεγγύη και τά φιλάδελφα αἰσθήματα τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων τῆς ρωσικῆς ἐπικράτειας πρός τούς Ἕλληνες πρόσφυγες τοῦ Πόντου κατά τή διάρκεια τοῦ Α’ παγκοσμίου πολέμου μέχρι τό 1918. Το ἑνδέκατο κεφάλαιο (σσ. 367-390) μνημονεύει τίς προσπάθειες τῶν διαφόρων ποντιακῶν διεθνῶν ἑνώσεων (Ρωσίας, Ἀθηνῶν, Ν. Ὑόρκης, κ ἄ.) και τά ἀποτελέσματα τῆς Συνδιάσκεψης Εἰρήνης στό Παρίσι (1919-1920), καθώς και τή στάση τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης για την εἰρηνική διευθέτηση τοῦ ποντιακοῦ ζητήματος. Τό δωδέκατο κεφάλαιο (σσ. 391-467) περιλαμβάνει ὡς κατακλεῖδα διάφορα ὑποβληθέντα ὑπομνήματα τῶν διεθνῶν ποντιακῶν ἑνώσεων στό Συνέδριο τῆς ὡς ἄνω Συνδιάσκεψης, καθώς καί πίνακα μέ πληθυσμιακά καί στατιστικά στοιχεῖα (πόλεις, κωμοπόλεις, ναούς, σχολεῖα, συλλόγους, κ.ἄ.). Τέλος, με τό«Παράρτημα» (σσ. 469-555) το ὁποῖο περιλαμβάνει: α) την ἔκθεση προς το Ὑπουργεῖο τῶν Ἑξωτερικῶν (1930) ὑπό τόν τίτλο: «Ὁ ἑλληνισμός τοῦ Πόντου», β) την ἱστορική μελέτη ὑπό τόν τίτλο: «Ὁ Θήχης», γ) τό φωτογραφικό ὑλικό (σσ. 558-559) καί δ) το εὑρετήριο κυρίων ὀνομάτων (σσ. 563-586) ὁλοκληρώνεται ἡ παροῦσα ἐπανέκδοση.

Ὁ ἀείμνηστος σ. ἀρχιμανδρίτης Πανάρετος Τοπαλίδης γεννήθηκε στό χωριό Φαργανάντων τῆς ἐπαρχίας Ροδοπόλεως τοῦ Πόντου. Ὑπῆρξε ἀριστοῦχος ἀπόφοιτος τοῦ περιωνύμου Γυμνασίου Τραπεζούντος, και ἐπιδεικνύοντας ἰδιαίτερο ζῆλο για τά ἐκκλησιαστικά γράμματα και την ἱστορία τῆς γενέτειράς του, ἐπιδόθηκε στή συγγραφή ἱστορικῶν θεμάτων. Ἀφοῦ ἐρεύνησε, μελέτησε καί ταξινόμησε τά ἱστορικά γεγονότα τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ σέ χρονικές περιόδους, συνέγραψε μέ πειστικότητα καί σαφήνεια, σε γλῶσσα ἀρχαΐζουσα την ἱστορία τῆς ποντιακῆς γῆς, στο παρόν μνημειώδες ἔργο. Ὁ σ. ὡς ἐκπρόσωπος διαφόρων ἐκκλησιαστικῶν ἐπιτροπῶν και ποντιακῶν ἑνώσεων ὑπῆρξε αὐτόπτης μάρτυς ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν, πολιτικῶν και διπλωματικῶν ἐνεργειῶν πού σημάδεψαν τήν τύχη τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ, στά τέλη τοῦ 19ου και ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα. Ὁ σ. μεθοδικός και ἁπλός, μέ γλαφυρότητα και ἐμβριθής γνώστης τῆς ἱστορίας τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἐφήρμοσε τούς κανόνες τῆς κριτικῆς ἔρευνας ὡς προς τήν διαπραγμάτευση τῶν προσώπων και τῶν γεγονότων. Ἡ ἔκδοση αὐτή, ἡ ὁποία ἐμπλουτίζεται ἀπό το ἀνάλογο φωτογραφικό ὑλικό και ἀπό τίς σχετικές παραπομπές και ὑποσημειώσεις διαφωτίζει ἄγνωστες πτυχές τῆς ἱστορίας τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ καί κυρίως τῶν τελευταίων χρόνων καταγράφοντας βῆμα προς βῆμα την ἐθνική τραγωδία. Ἡ προσφορά τοῦ σ. ὑπῆρξε πολύτιμη, γιατί χάριν στο ἐρευνητικό του ἐνδιαφέρον και ἀξιοποιώντας με ἰδιαίτερη ἐπιτυχία την ἀνάλογη βιβλιογραφία προσέφερε πλοῦτο ἐθνικῶν, ἱστορικῶν και κοινωνικῶν διδαγμάτων, τά ὁποῖα μορφώνουν πνευματικά τον ἄνθρωπο καί συμβάλλουν ἀποφασιστικά στήν καλλιέργεια τῆς ἐθνικοθρησκευτικῆς προσωπικότητας τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανοῦ. Για τήν σπουδαιότητα τοῦ παρόντος ἔργου ἀναφέρεται στό παραπάνω πατριαρχικό του γράμμα ἡ Α.Θ.Π., ὁ οἰκουμενικός μας πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος με τά παρακάτω λόγια: «Διό και τό παρόν πόνημα τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου καθίσταται πολύτιμον τεκμήριον διά τούς ἀσχολουμένους ἐπιστημονικῶς με την ἱστορίαν τῆς περιοχῆς, ἀλλά και σημαντικόν μνημεῖον λόγου καί παιδείας τοῦ τε Ἡγουμένου τούτου και τῆς ὑπ’ αὐτόν Ἱερᾶς τοῦ Βαζελῶνος Μονῆς και ἀπόδειξις ἀσφαλής τῆς φιλοπατρίας τοῦ ποντιακῆς καταγωγῆς δοκίμου κληρικοῦ και ἔπαινος διά την Ἐκκλησίαν την ἀναδείξασαν τοιαῦτα τέκνα.» (σσ. 13-14). Χαίρεται καί σεμνύνεται ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος, ὅταν ἄξιοι κληρικοί του «ἐν λόγοις και ἔργοις» τιμοῦν και διακονοῦν με αὐταπάρνηση τήν Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ὅπως ὁ ἀοίδιμος σ. ὁ ὁποῖος, ὡς χαρισματικός, δραστήριος και ἀφοσιωμένος στα ἱεραποστολικά ἰδεώδη διακρίθηκε για το ἀγωνιστικό του φρόνημα μέ σκοπό την ἐπιβίωση τῆς Ὀρθοδοξίας και τοῦ ἑλληνισμοῦ στην Ἀνατολή. Γύρω ἀπό την ἱστορική ἀξία καἰ τήν χρησιμότητα τοῦ παρόντος βιβλίου, ἀλλά και για τόν τρόπο με τον ὁποίον ἐργάστηκε ὁ σ., καθώς και για τά αἴτια τῆς συγγραφῆς αὐτοῦ τοῦ πονήματος στρέφεται καί ὁ πρόλογος τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου, ὁ ὁποῖος γράφει χαρακτηριστικά: «Εἰς ἕν ἐκ τῶν προσφυγικῶν παραπηγμάτων τοῦ συνοικισμοῦ τῆς Νέας Κρώμνης ἐν Δράμᾳ, ἀναδιφᾶ εἰς το ἀρχεῖον του και ἀδολεσχῶν εἰς τάς γνώσεις, τάς ἀναμνήσεις, τάς ἐμπειρίας πολυετῶν ἀγώνων και μελετῶν, μᾶς προσφέρει τόν Πόντο ἀπό τῶν ἀρχαίων χρόνων ἕως τῶν ἡμερῶν του. Μάλιστα δέ κατά τά τελευταία ἱστορούμενα ἔτη ὑπάρχει και αὐτός θεατής και ὑπηρέτης τῶν ἐκτυλισσόμενων γεγονότων. Ὡς ὁ ἴδιος εἰς τά προλεγόμενά του σημειοῖ, ἀπεφάσισε την συγγραφήν πεποιθώς ὅτι διά τοῦ ἔργου του θέλει ἐξυπηρετηθῆ ἡ ἱστορία, «ἵνα μη ἑτεροχρωματισμοί καί ἡ σκωρία τῆς λήθης» παραμορφώσουν και ἀλλοιώσουν τά ἱστορικά γεγονότα, κυρίως αὐτά τῶν χρόνων του, τῶν ὁποίων μάρτυς ὑπάρχει» (σ. 17). Με τόν παραπάνω πρόλογο καταδεικνύεται, ὅτι πρωτεύουσα θέση ἀνάμεσα στά ζητήματα τῆς ποιμαντικῆς μέριμνας τοῦ Σεβασμιωτάτου μας κ. Παύλου κατέχει ἡ εὐαισθησία του για τά ἐθνικά ζητήματα, την ἑλληνική ἱστορία και γλῶσσα. Στά πλαίσια τῆς εὐαισθησίας του αὐτῆς ἐντάσσεται καί ἡ πρωτοβουλία του για τήν κυκλοφορία τῆς ἀξιόλογης αὐτῆς ἔκδοσης. Ἀξίζουν θερμά συγχαρητήρια στόν ποιμενάρχη μας κ. Παῦλο, για την ἀξιέπαινη προσπάθειά του να σταθεῖ ἀρωγός καί συμπαραστάτης στήν διάδοση καί κυκλοφορία ἱστορικῶν βιβλίων, πού συμβάλλουν στήν καλλιέργεια τῆς ἱστορικῆς μνήμης και τῆς ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας. Τέλος, ὁ χαλκέντερος σ. ἄφησε μιά πλούσια πνευματική παρακαταθήκη στις ἐπερχόμενες γενεές τῶν Ἑλλήνων. Αὐτήν τήν πνευματική παρακαταθήκη ἀξιοποίησε ἐπιτυχῶς ἡ Ἱερά Μητρόπολη Δράμας με την ἐπανέκδοση τῶν δύο περισπούδαστων ἔργων του, πρῶτον τό παρόν πόνημα: «Ο ΠΟΝΤΟΣ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ» καί δεύτερον ἡ: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΖΑΒΟΥΛΩΝ ἤ ΒΑΖΕΛΩΝ – ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΔΡΑΜΑΣ –ΔΡΑΜΑ 2016», σσ. 533». (Βλ. Βιβλιοκρισία, Ἐφημ. «Πρωϊνός Τύπος», Περίοδος Β’ – 1974 – Ἀριθμ. Φύλ. 6880 – 11.445, 29-7-2017, σ. 7 και Ἐφημ. «ΕΡΓΑΣΙΑ…συν», Ἔτος 11ο, Ἀριθμ. Φύλ. 519, 3-8-2017, σ. 10).

Τά παραπάνω ἔργα κυκλοφοροῦν σε μιά καλαίσθητη και ἄριστη τυποτεχνική συσκευασία, τά ὁποῖα ἀξίζει να προμηθευθεῖ κανείς, ἀφοῦ ἀποτελοῦν χρήσιμα βιβλία, ὄχι μόνο για τον ἀναγνώστη τῆς θεολογικῆς και ἱστορικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά και γιά κάθε ὀρθόδοξο μελετητή.