ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

  • Αλλοίμονον, αν το Θείον υπηρέτει τας ανόμους επιθυμίας των κατ ανθρώπινη σάρκα επισκόπων ιερέων (Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού)

 

 

 

Κύριε Διευθυντά, προ της Χριστουγέννων εορτής, θα πρέπει να γράψω κάτι Θρησκευτικό-Θεολογικό μιας και ερεθίσματα -το λέω πολύ κομψά- μου επιβάλουν τα λεχθέντα του κείμενου.

Πάμε προς την Γέννηση του Χριστού μας ο όποιος κυνηγημένος, διωγμένος, γεννήθηκε σε μια φάτνη ζώων.

Οι εκκλησιές θα γεμίσουν, τα σήμαντρα θα χτυπήσουν χαρωπά, οι ψαλμωδίες θα αναπεμφθούν στα ουράνια, τα ανευπίστευτα λογία από πάσης βαθμίδος Ιερατείου θα βγουν, μα οι καρδιές των περισσοτέρων ανθρώπων θα μείνουν κλειστές και παγερές. Γιατί άραγε; Αναρωτήθηκε ο καθένας από εμάς;

Βεβαιότατα ο κάθε επίσκοπος είναι εις θέση, τόπο και τύπου Χριστού, αλλά με φόβο θεού και όχι με έπαρση και φαρισαϊσμό.

Αρκετούς φίλους Ιεράρχες έχω με τους οποίους ανά τακτά διαστήματα βρισκόμαστε συνήθως στην Αθήνα και συζητάμε εδώ και χρόνια. Κάποιοι εξ αυτών έχουν εκδημήσει εις Κύριον μην μπορώντας να αποφύγουν την κοινή μοίρα του ανθρωπίνου γένους μετά της εκπτώσεως του Παραδείσου.

Συζητήσεις οι οποίες είναι πολλές φόρες εποικοδομητικές για κάθε πλευρά και ανθρώπινες. Πάντα υπάρχει περίσσευμα αγάπης, κατανόησης και εκεί βλέπεις τον πραγματικό άνθρωπο.

Έχοντας υπόψη τις φαγωμάρες και γρίνιες που υπάρχουν στην Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής θυμήθηκα τον μακαριστό και αείμνηστο γέροντα μου Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Κυρό Ιάκωβο, ο όποιος άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του σε αυτήν την Ήπειρο τόσο με το εκκλησιαστικό του ανάστημα αλλά και την απόλυτη αποδοχή του ηγέτη της εκεί Χριστιανοσύνης και της καθολικής του αποδοχής από την εκάστοτε Αμερικανική Προεδρική εξουσία και Κυβέρνηση.

Δυστυχώς είχε άσχημο τέλος με την επιζητούμενη από το Πατριαρχείο παραίτησή του και την ενθρόνιση του Νυν Γέροντος Δημήτριου στην ηγεσία. Δυστυχώς για τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο τα πράγματα δεν εξελίχθησαν όπως ήθελε και πίστευε.

Σήμερα η Αρχιεπισκοπή Αμερικής έχει ένα δυσβάσταχτο χρέος που ανέρχεται στο αστρονομικό ποσό των 25 εκατομμύριων δολαρίων και το οποίο διατείνει σε κακοδιαχείριση και διαφθορά.

Λυπάμαι που δυσαρεστούνται οι καθού ανά τον κλήρον, αλλά οι αλήθειες δεν είναι μοναχά προνόμιο δικό τους και πρέπει να λέγονται όσο και οδυνηρές και αν είναι.

Πέρασε η λαϊκή και πολύ αγαπητή στο ευρύτερο εκκλησιαστικό κοινό εορτή του Αγίου Νικόλαου, ενός από τους πλέον πολυαγάπητους Αγίους της Εκκλησίας μας.

Πανηγύριζε ο ομώνυμος Ναός του Αγίου Νικολάου Δράμας όπου πλήθος πιστών συνέρευσε για να τιμήσει τον Άγιο των πτωχών, της πραότητας και των θαλασσών.

Δυστυχώς δια ακόμη μια φόρα σε αυτόν τον Ναό όπως και στους άλλους Ναούς της πόλης μας ισχύει το παράδοξο στην εκάστοτε εορτή των Αγίων ο περιούσιος λαός του Θεού, να μένει απροσκάλεστος του «Δείπνου» και να υπάρχει μοναχά στο να γεμίζει τις εκκλησίες και ούτε σαν ευλογία να μην του δίνεται έστω ένα μικρό κέρασμα, επί της εορτής του τιμώμενου Αγίου, μιας και από τον οβολό του Λάου του Θεού την επαύριον σακουλές πλαστικές με κέρματα θα κατατεθούν στον λογαριασμό δεν ξέρω τινός; Πάντως όχι του Θεού.

Το έχω επισημάνει πολλάκις στους υπεύθυνους ότι αυτό αποτελεί πρόκληση και απρέπεια προς το εκκλησίασμα, μιας και πότε στα χρονικά ύπαρξης Ναών στην πόλη αυτή δεν κεράστηκε το εκκλησίασμα, αλλά στο τέλος κάποιοι παρατρεχάμενοι μεταξύ αυτών Πολιτικοί, καμιά δεκαριά στο σύνολο μαζί με το Ιερατείο και τον Επίσκοπο ανεβαίνουν για τα κεράσματα.

Αυτό που μπορεί να φωνάξει ο οποιοσδήποτε είναι η λέξη ΕΛΕΟΣ.

Τι σχέση μπορεί να έχουν τα μεγάλα και κούφια ανθρώπινα λόγια που παπαγαλίζει η ενδιατέλεται ο κάθε άνθρωπος – χους Επίσκοπος, Αρχιμανδρίτης, Ιερέας με τον βίο και την Αγιότητα του τιμώμενου Αγίου και μιας γίνεται λόγος περί του Αγίου Νικολάου, ο όποιος υπήρξε κατά το απολυτίκιον του εικόνα πραότητας, ταπεινότητος, στοργής, αγάπης και προσφοράς.

Πάντα σε αυτήν την πόλη από όσο θυμάμαι τον εαυτόν μου αυτό συνέβαινε. Τον Λαόν του Θεού τον ήθελαν για το μπούγιο, για τον οβολό και για τίποτε περισσότερο και σε περίπτωση που κάποιος Ιερωμένος ή Λαϊκός έλεγε κάτι ή διαμαρτύρετο του κολλούσαν και τον τίτλο του άθεου, του λαϊκιστή, του τρελού και του προς αφορισμό τείνοντα.

Πηγαίνοντας προς την εορτή των Χριστουγέννων μου έρχονται στο νου διαφορά περί αναθεματισμών, περί αφορισμών, τα οποία άκουσα και σε πρόσφατο κήρυγμα και πριν σας παραδώσω στην θεολογική σοφία των πάτερων της εκκλησίας μας σας θυμίζω τον αείμνηστο Νικόλαο Καζαντζάκη, τον οποίον η Ελλαδική εκκλησία αφόρισε, εντελώς απερίσκεπτα μιας και έλεγε πράγματα τα οποία συμβαίνουν, δυστυχώς μεν αλλά συμβαίνουν.

Ο Άγιος Φώτιος γράφει: «’Ήτο κάποτε φοβερόν το ανάθεμα, όταν εχρησιμοποιείτο από τους κήρυκας της ευσεβείας εναντίον των ενόχων της ασεβείας. Αφ’ ότου δε η αδιάντροπος των ασεβών παραφροσύνη, το ανάθεμα το οποίον έχουν αυτοί οι ίδιοι επί των κεφαλών των, εζήτησαν να γυρίσει αυθαδώς εναντίον των αγωνιζομένων υπέρ της Ορθοδοξίας… το φρικτόν αυτό ανάθεμα κατήντησε παιχνίδι, μάλλον δε και το προτιμούν οι ευσεβείς, εφ’ όσον εκφέρεται υπό των ασεβών».

Αι δε Αποστολικαί Διαταγαί λέγουν: «Ώσπερ η πεμπομένη ειρήνη, μη ευρούσα άξιον υποδοχέα, επιστρέφει εις αυτούς, που την έστειλαν, έτσι μάλλον δε και πολύ περισσότερον η κατάρα, μη υπάρχοντος αξίου εκείνου προς τον οποίον εστάλη, λόγω της αθωότητός του, επιστρέφει εις την κεφαλήν του αδίκως αυτήν αποστείλαντος». (Βιβ. Γ’ Κεφ. ιε’ )

Ας αφήσουμε επίσκοπους αρχιμανδριτάκια που έχουν χάσει την ουσία και τον προορισμό εις τον οποίον ετάχθησαν πριν την χειροτονία τους, και κατά κυριολεξία, και ας προσευχηθούμε στον παντεπόπτη Κύριο μας, να μας χαρίζει την γενναιότητα να βλέπουμε πρώτα τα δικά μας λάθη και να μην κοροϊδεύουμε και κατακρίνουμε τον αδελφό μας ιδιαιτέρως όταν το ράσο ενδυόμεθα, γέλια, ειρωνείες μέσα στην Αγία Τράπεζα περισσεύουν.

Κάπου στην γη μια ψυχή προσεύχεται, κάπου ψηλά στο σύμπαν μια προσευχή στον πλαστή της δέεται, κάντε ησυχία και ακούστε τι λέει.

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι, αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων, μ’ ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας την μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ’ τον καπνισμένο τρούλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδινή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ’ ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας, ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακρυά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ’ απόκοσμα ονειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά ανάπηροι στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδωκόμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία. Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ’ τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην δηθενικότητα των άλλων, ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας. Και η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδυα αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδακινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τα’ αγάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουητό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονται πάντα όρθια, νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές παίρνουν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα να μοιράσει τ’ αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα ,ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβύθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς και ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές, είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής. Το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωινό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου

Όσο υπάρχουν τέτοιες ψυχές θα συνεχίσει να υπάρχει και ο κόσμος μας, οπότε δεν μας πειράζει τίποτε.

Στην Ορθοδοξίαν τι σχέσιν μπορεί να έχουν όλοι αυτοί που επικαλούμενοι υποκριτικώς τους Ιερούς Κανόνας, ως το πάλαι οι Φαρισαίοι τον Νόμον, διώκουν; Το τέλος, όμως των διωκτών της Αληθείας και ο θρίαμβος των θεραπόντων αυτής είναι γνωστά.

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ.