ΑΙΧΜΕΣ

Γράφει ο Σίμος Ματεντζόγλου

Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας

Απόφοιτος Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών (Πολιτικών Σπουδών και Διπλωματίας) Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Μ.Α. «Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές» Παντείου Πανεπιστημίου

Email: [email protected]

 

 

 

Με βάση τις γεωπολιτικές εξελίξεις στη μείζονα περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και τα τεκταινόμενα στο ενεργειακό πεδίο, με την ανακάλυψη γιγαντιαίου κοιτάσματος φυσικού αερίου στον στόχο «Γλαύκο» στην Κυπριακή ΑΟΖ και πιθανόν και νέων σε άλλες θέσεις, εκφράζονται πανηγυρισμοί, ευφημισμοί και μεγάλα λόγια από ελληνικούς και ξένους παράγοντες. Διατυπώνεται η άποψη ότι «νέοι πρωτόγνωροι ορίζοντες ανοίγουν που θα μπορούσαν να αλλάξουν την μοίρα του ελληνισμού», δημιουργούνται νέες επενδυτικές και αναπτυξιακές ευκαιρίες και αναβαθμίζεται η γεωπολιτική αξία της Ελλάδας και της Κύπρου.

Πράγματι, με μία πρώτη ματιά και υπό ορισμένες συνθήκες, η απόκτηση από ένα κράτος όσο δυνατόν μεγαλύτερων θαλάσσιων επιφανειών και η αξιοποίηση του υποθαλάσσιου πλούτου, ιδίως, των υδρογονανθράκων εντός αυτών, αποτελούν πηγή ανάπτυξης, ευημερίας, εθνικής ανεξαρτησίας και εθνικής κυριαρχίας.

Ωστόσο, στην περιοχή μας, στην περίπτωση αυτή, καταλύτης για την έκβαση των πραγμάτων αποτελεί η στάση της Τουρκίας, που ακολουθεί την δική της πολιτική, προκειμένου να μην αφεθεί εκτός των εξελίξεων.

Είναι γνωστό ότι η Τουρκία επιδιώκει με επιθετικές ενέργειες και με ανάλογη ρητορική να δημιουργήσει τετελεσμένα για άσκηση κυριαρχίας ή συγκυριαρχίας τόσο στο Αιγαίο, με την θεώρηση τμήματος των ελληνικών χωρικών υδάτων, ως «γκρίζες και αμφισβητούμενες περιοχές», όσο και στην θάλασσα της Κύπρου μέσω της προέκτασης της κατοχής του βόρειου τμήματός της. Οπωσδήποτε, η στάση της αυτή εντάσσεται μέσα στον ευρύτερο επεκτατικό σχεδιασμό της για διεκδίκηση εδαφών και σφαιρών επιρροής στην επικράτεια της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Την ίδια στιγμή, επιχειρεί να συνδέσει μέσα από ένα «μεγάλο παζάρι» τις εξελίξεις και την εμπλοκή της στη Συρία και την Μέση Ανατολή με ζητήματα στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.

Με δεδομένη την ανωτέρω τουρκική στρατηγική, χρήζει να επισημανθεί ότι ο όλος ενθουσιασμός από ελληνικής πλευράς για την εύρεση και αξιοποίηση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο Αιγαίο και στην Κύπρο βασίζεται στην συνθήκη, ότι αυτό θα το επιτρέψει προς όφελος μας ο αμερικανικός παράγων, λόγω της απομάκρυνσης της Τουρκίας από τη Δύση και της προσέγγισής της με την Ρωσία.

Ωστόσο, η ιστορία της διπλωματίας και των συμμαχιών στην περιοχή μας δείχνει ότι η κάποιες φορές προσέγγιση Ρωσίας-Τουρκίας είναι βραχυχρόνια, ευκαιριακή και έχει τακτικό μόνο προσανατολισμό. Ιστορικά, γεωγραφικά και γεωπολιτικά, πραγματική σύγκλιση μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας δεν πρόκειται να υπάρχει, καθώς πρόκειται για δύο αναδυόμενες δυνάμεις, που τέμνονται στην ίδια γεωγραφική περιφέρεια. Οι γεωπολιτικές πραγματικότητες και οι αντιτιθέμενες γεωστρατηγικές επιδιώξεις της Μόσχας και της Άγκυρας δεν επιτρέπουν την μακροημέρευση της ρωσοτουρκικής σχέσης.

Όπως και να έχει, η σημερινή στρατηγική παλινωδία και οι εναλλαγές και ελιγμοί της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής δεν μπορούν να κρατήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμα. Η γείτονα χώρα δεν μπορεί για πολύ ακόμα να «πατάει σε δύο βάρκες» ταυτόχρονα.

Ήδη, οι πρώτες τάσεις μεταστροφής της Τουρκίας και επαναπροσέγγισης με την αμερικανική δύναμη άρχισαν να διαφαίνονται, μετά από την εξαγγελία Τραμπ για απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία και την επιπλοκή που κάτι τέτοιο θα προκαλέσει στον κουρδικό παράγοντα, καθώς αφήνει ένα «κενό ασφάλειας» στην περιοχή και ελεύθερο το πεδίο στην Τουρκία για εκκαθαρίσεις. Η κίνηση αυτή, ακόμη και αν η εξαγγελία δεν υλοποιηθεί, κατέδειξε τον προσανατολισμό των γεγονότων και τις προθέσεις και αναμένεται να «ανακατέψει την τράπουλα» των παικτών και να απελευθερώσει εξελίξεις που να οδηγούν εκ νέου στην αμερικανοτουρκική προσέγγιση.

Εν προκειμένω, η Τουρκία αξιοποιώντας την γεωγραφική της θέση, το ειδικό της βάρος και την στρατιωτική της ισχύ, πιθανόν, στο κοντινό μέλλον, να επαναδιαπραγματευθεί μία νέα, αναβαθμισμένη «ειδική πελατειακή σχέση» με την αμερικανική υπερδύναμη. Σε αυτό το νέο τρόπο συνύπαρξης με τις ΗΠΑ και την Δύση, η Τουρκία ενδέχεται να προτάξει σαν το «διαπραγματευτικό της χαρτί» τόσο το Κουρδικό, όσο και τα ελληνοτουρκικά θέματα. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχει ο κίνδυνος η Τουρκία να ανταλλάξει, μέσω κινήσεων εκβιασμού, τη διάταξη των δυνάμεών της στην Μέση Ανατολή, εξαργυρώνοντας με «κέρδη» στην Ανατολική Μεσόγειο και προς «δυσμάς», δηλαδή στο Αιγαίο και στην Κύπρο.

Ως προς αυτό, η Άγκυρα θα επιδιώξει να επιτύχει αλλαγή του status quo στο Αιγαίο, αξιώνοντας ένα καθεστώς συγκυριαρχίας, υπό αμερικανονατοϊκή ομπρέλα, με απώτερο στόχο την συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και του θαλάσσιου και υποθαλάσσιου πλούτου. Στην περίπτωση αυτή, θα ασκηθεί διεθνή πίεση στην ελληνική πλευρά για μία εφ’ όλης της ύλης διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Αιγαίο, γεγονός που συνεπάγεται την ακύρωση στην πράξη της άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας στο Αρχιπέλαγος τόσο στον θαλάσσιο όσο και στον εναέριο χώρο.

Επιπρόσθετα, ο αμερικανικός παράγοντας σε σύμπλευση με την τουρκική πλευρά είναι βέβαιο ότι θα πιέσει προς μία διχοτομική επίλυση του Κυπριακού, στην βάση της συνομοσπονδίας, της πολιτικής ισότητας και της αποκέντρωσης των εξουσιών μεταξύ των δύο κοινοτήτων, για ένα νέο δηλαδή Σχέδιο Ανάν επί το χείρον. Η επίλυση του ζητήματος προς μία τέτοια κατεύθυνση θα σημάνει την απόκτηση δικαιωμάτων από την τουρκική πλευρά στην εξόρυξη και απάντληση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην θάλασσα της Μεγαλονήσου, αλλά και θα ισοδυναμεί με de facto αναγνώριση και νομιμοποίηση των τετελεσμένων της τουρκικής εισβολής και κατοχής στην Βόρεια Κύπρο, ενώ θα ανοίξει τον δρόμο για τουρκικό στρατηγικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου. Είναι χαρακτηριστικές, άλλωστε, οι δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων, που αναφέρονται σε «ακριβοδίκαιο διαμοιρασμό» των εξευρεθέντων κοιτασμάτων μεταξύ των δύο κοινοτήτων.

Σε τελική ανάλυση, οι τάσεις αυτές σηματοδοτούν τον κίνδυνο «στρατηγικής παγίδευσης» και καθήλωσης της Ελλάδας, με όποιες επιπτώσεις στην εθνική κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και τα ζωτικά εθνικά συμφέροντά της. Είναι ο ρόλος που επιφυλάσσεται στην χώρα μας, αυτός του «γεωπολιτικού μεντεσέ», σύμφωνα και με τα λόγια του Αμερικανού πρέσβη Τζέφρι Πάιατ, ρόλος που, εντέλει, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία νέα εθνική περιδίνηση, αλλά και να εισάγει την χώρα στην λεγόμενη μεσανατολική-ισλαμική «ζώνη αστάθειας».