ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

Που σταματάει η πίστη και που ξεκινάει η θρησκοληψία. Το σίγουρο είναι ότι κανείς θρησκόληπτος δεν αυτοαποκαλείται έτσι. Ούτε ο πιο φανατικός μουζαχεντίν αυτοκτονίας, δεν θεωρεί τον εαυτό του θρησκόληπτο ή φανατικό.

Εγώ πάντως θεωρώ όλους τους θρησκόληπτους φανατικούς, είναι οι ίδιοι που ανά τους αιώνες, στο όνομα κάθε πίστης, έκαναν τα χειρότερα εγκλήματα.

Με τη χάρη του Θεού πέρασε και εφέτος ο μήνας Αύγουστος ο οποίος είναι σχεδόν ολόκληρος αφιερωμένος στην Παναγιά μας, την Αγία όλων των Αγίων, την μάνα όλων μας που με την θαλπωρή και την ζεστή της αγκαλιά μας σκεπάζει.

Από την αρχή του μήνα μέχρι τις 15 του μήνα ψάλλονταν σε όλες τις Εκκλησιές μας ο μικρός και μεγάλος παρακλητικός κανόνας στην Παναγιά μας. Τι είναι όμως η παράκληση αυτή; Με τις παρακλήσεις προς την Υπεραγία Θεοτόκο δεχόμεθα και την ικετεύουμε να μας βοηθήσει σε καιρούς πειρασμών, θλίψεων και δυσκολιών, «Δέξαι παρακλήσεις αναξίων σων ικετών».

Ζητάμε με ευλάβεια σαν μάνα που είναι να μεσολαβήσει στον Υιό της τον αγαπητό, να γίνει μεσίτρια δηλαδή στην ικεσία μας. Θερμώς παρακαλούμε να μας σώσει δια της Θείας βοηθείας της και να μας οδηγήσει σε μετάνοια. Με τον παρακλητικό κανόνα της οδηγούμαστε σιγά σιγά μέσα από τα δάκρυα των προσευχών μας στην αληθινή μετάνοια, την εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία. Εκείνος που τιμά αληθινά την Παναγία δέεται για την σωτηρία της ψυχής του και ζει διαρκώς με μετάνοια παρακλητική.

Η ανάγκη αυτή της παρακλητικής μετάνοιας επεκτείνεται σε όλη την διάρκεια του χρόνου και πολλές φορές οι χριστιανοί μας νιώθουν την ανάγκη σπίτι τους να ψάλλουν την παράκληση της Παναγιάς μας κι έπειτα θαυματουργικά γαληνεύουν, αναπαύονται ψυχικά, σαν να τους χαϊδεύει ένα ουράνιο χέρι και να τους διώχνει τις δυσκολίες. Αυτό είναι και το νόημα άλλωστε της προσευχής. Ίσως κάποιος βέβαια να αναρωτηθεί για ποιον λόγο να προσευχόμαστε εφόσον ο Θεός έχει προκαθορίσει τα μέλλοντα. Είναι το ίδιο σαν να ρωτάμε, γιατί να αναπνέουμε αφού ο Θεός καθόρισε την ύπαρξη του αέρα.

Γιατί έτσι ορίστηκε από Εκείνον! Όλα εκείνα που οι εμείς οι πιστοί χρειαζόμαστε και επιθυμούμε να μας δοθούν είναι στην ευχέρεια του Θεού. Εμείς το μοναδικό πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να προσευχηθούμε κι Εκείνος θα αποφασίσει το καλύτερο για εμάς καθώς γνωρίζει τις ανάγκες, τους πόνους και τις δοκιμασίες μας.

Στις 15 Αυγούστου όπου και ολοκληρώνονται οι παρακλήσεις εορτάζουμε πανηγυρικώς την κοίμηση της για την οποία μαθαίνουμε από τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, τον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη κ.α. Σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση η Παναγιά πληροφορήθηκε την κοίμηση της από άγγελο Κυρίου τρεις ημέρες πριν συμβεί. Η χαρά της που θα συναντούσε τον μονάκριβο Υιό της δεν περιγράφεται με λόγια. Έτσι είχε τον χρόνο να προετοιμαστεί κατάλληλα, να προσευχηθεί και να μοιράσει σε δυο χήρες τα υπάρχοντα της. Μάλιστα η παράδοση αναφέρει ότι λίγο πριν την κοίμηση της, οι Απόστολοι που δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, με θαυμαστό τρόπο μεταφέρθηκαν όλοι κοντά της. Όταν κοιμήθηκε η Παναγία, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεθσημανής. Ανοίγοντας δε το μνήμα μετά από τρείς ημέρες έκπληκτοι είδαν ότι η Παρθένος Μαρία αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς.

Δοξολογήσαμε λοιπόν και φέτος την Παναγιά μας Δέσποινα, την μόνη ελπίδα των απελπισμένων έτσι ώστε Αυτή, η Κυρία των αγγέλων, μαζί με όλους τους Αγίους και τις ουράνιες δυνάμεις να μας έχει υπό την σκέπη της.

Είναι κάποιες φορές, που απλά δεν πιστεύεις αυτό που βλέπουν τα μάτια σου. Το κοιτάζεις και το ξανακοιτάζεις. Το διαβάζεις ελπίζοντας κάπου να βρεις κάπου μια λογική εξήγηση. Και το ξαναδιαβάζεις, γιατί λες «δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο».

Μου συνέβη όταν δημοσιοποιήθηκε γύρω από την υπόθεση με την παντόφλα του αγίου Παϊσίου στην Κύπρο. Τότε ο κληρικός που την είχε εκθέσει σε προσκύνηση μου είχε πει ότι την είχε πάρει από τον Άγιο ο πατέρας του. Την είχε χαρακτηρίσει μάλιστα «οικογενειακό κειμήλιο».

Τώρα στο Αγρίνιο ένας άλλος ιερέας είχε το δικό του «κειμήλιο». Είχε συναντήσει λέει τον Άγιο πριν από εικοσιστόσα χρόνια και τον είχε κεράσει ένα κάστανο που είχε βράσει ο ίδιος. Εκείνος το κράτησε ενθύμιο και προχθές το έβαλε στο ναό του για να το προσκυνήσουν οι πιστοί.

Δεν θα μπω στη διαδικασία να κρίνω αυτούς που τα προσκύνησαν. Άλλωστε, δεν μπορώ να γνωρίζω τι κουβαλάει ο καθένας μέσα του. Τι βάρη και προβλήματα. Τι πόνους και ανάγκες. Τους είπε ο παπάς τους ότι είναι αγιασμένο, ότι το άγγιξε ένας άγιος, κι εκείνοι το προσκύνησαν. Η ένσταση μου έχει να κάνει με τους κληρικούς που οργανώνουν αυτά τα προσκυνήματα.

Θα μου πεις, «εσύ θα το προσκυνούσες;». Όχι και πάλι όχι θα απαντούσα. Κάποιοι θα μου έλεγαν μπράβο και κάποιοι άλλοι ότι η πίστη μου είναι «χαλαρή» και θα μου υπενθύμιζαν ότι στις γραφές υπάρχουν περιπτώσεις που ακόμα και η σκιά ενός αγίου στο πέρασμα του, θεράπευσε.

Στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο αναφέρεται η περίπτωση της αιμορροούσας γυναίκας που γιατρεύτηκε την στιγμή που ακούμπησε τον χιτώνα του Χριστού.

Γεμάτες από τέτοιες περιπτώσεις είναι οι Γραφές. Και συχνά τις χρησιμοποιούν οι υπέρμαχοι αυτού του είδους των προσκυνημάτων για να νομιμοποιήσουν τις αποφάσεις τους. Υπάρχει όμως μια σημαντική διαφορά των βιβλικών θαυμάτων με τα σημερινά προσκυνήματα. Τα πρώτα είναι αυθεντικά, μοναδικά και ανεπανάληπτα. Τα δεύτερα, τα σύγχρονα μας, είναι κακής ποιότητας προσπάθειες αντιγραφής τους.

Δεν γίνεται λοιπόν να βάζεις στην ίδια μοίρα την περίπτωση της θεραπείας του δαιμονισμένου όταν καλύφθηκε από την σκιά του Αποστόλου Πέτρου, με ένα κάστανο η ιερότητα του οποίου αντλείται από το γεγονός πως το… έβρασε ένας άγιος. Αν μη τι άλλο είναι ύβρις, είναι ασέβεια προς τον ίδιο τον «τιμώμενο» άγιο.

Άνθρωποι ήταν οι άγιοι και ζούσαν όπως όλοι μας. Χρησιμοποιούσαν πιάτα, ποτήρια, σκεύη, κατσαρόλες. Τι θα γίνει τώρα; Θα αρχίσουμε να τα προσκυνάμε;

Κοινή λογική χρειάζεται και σοβαρότητα. Όταν για παράδειγμα η Εκκλησία τιμά την «προσκύνηση της αλυσίδας του Αποστόλου Πέτρου» ή αυτής του Αποστόλου Παύλου, τμήμα της οποίας βρίσκεται στον καθεδρικό ναό των Αθηνών, δεν τιμά τους… χαλκάδες αλλά το μαρτύριο και το θαύμα της απελευθέρωσης του Αποστόλου. Χρησιμοποιεί την αλυσίδα για να διατηρήσει στη συλλογική μνήμη των χριστιανών τα όσα δεινά πέρασαν οι Απόστολοι, τις κακουχίες που πέρασαν και την παρουσία του Θεού.

Και επιτέλους όλοι αυτοί οι λάτρεις των αρχαίων παραδόσεων της Εκκλησίας καλό θα ήταν κάποια στιγμή να δουν και το χρονικό περιβάλλον στο οποίο συνέβησαν κάποια πράγματα. Ο χριστιανός του 2017 δεν έχει καμία σχέση με τον Χριστιανό του 1017. Ούτε μορφωτικά, ούτε κοινωνικά, ούτε πολιτιστικά.

Που σταματάει η πίστη και που ξεκινάει η θρησκοληψία. Το σίγουρο είναι ότι κανείς θρησκόληπτος δεν αυτοαποκαλείται έτσι. Ούτε ο πιο φανατικός μουζαχεντίν αυτοκτονίας, δεν θεωρεί τον εαυτό του θρησκόληπτο ή φανατικό.

Εγώ πάντως θεωρώ όλους τους θρησκόληπτους φανατικούς, είναι οι ίδιοι που ανά τους αιώνες, στο όνομα κάθε πίστης, έκαναν τα χειρότερα εγκλήματα.

Από τους Βυζαντινούς ορθόδοξους χριστιανούς που επέβαλαν στην επικράτεια τους, την νέα πίστη, δια πυρός και σιδήρου, από τους ίδιους που το θρησκευτικό τους πάθος και η τυφλομάρα, κατέστρεψε τον μεγαλύτερο πολιτισμό του ανθρωπίνου γένους. Τους ορθόδοξους μουζαχεντίν, που κατέκαιαν μαζί με τους αρχαίους ναούς, τα γραπτά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, του Αισχύλου και του Σοφοκλή. Αυτούς τους δολοφόνους που έβαλαν ταφόπλακα στον Ελληνισμό, σήμερα μερικούς απ αυτούς, τους αποκαλούν αγίους. Ένας άνθρωπος βρέθηκε που ήθελε να σταματήσει αυτή την καταστροφή και τον ονόμασαν οι παπάδες παραβάτη…

Τους Παπικούς καθολικούς μουζαχεντίν, που κράτησαν στο σκοτάδι για μια χιλιετία ολόκληρη την Ευρώπη. Στο όνομα του Θεού της αγάπης της συγνώμης και του ελέους, έκαναν τα χειρότερα εγκλήματα που έζησε ποτέ ο άνθρωπος.

Στο όνομα της αλαζονείας τους, άφησαν να καταρρεύσει το προπύργιο του Χριστιανισμού στην Ανατολή, το Βυζάντιο και το παρέδωσαν στις θηριωδίες των Τούρκων.

Αυτό είναι ιστορία, επιβεβαιωμένη και διασταυρωμένη ιστορία, που ποτέ κανείς δεν σκέφτηκε να την βάλει στην διδακτέα ύλη.

Μπορείτε να ξεχωρίσετε τώρα τι διαφορά έχει η πίστη, η άδολη πίστη, η όσο θέλετε βαθιά πίστη, από τον τυφλωμένο φανατισμό των θρησκόληπτων;

Εκκλησιαστικό τυπικό βγαλμένο από το χρονοντούλαπο της ιστορίας, χωρίς καμιά ευελιξία, χωρίς καμιά δυνατότητα, να πλησιάσουν τον ανθρώπινο πόνο και να αφουγκραστούν τα προβλήματα της εποχής τους. Μοναστηριακά τάγματα, που χρησιμοποιούν τακτικές και λεκτικό παρελθόντων αιώνων, τα ίδια μοναχικά τάγματα που κατέστρεψαν το Βυζάντιο, αφού προτιμούσαν τον μοναχισμό, από την υπεράσπιση της Βασιλεύουσας.

Διερωτηθήκαμε άραγε μήπως εμείς οι ιδίου κάνουμε την πνευματική μας ζωή δύσκολη και πολυσύνθετη;

Μήπως ο σκοπός, η αρχή και το τέλος της πνευματικής ζωής, όπως τον καθορίζει ο θεοφώτιστος απόστολος Παύλος, που είναι «Αγάπη εκ καθαρής καρδίας και συνειδήσεως αγαθής και πίστεως ανυποκρίτου», συχνά παραθεωρείται, εκτρέπεται και μεταβάλλεται σε «ματαιολογίαν» (A’ Τιμοθ. Α’ 5-6).

Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να εξαπατά κανείς τον εαυτό του, καλόπιστα ίσως, με θρησκευτικής ιδιορρυθμίες, με τυπολατρίες και οπτασίες και να φουσκώνει από υπερηφάνεια. Να αφήνη τα «βαρύτερα του νόμου, την κρίσιν και τον έλεον και την πίστιν» (Ματθ. Κγ’ 23) και να αυτοϊκανοποίεται, επειδή «διυλίζει τον κώνωπα», ενώ δεν διστάζει να «καταπίνη την κάμηλον». Να λησμονή την ουσία και να επιμένει στη λεπτομέρεια και τα επουσιώδη. Να μην έχη συνειδητοποιήσει, ότι «το Ευαγγέλιο δεν έχει σκοπό να πλάση απλώς μυστικοπαθές και θρησκόληπτους, αλλά θελήσεις ισχυρές για την κατόρθωση της αγιότατος και τας Αγάπης».

Έτσι μερικοί την θρησκοληψία και την τυπολατρία τις εκλαμβάνουν ως γνήσια ορθόδοξη πνευματικότητα. Καθησυχάζουν την συνείδησή τους [με τυποποιημένες και μηχανικά επαναλαμβανόμενες ευχές] και βολεύονται σε μία στείρα πνευματική ζωή. Φυλακίζουν την ζωή τους στο ιδιόρρυθμο εγώ τους και δημιουργούν ένα κλίμα αυταρέσκειας. Το ότι δεν λένε καλημέρα με τον αδελφό τους και το πείσμα κυριαρχεί στην ζωή τους, αυτό δεν τοις απασχολεί.

Οι άνθρωποι αυτοί επιστρέφουν σ’ ένα είδος φαρισαϊσμού. Δημιουργούν μία θρησκεία δικής τους εμπνεύσεις, τελείως ξένη προς την θρησκεία της Αγάπης του Χριστού.

Πώς όμως;

Μονάχα όταν ο άνθρωπος απαλλάσσεται από κάθε μορφή εγωπάθειας και αυταρέσκειας, τότε, και μόνο τότε, αφήνει χώρο, ώστε να φανερωθεί μέσα στα βάθη της ύπαρξής του η χάρη του Θεού. Ο άνθρωπος καθίσταται δυνατός μέσα στην συναίσθηση και συνειδητοποίηση της ανεπάρκειάς του, της αναξιότητάς του. Τελικά, η συνάντηση Θεού και ανθρώπου πραγματώνεται εν μέσω της αναξιότητας του ανθρώπου, εν μέσω της κακοπάθειάς του, μ’ έναν τρόπο μυστηριώδη και ταυτόχρονα μεγαλειώδη, μέσα στον πόνο, μέσα στη δοκιμασία, μέσα στη μαρτυρία και το μαρτύριο. «Στα μάτια του Θεού καταξιωνόμαστε μέσα από την αναξιότητά μας»!