ΑΡΘΡΟ
Της Σωτηρίας Γιαννακοπούλου
Πτυχιούχου του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.
Η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έχει προγραμματιστεί για τον Μάρτιο, έδωσε το έναυσμα για την αναθέρμανση των συζητήσεων περί της δρομολόγησης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και την Βόρεια Μακεδονία. Τα δύο κράτη αν και επανειλημμένως έχουν κινήσει τις απαραίτητες διαδικασίες, γνωστοποιώντας και επισήμως την πρόθεσή τους για ένταξη στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, δεν έχουν δει τις προσπάθειές τους να καρποφορούν, ενώ παράλληλα η απογοήτευση αλλά και η δυσαρέσκεια, που απορρέει η στάση των Ευρωπαϊκών θεσμών εντός και εκτός των συνόρων τους, έχουν καταφέρει να πλήξουν την εικόνα της Ένωσης στο σύνολο των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, ενισχύοντας τις εθνικιστές φωνές, οι οποίες υπογραμμίζουν την σκληρή και άδικη αντιμετώπισή τους, αντιτιθέμενοι σε οποιαδήποτε σύναψη συνεργασίας μαζί της.
Η τελευταία απόπειρα για την έναρξη των διαδικασιών προσχώρησης των δύο χωρών στην Ένωση παρεμποδίστηκε από την Γαλλία, την Δανία και τις Κάτω Χώρες, με τον Μακρόν να στηρίζει το βέτο του στην ελλιπή διαδικασία εισδοχής νέων κρατών μελών, χαρακτηρίζοντάς την ως «αναποτελεσματική» και «απογοητευτική», επισημαίνοντας μάλιστα την ανάγκη για άμεσο εκσυγχρονισμό της βάσει της αρχής της «αναστρεψιμότητας», κατά την οποία εάν ένα υποψήφιο κράτος δεν υλοποιήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ή παρατηρηθεί κάποιο πισωγύρισμα γύρω από αυτές, τότε όχι απλώς θα διακόπτονται οι διαπραγματεύσεις, αλλά θα αναστρέφεται επί τόπου η όλη διαδικασία ένταξής του.
Οι αντιρρήσεις του ασφαλώς δεν αποδίδονται αποκλειστικά στο ζήτημα της προβλεπόμενης διαδικασίας. Στην πραγματικότητα, η άρνηση Μακρόν αποτέλεσε ένα μέσο ενίσχυσης της εικόνας του στο εσωτερικό της Γαλλίας. Η κοινωνική κρίση που βιώνει η Γαλλία λόγω του κινήματος των κίτρινων γιλέκων, της ανεργίας ως κατάλοιπο της οικονομικής κρίσης, αλλά και της ανόδου της ακροδεξιάς με εκπρόσωπο τη Λεπέν, η οποία εξαπολύει συνεχώς κατηγορίες προς το πρόσωπο του για την διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης, καθιστούν το Γάλλο Πρόεδρο ιδιαιτέρως ευάλωτο, πλήττοντας την δυναμική του, την οποία επιδιώκει να ανοικοδομήσει μέσω της ισχυρής του παρουσίας στη διεθνή πολιτική σκηνή. Το πρόβλημά του άλλωστε δεν είναι η Βόρεια Μακεδονία, αλλά η Αλβανία, καθώς αποτελεί μια από τις βασικές πηγές μεταναστών της Γαλλίας. Συνεπώς, η ενδεχόμενη συμμετοχή της στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα αυξάνει ακόμη περισσότερο τον αριθμό μεταναστών της, ενισχύοντας τις εθνικιστικές φωνές της χώρας.
Η Κομισιόν, προκειμένου να αντικρούσει τις ενστάσεις Μακρόν προανήγγειλε μεταρρυθμίσεις στις διαδικασίες διεύρυνσης της Ένωσης, οι οποίες δομήθηκαν πάνω σε 4 αρχές: την αξιοπιστία, την προβλεψιμότητα, τον δυναμισμό και την πολιτική διακυβέρνηση. Οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις ικανοποιούν τόσο τα αιτήματα Μακρόν, δεδομένου ότι υπάρχει πρόβλεψη για ανάκληση της διαδικασίας ένταξης σε περίπτωση μη τήρησης των προβλεπόμενων μεταρρυθμίσεων, όσο και των υπόλοιπων φωνών διαμαρτυρίας όσον αφορά τις διαδικασίες, οι οποίες πηγάζουν από τις μνήμες της ένταξης της Ρουμανίας και της Ουγγαρίας το 2004, καθώς αφότου εγκρίθηκε η είσοδός τους στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν ολοκλήρωσαν τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις.
Οι προσπάθειες της Κομισιόν για διευθέτηση του ζητήματος δεν σταματούν όμως εκεί. Ο αρμόδιος επίτροπος για την διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης Όλιβερ Βαρέλι, επισκέφθηκε τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία τις προηγούμενες μέρες, ούτως ώστε να διαπιστώσει ο ίδιος αν οι δύο χώρες είναι ικανές να υλοποιήσουν τις προβλεπόμενες μεταρρυθμίσεις αλλά και να ανταπεξέλθουν στα προαπαιτούμενα των υπόλοιπων κρατών μελών. Ο ίδιος δηλώνει: «Είμαι πολύ ενθαρρυμένος από τις επισκέψεις μου και στις δύο χώρες. Δεν εγκαταλείπουν τις μεταρρυθμίσεις (…) και θα δεις ότι θα τις φέρουν σε πέρας και, αν το κάνουν αυτό, μπορείς να είσαι σίγουρος ότι θα αρχίσουν διαπραγματεύσεις. Αυτό που προσφέρεται είναι η ένταξη», εκφράζοντας τοιουτοτρόπως την πρόθεσή του να συμβάλλει στις προσπάθειές τους για έναρξη των διαδικασιών προσχώρησης.
Σταθερά πιστή στη θέση της υπέρ της ένταξης των δύο βαλκανικών κρατών παραμένει και η Γερμανία, με την Καγκελάριο Μέρκελ στη συνάντησή της στο Βερολίνο με τον Ούγγρο Πρωθυπουργό Όρμπαν να εκφράζει τις προθέσεις της για την έναρξη των ενταξιακών διαδικασιών, τονίζοντας την ανάγκη για σταθερότητα στην εν λόγω περιοχή, την οποία, ασφαλώς, μπορεί να εγγυηθεί η συμμετοχή της στην Ένωση, συμβάλλοντας έτσι στη συνολική ανάπτυξη της. Μάλιστα, ο Ούγγρος πρόεδρος προέβαλε την ανάγκη για έναρξη συνομιλιών και με την Σερβία, επισημαίνοντας την σημασία της συντονισμένης εισόδου των χωρών των Βαλκανίων, δηλώνοντας ότι «Μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί η ομαλότητα στο χώρο των Βαλκανίων».
Ο Πρόεδρος Μακρόν έπειτα από τις μεταρρυθμίσεις της Κομισιόν εμφανίστηκε πιο διαλεκτικός ως προς το ζήτημα της ένταξης των δύο κρατών, επισημαίνοντας ότι όλα θα εξαρτηθούν από το πόρισμα της έκθεσής της. «Αναμένουμε την έκθεση τον Μάρτιο (…) αν τα αποτελέσματα είναι θετικά και εδραιωθεί η εμπιστοσύνη τότε θα είμαστε σε θέση να ξαναξεκινήσουμε τις διαπραγματεύσεις». Είναι εξάλλου γεγονός ότι η κίνηση της άσκησης βέτο του Γάλλου Προέδρου σχολιάστηκε αρνητικά από τους διεθνείς διπλωματικούς κύκλους, χαρακτηρίζοντας ως τραγικό λάθος την απόφασή του, η οποία συνέβαλε στην αποσταθεροποίηση της περιοχής, δεδομένου μάλιστα ότι τα δύο κράτη έχουν καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες, προκειμένου να συμβαδίσουν με τα υπόλοιπα κράτη μέλη.
Πιο συγκεκριμένα, η Αλβανία με την προοπτική της εισόδου της στην Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε σε ριζικές μεταρρυθμίσεις με σκοπό την αναβάθμιση του δικαστικού της συστήματος, αναπτύσσοντας μια ιδιαιτέρως σύνθετη δικαστική διαδικασία ελέγχου, η οποία είχε ως απόρροια την αποδυνάμωση των ανώτατων και συνταγματικών δικαστηρίων, καθιστώντας τα ανίκανα επί της ουσίας να διεξάγουν δίκες και δημιουργώντας μια μεγάλη πληγή στα εσωτερικά τους κράτους. Επιπλέον, η Αλβανική κυβέρνηση επιδιώκοντας την εξίσωση με τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ένωσης εισήγαγε ένα νέο νόμο για το οργανωμένο έγκλημα προωθώντας τις διεθνείς συνεργασίες σε ποινικές υποθέσεις.
Αντίστοιχες προσπάθειες έχει καταβάλλει φυσικά και η Βόρεια Μακεδονία, δεδομένου ότι διευθέτησε μέσω της Συνθήκη των Πρεσπών το φλέγον ζήτημα του ονόματος, συνθηκολογώντας με την Ελλάδα, με σκοπό να διασφαλίσει ότι δεν θα αποτελέσει εμπόδιο στις προσπάθειες της για την είσοδο στην Ένωση. Ωστόσο, η απρόβλεπτη άρνηση της Γαλλίας όχι μόνο πάγωσε τα σχέδια ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αλλά προκάλεσε και σοβαρότατη κρίση στην εσωτερική πολιτική σκηνή, δεδομένου ότι υποχρέωσε την κυβέρνηση Ζάεφ, έπειτα από την αποτυχημένη της προσπάθεια για την έναρξη των ενταξιακών διαδικασιών, να προκηρύξει έκτακτες εκλογές, αναθερμαίνοντας το τεταμένο εσωτερικό κλίμα και «ευεργετώντας» τους εθνικιστικούς κύκλους, στους οποίους ασκεί επιρροή η Ρωσία.
Οι συνεχείς άκαρπες προσπάθειες για την έναρξη της ενταξιακής διαδικασίας έχουν δημιουργήσει ένα αρνητικό αντίκτυπο έναντι των Ευρωπαϊκών θεσμών, με τους λαούς των δύο κρατών να ισχυρίζονται ότι, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλουν, η Ευρωπαϊκή Ένωση δε φαίνεται πρόθυμη να ανοίξει τις πύλες της. Σε δηλώσεις του ο Πρωθυπουργός της Αλβανίας Ράμα υποστήριξε ότι δεν έχει μεγάλες προσδοκίες για την Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου, ενώ ερωτώμενος για την στάση Μακρόν και το αίτημά του για μεταρρύθμιση της διαδικασίας διεύρυνσης τόνισε ότι ο Γάλλος Πρόεδρος δεν έχει άδικο και ότι όντως χρήζει ανανέωσης. Ωστόσο, κατέστησε σαφές ότι η Αλβανία έχει προχωρήσει όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο πεδίο της δικαιοσύνης, γεγονός που καθιστά αδικαιολόγητη τη στάση Μακρόν, οι αποφάσεις του οποίου προκάλεσαν, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε, «πολιτικό σεισμό», τόσο στην Αλβανία, όσο και στη Βόρεια Μακεδονία, ενισχύοντας την εσωστρέφεια, αλλά και τα εθνικιστικά κόμματα που εναντιώνονται σε οποιαδήποτε εξωτερική παρέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα του κράτους.
Ποιο θα είναι το πόρισμα της έκθεσης που θα δημοσιευθεί στις αρχές Μαρτίου; Θα επιτευχθεί τελικά η διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια; Οι απαντήσεις θα δοθούν τις επόμενες μέρες.
*Το άρθρο της κ. Γιαννακοπούλου δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα www.offlinepost.gr