ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ

 

 

  • Διαμάχη Λυκούργου και Διονύσου

 

Σε προηγούμενο άρθρο μας αναφερθήκαμε στην έντονη διαμάχη του βασιλιά των Ηδωνών Λυκούργου με τον θεό Διόνυσο. Αυτή η πείσμων αντίδραση του Ηδωνέα βασιλιά γεννά εύλογα αρκετές απορίες, που μπορούν να συνοψισθούν, ίσως, στους ακόλουθους λόγους: α. Η χώρα των Ηδωνών είχε από καιρό κατακλυσθεί όχι μόνο από εγχώριους θεούς, αλλά και από επήλυδες. Αυτή λοιπόν η πληθώρα λατρείας θεών ίσως προκάλεσε την αντίδραση του Λυκούργου, ο οποίος και θεώρησε ασφυκτική την εισδοχή και λατρεία μιας νέας θεότητας.

β. Η νέα θεότητα, ο Διόνυσος, με την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, αφού κατά τον μυθολογικό λόγο για να επιβιώσει από την οργή της Ήρας, ανατράφηκε από τις Νύμφες, δεν συνήδε με την ανδροπρεπή, μαχητική και ηρωική ψυχοσύνθεση ενός ανωτάτου άρχοντα, ο οποίος ηγείτο ενός λαού ανυπότακτου, όπως ήταν οι Ηδωνοί.

γ. Κατά την κρατούσα αντίληψη της εποχής τού Λυκούργου, ο άρχων βασιλεύς, πέραν των άλλων υψηλών καθηκόντων, τα οποία ασκούσε, σχεδόν αυταρχικά, διέθετε και το αξίωμα του θρησκευτικού άρχοντα. Κάτι τέτοιο όμως, κατά την αντίληψη του Λυκούργου, έθετε σε δεύτερη μοίρα αυτό του αξίωμα και μάλιστα από μια ξένη θεότητα, μολονότι είχε θεϊκή καταγωγή μιγαδική, αφού ήταν γιος του πατέρα των θεών Δία και της θνητής Σεμέλης. Συνεπώς, πίστευε ο Λυκούργος ότι ο νέος επήλυς θεός θα περιόριζε το υψηλό του αξίωμα. Γι’ αυτό είχε κάθε λόγο, για να διασφαλίσει ένα τέτοιο υψηλό αξίωμα, να μετέλθει κάθε μέσο, ώστε να αποτρέψει το επικείμενο κακό. Έτσι θα έχανε τη δυνατότητα να αποτρέπει την οργή των λατρευομένων στον τόπο του θεοτήτων, κάθε φορά που οι υπήκοοί του παρέβαιναν τα προς τους θεούς καθήκοντά τους, όπως την έλλειψη σεβασμού, την εκδήλωση της αλαζονείας, και ειδικότερα την προσφορά αναιμάκτων και κυρίως αιματηρών θυσιών, οι οποίες με την αναδυόμενη κνίσα )=τσίκνα), όταν μάλιστα συνοδευόταν από εκατόμβες, εύφραινε την ψυχή τους και ικανοποιούσαν τα αιτήματα των ανθρώπων, δίκαια ή άδικα.

Είναι συνήθη τα παράπονα, που εκφράζουν οι Αχαιοί στα ομηρικά έπη προς τους θεούς του Ολύμπου, όταν, παρά της πλούσιες θυσίες τους (=εκατόμβες), αυτοί αδιαφορούσαν, αφήνοντας τους δυστυχείς θύτες να αντιμετωπίζουν τις δύσκολες στιγμές, στις οποίες περιέρχονταν ή επρόκειτο να περιέλθουν με τις δικές τους δυνάμεις.

Παρ’ όλα αυτά ο ενισχυμένος με τον ιερατικό χαρακτήρα βασιλιάς κατάφερνε να εξασφαλίσει την ευμένεια και την ευεργεσία των θεών προς τους υπηκόους του.

Αντιλαμβάνεται κάποιος πόσο μειωτικά θα ένιωθε ο οπλισμένος με τον ιερατικό χαρακτήρα βασιλιάς έναντι του λαού του, όταν θα διέτρεχε τον κίνδυνο του περιορισμού αυτής του της δύναμης.

Βέβαια ο δυστυχής Λυκούργος ατύχησε στον αγώνα του να περισώσει το κύρος του, αφού ο νέος θεός είχε πανίσχυρους προστάτες, ανάμεσα στους οποίους και τον νεφεληγερέτη και κεραυνοκάτοχο και χρήστη Δία.

Αλλά νομίζουμε ότι, πέρα από τη στήριξη των πανίσχυρων θεοτήτων, ο δυστυχής Λυκούργος δεν είχε αντιληφθεί καλά το νέο πνεύμα που εισερχόταν στην επικράτειά του. Ο νέος θεός έθεσε υπό την προστασία του την άμπελο, βασικό στοιχείο των ακρατοποτών Θρακών, οι οποίοι με ευχαρίστηση γεύονταν το «αίμα» του νέου θεού με τη συνοδεία άρτου. Κι ακόμη το νέο δώρο του εισβολέα θεού, τούς γεννούσε τη χαρά, την αισιοδοξία, τη διασκέδαση, την απώλεια ή και τον μετριασμό των ποικίλων και δύσκολων προβλημάτων, τα οποία ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζουν, παρά την αλματώδη βοήθεια της μηχανικής και της χημείας οι καταπονούντες και καταπονούμενοι από τη μητέρα γη, την οποία αντιμάχονται σφοδρά οι εκάστοτε καιρικές συνθήκες.

Η αναφορά μας όμως το θεό της αισιοδοξίας και του κεφιού δεν τελείωσε εδώ. Θα συνεχίσουμε.