ΑΡΘΡΟ
Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά
ATPL
AIRLINE PILOT
B737NG AIRBUS 320
Η γεωπολιτική της Τουρκιάς (Μέρος Β’)
(συνέχεια από το προηγούμενο)
Έχει υπάρξει μια ενδιαφέρουσα ακολουθία γεγονότων το τελευταίο χρονικό διάστημα με επίκεντρο την Αθήνα για όσα διακυβεύονται στα ταραγμένα ενεργειακά νερά της Ανατολικής Μεσογείου.
Πρώτο γεγονός: Ο Αμερικανός πρέσβης Τζέφρι Πάιατ δηλώνει εκφράζοντας την επίσημη «νομική» θέση των ΗΠΑ επί του κειμένου της Συμφωνίας Άγκυρας-Τρίπολης ότι «τα κατοικημένα νησιά έχουν ίσα δικαιώματα με το ηπειρωτικό έδαφος».
Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει ότι η Κρήτη, η Ρόδος, η Κάρπαθος, η Κάσος κλπ δικαιούνται θαλάσσιων ζωνών και υφαλοκρηπίδας. Πρακτικά οι ΗΠΑ εμφανίζονται να αδειάζουν «νομικά» την Τουρκία και τους ισχυρισμούς της για τη δήθεν νομιμότητα της συμφωνίας της με την κυβέρνηση της Τρίπολης.
Ο κ. Πάιατ προσθέτει μάλιστα σε ότι αφορά την Ανατολική Μεσόγειο ότι ο ενεργειακός πλούτος της είναι «κινητήριος μοχλός νέων πλαισίων συνεργασίας» και κάνει αναφορά στο σχήμα «3+1» (Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ΗΠΑ) αναδεικνύοντας τη στρατηγική σημασία της βάσης της Σούδας, δηλαδή της Κρήτης.
Μέχρις εδώ και μετά την άφιξη της Επιστολής του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών Κ. Πομπέου, όλα δημιουργούν την εντύπωση πως η Ελλάδα έχει πετύχει μια διπλωματική νίκη έναντι της Τουρκίας.
Ωστόσο υπάρχουν ορισμένες ακόμα λεπτομέρειες που χρήζουν προσοχής. Οι ΗΠΑ αδειάζουν νομικά την Τουρκία για τη συμφωνία της με την Λιβύη, ή ακριβέστερα με την απονομιμοποιημένη κυβέρνηση της Τρίπολης. Σε πολιτικό επίπεδο όμως, όπως έδειξε και η παρέμβαση του Πάιατ καλούν σε διάλογο Τουρκία, Ελλάδα και Αίγυπτο για τις θαλάσσιες ζώνες στην Ανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα πιέζουν με την προώθηση του East Med. Πόσο τυχαίο είναι το γεγονός ότι ο Νίκος Δένδιας έκανε προσπάθεια επαναπροσέγγισης με την Ιταλία η οποία το προηγούμενο διάστημα έδειχνε να υπαναχωρεί από τη συμμετοχή της σε αυτό τον ενεργειακό σχεδιασμό;
Το μήνυμα των Αμερικανών προς την Άγκυρα σαφές: Είναι αναγκαία γεωπολιτικά και στρατιωτικά για τα συμφέροντα των ΗΠΑ η Κρήτη και λόγω της Σούδας. Στην πραγματικότητα οι Αμερικανοί θέτουν και τα όρια μέσα στα οποία μπορεί να ελίσσεται η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Εξορύξεις χωρίς την Τουρκία δεν γίνονται
Το σημαντικότερο όμως που βάζει στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου , είναι η «αυταπάτη όλου του πολιτικού συστήματος» ότι η Τουρκία και οι ΗΠΑ βρίσκονται σε «τροχιά στρατηγικής σύγκρουσης».
«Είναι μεγάλη η γεωπολιτική βαρύτητα της Τουρκίας -μη ξεχνάμε ότι είναι και μέλος του ΝΑΤΟ- για να την κάνουν έτσι απλά “στην άκρη” οι ΗΠΑ. Η στρατηγική διαμόρφωσης αξόνων για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής είναι αναχρονιστική και δεν μπορεί να προχωρήσει». «Να πάει κανείς σε εξορύξεις στην Ανατολική Μεσόγειο με την Τουρκία απέναντι, δεν γίνεται. Είναι αυταπάτη να το πιστεύει κανείς αυτό -ή μάλλον όταν το ισχυρίζεται, απλώς ψεύδεται. Αντίθετα, πρέπει να εργαστούμε για να αναγκάσουμε την Τουρκία να ενταχθεί σε μια νέα γεωπολιτική δυναμική στην Ανατολική Μεσόγειο».
Το Αιγαίο ωστόσο το διαχωρίζει από την υπόλοιπη Ανατολική Μεσόγειο και το βγάζει εκτός κάδρου ή και κάτω από το χαλί τονίζοντας ότι θα ήταν λάθος να γίνουν εξορύξεις.
Αν κανείς βάλει όλα τα παραπάνω σε μια σειρά θα μπορούσε να οδηγηθεί στο συμπέρασμα πως φαίνεται να ωριμάζει –έστω και με διαφορετικές ταχύτητες- η αντίληψη στην Αθήνα και το πολιτικό σύστημα για μια επανατοποθέτηση της σχέσης της με την Άγκυρα στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν θα ήταν εκτός πραγματικότητας όποιος κάνει σκέψεις για «συνεκμετάλλευση».
Μια προσεκτική ανάγνωση των δηλώσεων Πάιατ και το γεγονός ότι οι Αμερικανοί θεωρούν την Ελλάδα «γεωπολιτικό μεντεσέ», αλλά δεν μπορούν να κάνουν «έτσι απλά στην άκρη» την Τουρκία οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα.
Μια οξυδερκής γεωπολιτική ανάλυση του Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου το 1984 Γιώργου Κοντογιώργη, που περιέχεται στο βιβλίο του «Πολιτικό Σύστημα και Πολιτική», προείδε τον γεωπολιτικό-γεωστρατηγικό σχεδιασμό της Τουρκίας και προδιέγραψε την πορεία των πραγμάτων μέχρι και σήμερα, όπου η Ελλάδα και η Κύπρος, μέσω της επιλογής της πολιτικής κατευνασμού, δορυφοροποιούνται από την Τουρκία και διαμορφώνεται ένα είδος «δορυφορικής συμπληρωματικότητας», με κύριο γνώρισμα τη συνεταιρική συμμέτοχη της γειτονικής χώρας στα πράγματα της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και στον ορυκτό τους πλούτο.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Κοντογιώργης, το γεωπολιτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία συνίσταται στο γεγονός ότι «οποίος ελέγχει το Αιγαίο, μπορεί άνετα να απειλήσει τη Δυτική Μ. Ασία, ενώ η, ακώλυτη παρουσία της Ελλάδας στην Κύπρο, της εξασφαλίζει επιθετική πρόσβαση στην Κεντρική και Ανατολική Τουρκία». Κατά συνέπεια το αμυντικό πρόβλημα της Ελλάδας διέρχεται απευθείας από τον έλεγχο της Κύπρου.
Τον άξονα Ελλάδας – Κύπρου έπληξε η Τουρκία με επιτυχία το 1974 με την εισβολή και κατοχή της Βόρειας Κύπρου, ως εγγυήτρια δύναμη, τη στιγμή που η άλλη εγγυήτρια δύναμη, η Ελλάδα, κυβερνιόταν στον μεν 1ο Αττίλα από τη Χούντα του Ιωαννίδη και στον 2ο Αττίλα από την κυβέρνηση Καραμανλή, που διατύπωσε το περίφημο «Η Κύπρος κείται μακράν».
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής «το σχέδιο Ατσεσον ή η ομοσπονδιακή πρόταση του Ισμέτ Ινονού στόχευαν απλώς στη δορυφοροποίηση της Κύπρου υπό τη σκιά της τουρκικής δυναστείας. Πράγμα που επιτεύχθηκε στην εντέλεια με την εισβολή του Αττίλα».
Συνεχίζοντας ο κ. Κοντογιώργης αναφέρει ότι «η ίδια σταθερά στις επιδιώξεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής ισχύει στο Αιγαίο. Στόχος και εδώ είναι η διαμόρφωση ενός είδους συμμετοχής σχέσης (ο περίφημος συνεταιρισμός στον “ορυκτό” πλούτο του Αιγαίου, η διεκδίκηση της αμυντικής ευθύνης της περιοχής αυτής κτλ.) η οποία θα της εξασφαλίζει συγχρόνως ένα δικαίωμα και μια δυνατότητα παρέμβασης στην ευρύτερη πολιτική της Ελλάδας. Μια συμμετοχική σχέση, επομένως, που μακροχρόνια μόνο θα αποτρέπει κάθε αμφισβήτηση της ηγετικής της θέσης στην περιοχή, αλλά και θα κατοχυρώνει τη “φινλανδοποίηση” της Ελλάδας». Κάθε αμφισβήτηση, εκ μέρους της, θα εισάγει άμεσα το πρόβλημα του εδαφικού της ακρωτηριασμού.
Τελειώνοντας , ο κ. Κοντογιώργης αναφέρει προφητικά ότι «τόσο η ΕΣΣΔ (τότε) όσο και οι ΗΠΑ συγκλίνουν στη διατήρηση ενός καθεστώτος ειρήνης στην περιοχή, που θα απέτρεπε τη μετακίνηση της έντασης από τη Μέση Ανατολή προς Βορράν στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ και στο υπογάστριο του ανατολικού συνασπισμού. Για την Κύπρο αυτό σημαίνει τη διαιώνιση της τουρκικής κατοχής ή το λιγότερο μια μορφή συνομοσπονδίας που θα συνεταίριζε τους Τουρκοκύπριους και στη νότια Κύπρο. Για το Αιγαίο, τη συντήρηση μιας υποβοσκουσας κρίσης που, αργά ή γρήγορα, η γειτονική χώρα θα επιδιώξει να επωφεληθεί».
Ήδη σήμερα, παρά το γεγονός ότι το 2004 ο ιδιοφυής και πατριώτης Τάσσος Παπαδόπουλος προχώρησε μονομερώς στην ανακήρυξη της ΑΟΖ της Κύπρου (παρά τις αντιρρήσεις των Κ. Σημίτη και Γ. Παπανδρέου και του συνόλου Ελληνικού Πολιτικού Συστήματος), παρά το γεγονός ότι η Αμερική, η Ρωσία και η Ευρωπαϊκή Ένωση την αναγνώρισαν χωρίς κανένα δισταγμό και η Τουρκία έμεινε στη δήλωση ότι δεν αναγνωρίζει την ΑΟΖ της Κύπρου, και τέλος παρά το γεγονός ότι η κίνηση του Τάσσου Παπαδόπουλου δημιούργησε μια de jure και de facto κατοχύρωση της Κυπριακής ΑΟΖ σεβαστή και από την ίδια την Τουρκία για 14 χρόνια, η Τουρκία, αν και εγγυήτρια δύναμη, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, πραγματοποίησε εισβολή στην Κυπριακή ΑΟΖ, δίκην 3ου Αττίλα, και στη διενέργεια γεωτρήσεως εντός αυτής, χωρίς καμία αντίσταση και απολύτως καμία παρουσία στρατιωτικής αντιστάσεως.
Μάλιστα μετά την επιτυχία του εγχειρήματος του πρώτου γεωτρύπανου (Fatih) έστειλε και δεύτερο (Yavuz) στην Κυπριακή ΑΟΖ, προκειμένου να ολοκληρώσει την εκεί εισβολή του πριν κατευθυνθεί στο Καστελόριζο, για την οριστική λύση του ζητήματος του διαμοιρασμού του Αιγαίου.
Το πολιτικό σύστημα, τόσο της Κύπρου όσο και της Ελλάδος, έχοντας στην ουσία υποκύψει στη δορυφοροποίηση από την Τουρκία, αρκούνται στις φραστικές απειλές και στην επίκληση της διεθνούς νομιμότητας, χωρίς να αντιδρούν με προβολή ισχύος, υποκύπτοντας στην de facto εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας, την οποία μάλιστα προαναγγέλλουν επανειλημμένως και επιμόνως.
Πιο συγκεκριμένα ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκος Κοτζιάς, δήλωσε στην ομιλία του στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ότι «δεν πρέπει να είμαστε μοναχοφάηδες, αλλά να έχει και η Τουρκία έσοδα από τον ενεργειακό πλούτο της ανατολικής Μεσογείου», ενώ ο αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος δήλωσε στις 19/3/2019 ότι «στην ανατολική Μεσόγειο έχει η Τουρκία δικαιώματα που της αναγνωρίζει το δίκαιο της θάλασσας που εμείς θέλουμε να διέπει τις μεταξύ μας διαφορές» και ότι «πώς μπορεί κάποιος να αποκλείσει από αυτή την περιοχή την Τουρκία η οποία έχει τόσα χιλιόμετρα ακτή στη Μεσόγειο. Κανείς δεν ισχυρίζεται το αντίθετο από αυτό».
Τέλος ο πρώην Πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, σε άρθρο του στην Καθημερινή στις 9/6/2019 δήλωσε ότι «Ο κίνδυνος επεισοδίων με την Τουρκία θα είναι υπαρκτός, εάν δεν βρούμε λύσεις, όχι πάντα ευχάριστες» και συνεχίζοντας αναφέρει, ως πρωθυπουργός των Ιμίων ότι «δεν αποκλείει νέα Ίμια».
Ήδη, χωρίς να πέσει μια τουφεκιά, το Ελληνικό πολιτικό σύστημα προαναγγέλλει και αποδέχεται de facto την νέα Εθνική Συνθηκολόγηση, και την εκχώρηση Εθνικής Κυριαρχίας στον αμυντικό άξονα Αιγαίου – Κύπρου, και μάλιστα «αμαχητί», όπως σύσσωμο έπραξε πρόσφατα με τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Σε νέο άρθρο που θα ακολουθήσει το παρόν θα αναλύσουμε τη μετάβαση της χώρας από την «Φινλανδοποίηση» στην «Ιμιοποίηση», την οποία επίσης έχει αναλύσει και περιγράψει διεξοδικά ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης.
(συνεχίζεται…)