ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

 

 

 

Σε απόσταση μόλις δυο χιλιομέτρων από το Πυθαγόρειο της Σάμου βρίσκεται ένα έργο αξεπέραστο στην ιστορία της μηχανικής τεχνολογίας αλλά και ένα σημαντικό τεκμήριο του υψηλού επίπεδου της τεχνογνωσίας των αρχαίων Ελλήνων μηχανικών. Πρόκειται φυσικά για το Ευπαλίνειο όρυγμα, μια σήραγγα μήκους 1.036 μέτρων, η οποία κατασκευάστηκε έπειτα από εντολή του τυράννου της Σάμου Πολυκράτη τον 6ο αιώνα π. Χ. και λειτουργούσε για περίπου 1000 χρόνια ως υδραγωγείο!

Το όρυγμα αυτό ήταν «αμφίστομον», όπως το χαρακτήρισε ο Ηρόδοτος, χάρις στον οποίον έγινε ευρέως γνωστό. Η σήραγγα διανοίχτηκε από τα 2 άκρα της ταυτόχρονα και η τελική συνάντηση των 2 τμημάτων κάτω από την κορυφή του βουνού πραγματοποιήθηκε με αξιοθαύμαστη μαθηματική ακρίβεια.

Αν σκεφθεί κανείς, ότι για να ανοιχτούν οι σήραγγες του Μετρό Αθηνών επιστρατεύθηκαν τα πιο σύγχρονα μηχανήματα, σε μια εποχή όπως στα μέσα του 6ου αι. π. Χ. με εργαλεία, που στην εποχή μας μοιάζουν παιχνιδάκια, πόσες εργατοώρες και πόσοι άνθρωποι χρειάστηκαν, για να ανοίξουν το όρυγμα των 1.036 μ. με διαστάσεις 1,80 × 1,80 μ. μέσα στο βουνό;

Ήταν ένα επίτευγμα εξαιρετικά σημαντικό για τα τεχνολογικά δεδομένα της εποχής του, που αποτελεί υπέροχο παράδειγμα εφαρμογής των επιστημών της Γεωμετρίας, της Τοπογραφίας της Γεωδαισίας, αλλά και της Οπτικής στην αρχαία Ελλάδα.

Η κατασκευή του ορύγματος εκτιμάται, ότι διήρκεσε 10 χρόνια. Σχεδιαστής αλλά και Μηχανικός του έργου ήταν ο Ευπαλίνος, γιος του Ναυστρόφου από τα Μέγαρα. Σημειώστε τη μεγάλη συνεργασία μεταξύ των Αρχαιοελληνικών πόλεων!

Μερικά μέτρα κάτω από την κύρια σήραγγα έχει σκαφτεί μια μικρότερη, από την οποία περνούσε το νερό.

Εκτιμάται, ότι ο σκοπός του ορύγματος ήταν όχι μόνο, να μεταφερθεί νερό από την πηγή πίσω από το βουνό προς στην πρωτεύουσα της Σάμου, που τότε ήταν το Πυθαγόρειο, αλλά αυτό να γίνει με τρόπο, που δεν θα ήταν ανιχνεύσιμος από επιδρομείς, οι οποίοι θα μπορούσαν εύκολα, αν έβλεπαν τον επιφανειακό αγωγό, να τον καταστρέψουν και να στερήσουν την πόλη από τον βασικότερο για την επιβίωσή της πόρο. Έτσι από το ευφυές Ευπαλίνειο όρυγμα το νερό οδηγούνταν με ασφάλεια μέσα από το τείχος της πόλης.

Αναφορά στο όρυγμα της Σάμου κάνει στο έργο του ο Ηρόδοτος (Γ, 60). ο οποίος όταν επισκέφτηκε τη Σάμο το ξεχώρισε από όλα τα άλλα θαυμαστά έργα των Σαμίων.

Η σχετική αναφορά του Ηροδότου αποτέλεσε ουσιαστικά και τη μοναδική πληροφορία, που διέθεταν οι Αρχαιολόγοι στα χέρια τους, ώστε να ξεκινήσουν τις έρευνες για την ανακάλυψη του έργου, καθώς το όρυγμα με το πέρασμα των χρόνων και με τη διακοπή της λειτουργίας του Υδραγωγείου, δεν μπορούσε να γίνει εύκολα αντιληπτό από την επιφάνεια. Μπορείτε να μάθετε περισσότερα για το Ευπαλίνειο Όρυγμα βλέποντας σχετικό βίντεο με τίτλο «Τα μαθηματικά υδρεύουν τη Σάμο». Μια ταινία, που δημιούργησαν οι Θ. Τάσιος, ο Ν. Μήκας και ο Γ. Πολύζος της Εταιρείας Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας (ΕΜΑΕΤ).

Το Ευπαλίνειο όρυγμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα τεχνικά έργα της Αρχαίας Ελλάδας. Περιλαμβάνει μία σήραγγα μήκους 1036 μέτρων, που βρίσκεται κοντά στο σημερινό Πυθαγόρειο της νήσου Σάμου. Μαζί με τον ευρύτερο Αρχαιολογικό χώρο του Πυθαγορείου έχει υιοθετηθεί από την UNESCO ως ένα από τα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

Κατασκευάστηκε, προκειμένου να παροχετευθεί το νερό κοντινής πηγής στην πόλη, το 530 π.Χ. από τον μηχανικό Ευπαλίνο τον Μεγαρέα και φέρει το όνομά του. Εντοπίστηκε μετά από αναζήτηση και με βάση την περιγραφή του Ηροδότου ο οποίος αναφέρεται στο έργο αυτό και το περιγράφει. Ακόμα και σήμερα αποτελεί άθλο ένα έργο σαν και αυτό, πολύ περισσότερο στην εποχή του με τα μέσα, που είχε στη διάθεσή του ο Ευπαλίνος.

Την εποχή του τυράννου Πολυκράτη στη Σάμο, που ήταν ισχυρό και ναυτιλιακό κέντρο της Ελλάδας, γίνονται τρία μεγάλα έργα. Ένα από αυτά είναι το Υδραγωγείο της πόλης (τα άλλα δύο ήταν ο Ναός της Ήρας και το Λιμάνι της Σάμου). Πρόκειται για σπουδαίο τεχνολογικό κατόρθωμα το οποίο αναφέρεται στα γραπτά, που μας άφησε ο Ηρόδοτος. Με βάση αυτά τα κείμενα έγινε δυνατή η ανακάλυψή του και η ανασκαφή του.

Δεν υπάρχει άλλη γραπτή πηγή από κανέναν άλλο για το έργο αυτό και πιθανώς δεν θα εντοπιζόταν ποτέ λόγω των ολοκληρωτικών προσχώσεών του αν δεν υπήρχε η αναφορά του Ηρόδοτου. Ακολουθώντας την περιγραφή του Ηρόδοτου το 1853, ο Γάλλος αρχαιολόγος Victor Guerin πήγε στο νησί προς αναζήτηση του ορύγματος. Εντόπισε την πηγή και την αρχή του αγωγού αλλά δεν έφτασε στο όρυγμα. Στη συνέχεια έγιναν περισσότερες έρευνες έως ότου το 1882 ένας μοναχός αποκάλυψε το όρυγμα και έγινε μια προσπάθεια επαναλειτουργίας του αγωγού.

Επειδή όμως ήταν πολύ δύσκολο να καθαριστεί, ο αγωγός εγκαταλείφθηκε. Το 1884 ο Γερμανός αρχαιολόγος Ernst Fabricius ερευνά το όρυγμα όσο ήταν δυνατό εκείνη την εποχή και σημειώνει την θέση του σε έναν χάρτη του Βρετανικού Ναυαρχείου. Ο Ulf Jantzen, διευθυντής του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αθήνας, θέλησε να συνεχίσει το έργο του Fabricius 90 χρόνια αργότερα, έτσι το 1971 ξεκίνησαν οι ανασκαφές που διήρκεσαν περισσότερο από δύο χρόνια. Μετά τον καθαρισμό η μελέτη του έργου ανατέθηκε στον Γερμανό αρχαιολόγο Hermann Kienast που δημοσίευσε τα συμπεράσματά του το έτος 1995.

Το όρυγμα αποτελούσε το σημαντικότερο τμήμα του έργου ύδρευσης της πόλης. Κατασκευάστηκε το 530 π.Χ. και, σύμφωνα πάντα με την αναφορά του Ηρόδοτου, μηχανικός του έργου ήταν ο Ευπαλίνος από τα Μέγαρα, γιος του Ναυστρόφου. Στις γραπτές πηγές αναφέρεται, ότι μεταξύ των 56 μαθητών του Πυθαγόρα, όσο ζούσε ακόμα στη Σάμο, ήταν και κάποιος Ευπαλίνος. Με το δεδομένο ότι το όνομα αυτό δεν ήταν πολύ διαδεδομένο, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Ευπαλίνος ήταν ήδη στη Σάμο μαθητής του Πυθαγόρα, όταν του ανατέθηκε το έργο. Συνεπώς είναι πολύ πιθανό να τον βοήθησε και να τον ενέπνευσε για τη δύσκολη κατασκευή ο μεγάλος φιλόσοφος και δάσκαλός του.

 

Περιγραφή του έργου

 

Στόχος του μηχανικού που ανέλαβε το έργο, του Ευπαλίνου, ήταν να δημιουργήσει μια σήραγγα διαμέσου του όρους Άμπελος, ώστε να υδροδοτήσει την πόλη της Σάμου, που σήμερα ονομάζεται Πυθαγόρειο. Η πηγή των Αγιάδων βρίσκεται πίσω από το όρος Άμπελος στα βορειοδυτικά της πόλης. Είχε παροχή 400 κ. μέτρων την ημέρα και είναι διαμορφωμένη από την αρχαιότητα, ώστε το νερό να αναβλύζει μέσα από το φυσικό βράχο. Είχε σκεπαστεί ώστε να μην εντοπίζεται και το υψόμετρο της στάθμης της ήταν στα 52 μέτρα. Ο μηχανικός του έργου έπρεπε να καταφέρει, ώστε να τροφοδοτείται η πόλη από το νερό της πηγής των Αγιάδων, ο αγωγός να είναι υπόγειος, διαμέσου του βουνού, με επισκέψιμα τα τμήματά του, ώστε να μην είναι εντοπίσιμη η παροχή από τυχόν εχθρούς και το στόμιο που εκβάλλει στην πόλη, να βρίσκεται εντός των τειχών και σε υψόμετρο, που να εξασφαλίζει την αβίαστη παροχή σε όλη την πόλη.

Οι πιθανές διαδρομές του αγωγού ήταν περιμετρικά του βουνού, με επιφανειακή τάφρο, ή υπόγεια, κάτω από το βουνό με σήραγγα. Ο Ευπαλίνος διάλεξε τη δεύτερη λύση.

Στη λύση αυτή τον οδήγησε το γεγονός ότι, αν ακολουθούσε την πρώτη, τότε, λόγω του συνολικού μήκους του αγωγού και της υδραυλικής κλίσης, το νερό θα έφτανε μέσα στην πόλη με χαμηλότερο υψόμετρο και θα είχε προβλήματα στη παραπέρα ροή προς υδροδότηση. Οι λόγοι που οδήγησαν στην κατασκευή του ήταν η λειψυδρία, η αδυναμία ικανοποίησης αναγκών σε νερό από πηγάδια και η εξασφάλιση της παροχής νερού σε περίπτωση πολιορκίας.

(συνεχίζεται…)