ΑΡΘΡΟ
Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά
ATPL
AIRLINE PILOT
B737NG AIRBUS 320
- Ο πιο ταπεινός πολιτικός ηγέτης των καιρών μας
- Μια ιστορία που δεν θα ζήλευε κανένας από τους αξιωματούχους καριέρας, καρέκλας και καλής πολιτικής μάσας
Το σλόγκαν καραμέλα όλων των πολιτικών αποχρώσεων ήταν ότι η Βασιλεία έκτος όσων την καταμαρτυρούσαν ήταν και πολυέξοδη, ήρθε λοιπόν η αντικαταστάτης της, η Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας, η οποία είναι ακόμη πιο πολυέξοδη και προκλητική συνεπικουρίας του δόγματος της σπατάλης και του «ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΤΑ ΦΑΓΑΜΕ». ΜΕ ΤΙΣ ΥΓΙΕΣ ΣΑΣ.
Ο σεβασμός στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα είναι αυτονόητος. Όσο αυτονόητα θεωρούνται η υποταγή και ο σεβασμός στο δημόσιο συμφέρον από τον πρώτο πολίτη της χώρας μέχρι τον τελευταίο. Το συμφέρον αυτό προτάσσεται έναντι όλων των άλλων και υπηρετείται έμπρακτα πολύ περισσότερο σε περιόδους δύσκολες για τον τόπο, όπως η σημερινή.
Υπ’ αυτή την έννοια, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι συν αυτώ υπάλληλοι και λοιποί ακόλουθοι όφειλαν να ευθυγραμμιστούν πρώτοι με τις ανάγκες και τις επιταγές των καιρών. Διαβάστε και αξιολογήστε μόνοι σας τις αμοιβές και τα προνόμιά τους έναντι όλων των άλλων Ελλήνων πολιτών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέθεσε, την 13η Σεπτεμβρίου 2018 στην Βουλή τα έξοδα, δαπάνες που περιέχονταν στις δαπάνες της Προεδρίας της Δημοκρατίας για το οικονομικό έτος 2018. Δηλαδή, οι αποδοχές και τα έξοδα παράστασης του Πρόεδρου της Δημοκρατίας, οι αμοιβές των πολιτικών και στρατιωτικών υπαλλήλων, τα έξοδα μετακίνησης, διατροφής, ιματισμού, εστίασης και άθλησης, κ.τ.λ.. Τα νούμερα είναι δυσθεώρητα. Σοκάρουν και προκαλούν το περί δικαίου αίσθημα.
Επειδή δεν τα τρώμε «όλοι μαζί».
Σε αντιδιάσταση έχω την πνευματική απόλαυση να σας γνωρίσω έναν πλούσιο σε αρχές, πνεύμα, αξιοπρέπεια, όχι πλασματική ηθική, ευρύτητα πνεύματος, Πρόεδρο της Δημοκρατίας που είναι παράδειγμα προς αποφυγή σε κάθε αξιωματούχο της Πολιτικής.
Ο πιο ταπεινός πολιτικός ηγέτης των καιρών μας
Μια ιστορία που δεν θα ζήλευε κανένας από τους αξιωματούχους καριέρας
Ως «πιο φτωχό ηγέτη του πλανήτη» τον προλόγιζαν τα ειδησεογραφικά δίκτυα της οικουμένης στα 5 χρόνια που έμεινε στο ύπατο αξίωμα της χώρας του.
Και ήταν μια από αυτές τις φορές που κάθε λέξη κυριολεκτούσε. Ο Πρόεδρος δώριζε το 90% της αμοιβής του στους φτωχούς, τους ακόμα φτωχότερους δηλαδή από τον ίδιο, ώστε να αμείβεται με τον μέσο μισθό του πολίτη.
Δεν εγκαταστάθηκε ποτέ στο Προεδρικό Μέγαρο, προτιμώντας να παραμένει στο καλυβάκι του με τα ελενίτ στα περίχωρα της πόλης. Μέσα στις λάσπες, σε αυτό το κομματάκι γης που καλλιεργούσε πάντα με τα χέρια του τα λατρεμένα του χρυσάνθεμα με το ίδιο τρακτέρ, σαν και άλλοτε.
Δεν είχε φρουρούς. Δεν φορούσε κοστούμια. Δεν κυκλοφορούσε με την προεδρική λιμουζίνα, παρά με το σαραβαλάκι του, έναν «Σκαραβαίο» του 1987. Με σταθερό συνοδηγό τη σκυλίτσα του. Δεν είχε τίποτα από αυτά που έχουν οι πολιτικοί ηγέτες του κόσμου. Γιατί δεν τα ήθελε. Γιατί δεν τα πίστευε. Γιατί τα σιχαινόταν.
Ο λόγος για τον 40ό πρόεδρο της Ουρουγουάης, τον άνθρωπο που η πολιτική ήταν γι’ αυτόν κάτι πολύ πιο ιερό, πολύ πιο μεγάλο και από το ύπατο κοινοβουλευτικό αξίωμα ακόμα.
Αντάρτης ήταν άλλωστε ο πρώην Πρόεδρος Χοσέ Μουχίκα, ηγέτης άλλοτε των Τουπαμάρος, και ήξερε στο πετσί του τι σημαίνουν αγώνες και διεκδικήσεις. Δώδεκα ολόκληρα χρόνια έμεινε φυλακισμένος από τη χούντα και υπέστη φριχτά βασανιστήρια.
Δεινά που δεν ξέχασε όταν εκλέχτηκε Πρόεδρος το 2010 και ανάγκασε όλο τον πλανήτη να υποκλιθεί στην ταπεινότητά του. Αλλά και το όραμά του. Και τις γενναίες μεταρρυθμίσεις που σταθεροποίησαν την εθνική οικονομία.
Ο Μουχίκα ποτέ δεν ένιωσε εξάλλου φτωχός, αυτά ήταν λόγια των δημοσιογράφων, συνήθιζε να παραπονιέται: «Φτωχός δεν είναι αυτός που έχει λίγα, αλλά αυτός που χρειάζεται περισσότερα». Έλα όμως που και ο λαός του τον αποκαλούσε «Φτωχότερο Πρόεδρο» (El Presidente mas pobre)!
Θα ήταν πράγματι κρίμα να εξαντληθούν οι αναφορές για τον «Ελ Πέπε» στο πόσο λυσσαλέα αρνιόταν πολυτέλειες και προνόμια. Γιατί αυτός ήταν ένας από τους πιο χαρισματικούς πολιτικούς της Λατινικής Αμερικής των τελευταίων δεκαετιών. Ένας άνθρωπος απλός που εκλέχτηκε για να κάνει αυτά που πρέσβευε από τα μικράτα του.
Και τα έκανε. Δεν άφησε καμία εξουσία να τον διαβρώσει. Δεν άφησε κανένα πρωτόκολλο να του αλλάξει τον τρόπο της ζωής του. Και αποθεώθηκε. Από νέους και γέρους. Με ένα ρηξικέλευθο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που έβαλε στο κέντρο τον άνθρωπο. Και σημείωνε άλλοτε έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ παγκοσμίως!
Στα 84 του αισίως, ο «Πέπε» παραμένει ένας τελείως ιδιοσυγκρασιακός άνθρωπος, μια από αυτές τις προσωπικότητες που γίνονται μεγαλύτερες και από τη ζωή την ίδια. Ή, σωστότερα, όπως τον αποκάλεσε και ο Κουστουρίτσα στο ντοκιμαντέρ που έκανε για αυτόν το 2018: «Ο τελευταίος ήρωας».
Όταν παραιτήθηκε τον Αύγουστο το 2018 από Βουλευτής, καθώς μεγάλωσε πια και δεν μπορούσε να ασκεί τα καθήκοντά του όπως θα ήθελε, χτύπησε για μια τελευταία φορά. Και χτύπησε ξανά δυνατά. Αρνήθηκε να πάρει βουλευτική σύνταξη!
Πέπε ο αντάρτης
Πέπε τον φώναζαν οι συναγωνιστές του στους Τουπαμάρος, Πέπε και οι σύντροφοι στη μία δεκαετία και βάλε της φυλακής. Και ως Πέπε θα τον μάθαιναν αναγκαστικά και οι πλατιές μάζες, πρώτα ως επαναστάτη, μετά ως πολιτικό, μετά ως Υπουργό και ως Πρόεδρο τελικά. Μόνο που εκείνος ήταν πάντα αγρότης!
Γεννημένος τον Μάιο του 1935 σε μια φτωχή αγροτική οικογένεια, ο μικροκαλλιεργητής πατέρας του, Βάσκος στην καταγωγή, πρόλαβε να πτωχεύσει πριν κλείσει πρόωρα τα μάτια του το 1940. Μεγάλωσε λοιπόν με τη μαμά του και τους ιταλούς εμιγκρέδες παππούδες του μέσα στα χωράφια, βγάζοντας μία-μία τις μέρες.
Από παιδί ιδεαλιστής και αγωνιστής και πολιτικά ενεργός από την εφηβεία του, πήρε μέρος στο αγροτικό κίνημα και τις αριστερές ιδέες, προσχωρώντας στα μέσα της δεκαετίας του 1960 στο νεόκοπο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των Τουπαμάρος, τη μετεξέλιξη επαναστατικών αγροτικών και εργατικών ενώσεων σε αντάρτικο πόλης. Κατά τα πρότυπα της Κουβανικής Επανάστασης.
Ήταν μάλιστα ο ηγέτης ενός εκ των 6 στρατιωτικών βραχιόνων του κινήματος και ο αντάρτης που μπήκε πρώτος το 1969 στο Πάντο, κατά τη βραχύβια κατάληψη της πόλης δίπλα στο Μοντεβιδέο.
Τον Μάρτιο της επόμενης χρονιάς λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του σε μπαρ του Μοντεβιδέο, σε ενέδρα της αστυνομίας. Έφαγε έξι σφαίρες, τραυμάτισε δύο αστυνομικούς και σώθηκε ως εκ θαύματος από τον χειρουργό βάρδιας του νοσοκομείου. Είπαν πως ήταν Τουπαμάρος ο γιατρός. Δεν ήταν. Ήταν απλώς γιατρός.
Ο πρόεδρος Χόρχε Πατσέκο, που είχε ήδη αρχίσει από το 1968 να περιορίζει δραστικά τις συνταγματικές ελευθερίες, απάντησε κηρύσσοντας τη χώρα σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Το κυνήγι των επαναστατών ήταν λυσσαλέο.
Ο Μουχίκα έπεσε στα χέρια του καθεστώτος 4 διαφορετικές φορές, αρχής γενομένης από το 1971. Και τις δύο από αυτές το έσκασε από τη φυλακή. Στα σίδερα τον βρήκε το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1973, που τον κήρυξε εχθρό του καθεστώτος και τον έβαλε στην απομόνωση.
Νόμιζαν πως θα τον σπάσουν. Το μόνο που έκαναν ήταν να ατσαλώσουν τη θέλησή του. «Κοιμόμουν επί χρόνια στο πάτωμα της φυλακής και τις νύχτες που είχα στρώμα ήμουν ευτυχής. Επέζησα με το τίποτα. Γι’ αυτό και άρχισα να εκτιμώ τα μικρά πράγματα στη ζωή και τα όρια των πραγμάτων. Αν αφιερωθώ στην ευμάρεια, θα πρέπει να περάσω ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου στη συντήρησή της».
Δώδεκα χρόνια ψυχολογικών και σωματικών βασανιστηρίων αργότερα, έπρεπε να περιμένει την παλινόρθωση της δημοκρατίας το 1985 και τη γενική αμνηστία για να βγει ο σύντροφος Πέπε από τη φυλακή. Με παλιούς αγωνιστές από τις τάξεις των Τουπαμάρος έφτιαξαν ένα αριστερό κόμμα (Κίνημα για τη Λαϊκή Συμμετοχή) και συνασπίστηκαν με εργατικές και αγροτικές οργανώσεις στον αριστερό ενωτικό συνασπισμό Διευρυμένο Μέτωπο.
Εκλέχτηκε Βουλευτής το 1994 και Γερουσιαστής το 1999. Χαρισματικός και με όραμα, γινόταν συνεχώς δημοφιλέστερος. Τόσο δημοφιλής που το 2004 απέσπασε τις περισσότερες ψήφους από κάθε άλλο υποψήφιο Γερουσιαστή. Επανεκλέχτηκε πανηγυρικά…
(συνεχίζεται…)