ΑΡΘΡΟ

Της Δήμητρας Ευθυμιάδου

Προπτυχιακής φοιτήτριας του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.

 

Προ ολίγων ημερών, έλαβαν χώρα στην γείτονα, πλέον, Βόρεια Μακεδονία, οι βουλευτικές εκλογές, οι οποίες ήταν αρχικώς προγραμματισμένες για τις 12 Απριλίου 2020. Η ημερομηνία μεταφέρθηκε λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού και έπειτα από πολλές συζητήσεις ορίστηκε η 15η Ιουλίου, ως ημέρα διεξαγωγής των εκλογών, παρότι στη γείτονα χώρα καταγράφεται αύξηση στα κρούσματα.

Η έκβαση των εκλογικών αποτελεσμάτων ήταν αμφίβολη, καθώς στο πολιτικό σκηνικό της χώρας επικρατούσε μια αναταραχή, η οποία δεν άφηνε περιθώρια για σίγουρες και ασφαλείς προβλέψεις. Πράγματι, τα εκλογικά ποσοστά επιβεβαίωσαν την ρευστότητα των αποτελεσμάτων, αφού το κυβερνών Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SDSM) του Ζόραν Ζάεφ αναδείχτηκε πρώτο, αλλά με ισχνή διαφορά. Πιο συγκεκριμένα, το κόμμα του Ζάεφ συγκέντρωσε ποσοστό 35,85% καταλαμβάνοντας 46 έδρες, έναντι του ποσοστού 34,51% με 44 έδρες, που συγκέντρωσε το δεξιό αντιπολιτευόμενο κόμμα VMRO-DPMNE του Χρίστιαν Μίτσκοσκι.

Επιπλέον, το συγκυβερνών αλβανικό κόμμα DUI, του Αλί Αχμέτι συγκέντρωσε ποσοστό 11,70%, δηλαδή 15 έδρες, με τον αρχηγό του να δηλώνει ότι «ο αετός επέστρεψε στη φωλιά του», προοικονομώντας τις τυχόν μαξιμαλιστικές απαιτήσεις των Αλβανών της Βόρειας Μακεδονίας. Το αντιπολιτευόμενο αλβανικό κόμμα «Συμμαχία για τους Αλβανούς» έλαβε 12 έδρες, το επίσης αλβανικό DPA 1 έδρα, ενώ για πρώτη φορά μπήκε στην Βουλή ακροαριστερό εθνικιστικό κόμμα, καταλαμβάνοντας 2 έδρες. Αξίζει φυσικά να σημειωθεί, ότι το σύνολο των εδρών της Βουλής της Βόρειας Μακεδονίας είναι 120 και η συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία δεν ξεπέρασε το 51% των πολιτών.

Ωστόσο, το SDSM του Ζάεφ εξασφάλισε αφενός 46 έδρες (από τις 49 του 2016), αφετέρου, όμως, από αυτές οι 4 ανήκουν στο αλβανικό κόμμα BESA με το οποίο συνασπίστηκε προεκλογικά. Αντίθετα το VMRO του Μίτσκοσκι έλαβε 44 έδρες (από 51 το 2016), αλλά κατέβηκε στις εκλογές χωρίς προεκλογική συνεργασία, καταφέρνοντας όμως να απέχει ελάχιστα από το πρώτο κόμμα, με ποσοστό περίπου 1,4%.

Το πλέον σίγουρο είναι ότι κανένα κόμμα δεν θα καταφέρει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, αφού τα δύο μεγαλύτερα στερούνται της απαραίτητης πλειοψηφίας των εδρών. Το πιθανότερο σενάριο για τον σχηματισμό κυβέρνησης είναι αυτό της κυβέρνησης συνασπισμού, ανάμεσα στο SDSM του Ζάεφ και στο κόμμα της αλβανικής μειονότητας DUI. Το τελευταίο αντιλαμβάνεται πλήρως την πλεονεκτική θέση που κατέχει, ως ρυθμιστής των εξελίξεων, αφού σε αντίθετη περίπτωση κυβέρνηση θα μπορούσε να σχηματιστεί μόνο, εάν ο Ζάεφ κατάφερνε να συνεργαστεί με όλους τους υπόλοιπους, πλην του DUI. Ωστόσο, και σε αυτήν την περίπτωση η πλειοψηφία εδρών θα ήταν οριακή, εκτός του ότι το συγκεκριμένο εγχείρημα θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο, σχεδόν αδύνατο.

Σημειώνεται επίσης, ότι στην γείτονα, η συμμετοχή ενός αλβανικού κόμματος στην εκάστοτε κυβέρνηση στοχεύει στη διατήρηση της σταθερότητας έναντι των εύθραυστων διεθνοτικών ισορροπιών στη χώρα. Το DUI είναι το βασικό αλβανικό κόμμα που συμμετέχει σχεδόν σε όλες τις κυβερνήσεις συνασπισμού στη χώρα τα τελευταία 18 χρόνια, με εξαίρεση την περίοδο 2006-2008. Το DUΙ πέτυχε πολλές από τις διεκδικήσεις του το 2016, όταν ο Ζάεφ απέρριψε την πρόταση του Γκρούεφσκι, για κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού, και επέλεξε να συνεργαστεί με το πρώτο. Για να σταθεροποιήσει λοιπόν την συγκεκριμένη απόφαση, προχώρησε σε επιπλέον παραχωρήσεις προς τους Αλβανούς (25% του συνόλου), η χώρα έγινε απολύτως δίγλωσση, οι Αλβανοί ανέλαβαν ηγετικές θέσεις σε Υπουργεία και εξελέγη ο πρώτος Αλβανός Πρόεδρος της Βουλής.

Φυσικά, η συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη και περισσότερο σημαντική, σε σχέση με αυτές των προηγούμενων χρόνων. Τα κύρια ζητήματα, γύρω από τα οποία επικεντρώθηκε το ενδιαφέρον κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αφορούσαν άμεσα το μέλλον της χώρας. Πιο συγκεκριμένα, ένα από τα ζητήματα που απασχόλησε ιδιαίτερα ήταν το κατά πόσο η νέα κυβέρνηση που θα σχηματιστεί, θα είναι πρόθυμη να συνεχίσει την φιλοδυτική πορεία που είχαν εγκαινιάσει ο Ζόραν Ζάεφ και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SDSM). Επιπλέον, δεδομένου ότι το VMRO-DPMNE του Μίτσκοσκι τάσσεται ανοιχτά κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, η περίπτωση επικράτησής του θα σήμαινε, πιθανότατα, την επάνοδο της εθνικιστικής ρητορικής των Σλαβομακεδόνων και κατ’ επέκταση, εάν όχι την επίσημη ακύρωση της Συμφωνίας, τουλάχιστον τον εκφυλισμό της μέσω συνεχών παραβιάσεων των όρων της.

Το παραπάνω, θα έφερνε την Βόρεια Μακεδονία στο χείλος του γκρεμού, καθώς θα απομακρυνόταν ακόμα περισσότερο από την ενταξιακή προοπτική της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Απαραίτητο θεωρείται ακόμα, να σχηματιστεί μια ισχυρή κυβέρνηση, η οποία δεν θα βασίζεται σε ισχνή πλειοψηφία αλλά σε γερά θεμέλια, πράγμα που στην συγκεκριμένη περίπτωση φαντάζει σχεδόν αδύνατο. Άλλωστε, η Ε.Ε. έχει δηλώσει με σαφήνεια, ότι προσβλέπει σε μια σταθερή κυβέρνηση στα Σκόπια, προκειμένου να συνεχιστούν οι ενταξιακές διαδικασίες.

Ωστόσο, γνωρίζοντας πλέον τα αποτελέσματα, διαπιστώνουμε ότι παρά την υποχώρηση της δημοτικότητας του, ο Ζόραν Ζάεφ κατάφερε να επανεκλεγεί, ενώ κατά πάσα πιθανότητα θα καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση και να συνεχίσει απρόσκοπτα την φιλοευρωπαϊκή του πολιτική, η οποία θα εξαρτάται πλέον από τις διαθέσεις και τις απαιτήσεις της Ε.Ε.

 

*Το άρθρο της κ. Ευθυμιάδου δημοσιεύτηκε στο blog PoliticsToday.news.blog