ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ

 

  • Α. Στη γλυπτική

 

Το θέμα της σύνδεσης της λατρείας του θεού Διονύσου με τη χώρα των Ηδωνών είναι τόσο ευρύ, ώστε θα μπορούσε κάποιος να αφιερώσει σ’ αυτόν σειρά ατελείωτων άρθρων. Αρκετά από τα θέματα της σχέσης του Διονύσου με την περιοχή μας τα διαπραγματεύτηκα στο εκτενές βιβλίο μου «Η ΕΜΒΡΥΑΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΚΑΙ Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΗΔΩΝΩΝ».

Κατάλοιπα της λατρείας του συναντάμε και σήμερα σε πολλούς οικισμούς μας (Καλή Βρύση, Μοναστηράκι, Πύργοι, Πετρούσα, Ξηροπόταμος κ.α.), όχι βέβαια με της αρχική τους φιλοσοφία, αλλά ως διαιωνιστικά στοιχεία μιας αρχέγονης παράδοσης, η οποία διατρανώνει τη διαχρονικότητα της ελληνικής παράδοσης.

Βέβαια ήταν μοιραίο ο τεχνολογικός και χημικός πολιτισμός να απομυθοποιήσει τα δρώμενα αυτά, όμως ο λαός μας εξακολουθεί να διατηρεί στο κύτταρό του αντιλήψεις, οι οποίες τον συνόδεψαν για χιλιετηρίδες.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα για μια ακόμη φορά να διατυπώσω την άποψη ότι τα τελούμενα δρώμενα δεν ήταν αποκλειστική επινόηση του Διονύσου, αλλά αρχέγονα παντελώς, συνδεόμενα στενά με την ίδια τη φύση, το κάρπισμά της, την ανάστασή της και τον μοιραίο θάνατό της.

Ο Διόνυσος, θεός εφευρέτης, πατώντας στο υπόστρωμα των δρώμενων, με τη φαντασία που τον διέκρινε και αφουγκραζόμενος τους πόθους του λαού τα διάνθισε με νέα στοιχεία, τα οποία άγγιξαν περισσότερο την ψυχή του λαού και έτσι τα κατέστησε λαοφιλή.

Και ο λαός αποδεχόμενος τις καινοτομίες του, θέλησε να τον απαθανατίσει μετερχόμενος στοιχεία, τα οποία κινούν ακόμη και σήμερα τον θαυμασμό μας, αφού σ’ αυτά αποτυπώνεται η αγάπη προς τον θεό, η ευαισθησία τους, η καλλιτεχνική τους έκφραση, που μαρτυρεί κοπιαστική εργασία, υπομονή, αλλά και η τάση τους για υστεροφημία για όσα με τόσο πάθος δημιούργησαν.

Ας δούμε λοιπόν σε ποιους τομείς της τέχνης εκφράστηκε αυτή τους η αγάπη και η ευαισθησία προς τον θεό της αισιοδοξίας, της διασκέδασης, αλλά και της συμβολής του για την επιβίωσή τους.

α. Ο τομέας της Γλυπτικής

όχι μόνο οι ανασκαφικές έρευνες, αλλά και τυχαία ευρήματα έφεραν στο φως προτομές του θεού και τον προσφιλών Σιληνών του καθώς και ανάγλυφες παραστάσεις, τις οποίες με περισσή αγάπη διέσωσαν φιλάρχαιοι και φιλίστορες.

Τα γλυπτά αυτά είναι τα ακόλουθα:

α. Κεφαλή του Διονύσου από την περιοχή του Καλαμώνα, η οποία φέρει στεφάνι από φύλλα κισσού και ανήκει στον 2ο μ.Χ. αιώνα.

β. Προτομή του θεού από τον Ζυγό Καβάλας

γ. Κεφαλή του θεού πωγωνοφόρου από την Καλλιθέα

δ. Το άνω τμήμα αγάλματος πωγωνοφόρου Διονύσου

ε. Κεφαλή του πωγωνοφόρου θεού από την Καλή Βρύση

στ. Προτομή γενειοφόρου Διονύσου με ταινία στο κεφάλι, στεφάνι από ανθισμένο κισσό και κλήμα με δύο τσαμπιά σταφυλιού, που καλύπτουν τους κροτάφους, η οποία βρέθηκε στην περιοχή Νέα Στενήμαχος Δράμας

ζ. Ανάγλυφη παράσταση πωγωνοφόρου και στεφανωμένου Διονύσου, που βρέθηκε στην Αλιστράτη

η. Ανάγλυφη παράσταση του Διονύσου από παραστάδα της πύλης της Σεμέλης στη Θάσο η Θάσος ήταν μέρος της Ηδωνίδας γης)

θ. Ανάγλυφο Σιληνού, ύψους 2,42 μ. από την πύλη του Σιληνού στη Θάσο με υπερμεγέθη φαλλό

ι. Ανάγλυφη παράσταση σε μικρό μέγεθος της μορφής του Σιληνού από την πύλη του Διός στη Θάσο

ια. Κεφάλι του Σιληνού σε μικρό σχήμα από τη Θάσο

ιβ. Νεανικό κεφάλι του Διονύσου, ύψους 0,62 εκ. από τη Θάσο

ιγ. Κεφάλι του θεού στεφανωμένο με φύλλα κισσού

Άγαλμα του Διονύσου υπήρχε και στην Αμφίπολη την Ηδωνική. Κατά την παράδοση, την εποχή του Διοκλητιανού γιορτάζονταν στην Αμφίπολη τα όργια του Βάκχου. Κατά τον Συναξαριστή της Εκκλησίας μας τιμάται στις 11 Μαΐου η μνήμη του μάρτυρα Μωκίου, ο οποίος μαρτύρησε στο μεγάλο διωγμό των χριστιανών από τον Διοκλητιανό, επειδή έκανε σκόνη μ’ ένα νεύμα του το άγαλμα του θεού Βάκχου, το οποίο ήθελε να αναγκάσει ο άρχοντας της Αμφίπολης τον ιερομάρτυρα Μώκιο να το λατρεύσει.

Αυτές οι προτομές και τα αγάλματα του θεού Διονύσου βρέθηκαν μέσα σήμερα στην Ηδωνίδα γη. Ποιος ξέρει πόσα ακόμα κρύβει στα φιλόστοργα σπλάγχνα της η Ηδωνίδα Αία, αλλά και πόσα κοσμούν τα μουσεία της Ευρώπης ή και πόσα χρησιμοποιήθηκαν στους νεωτέρους χρόνους ως οικοδομικό υλικό ή μεταβλήθηκαν σε ασβεστοκάμινα σε ασβέστη.

Πιστεύουμε ότι το αρχαιολογικό νυστέρι, αν κάποτε καταστεί δυνατό να χρησιμοποιηθεί στην έκταση που πρέπει και σε άλλες εκπλήξεις. Η Ηδωνίδα Αία «φθέγγεται την ελληνικότητά της με μνημεία σωζόμενα, αλλά και αφανή ακόμη». Ας ευχηθούμε ότι θα ισχύσει το τελευταίο. Χρωστάμε σ’ αυτούς που μέσα στο κύτταρό τους κράτησαν ολοζώντανο τον ελληνισμό, τον οποίο, δυστυχώς, εμείς αποστρεφόμεθα σε αντίθεση με τους ξένους.