ΑΡΘΡΟ

Της Δήμητρας Ευθυμιάδου

Πτυχιούχου του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.

 

 

 

Η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν βρίσκεται σε μια καθόλα νευραλγική περιοχή, στην οποία ενώνονται η Νότια Ασία, η Κεντρική Ασία και η Μέση Ανατολή. Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, η αποαποικιοποήση της Ινδίας από την Μεγάλη Βρετανία αποτέλεσε την αφετηρία ενός δύσβατου δρόμου που είχε να διανύσει η συγκεκριμένη περιοχή της ινδικής υποηπείρου.

Μετά την αποχώρηση των Βρετανών, ο εθνοπατέρας της Ινδίας, ο Μαχάτμα Γκάντι, είχε το όραμα της δημιουργίας ενός πολυθρησκευτικού δημοκρατικού κράτους, καθώς σε αυτό θα εμπεριέχονταν τόσο ινδουιστές όσο και μουσουλμάνοι. Το όραμα αυτό αποδείχτηκε κενό γράμμα, καθώς, το 1947, αμέσως μετά την αποχώρηση των Βρετανικών στρατευμάτων η Ινδία διασπάστηκε σε δύο ανεξάρτητες επικράτειες, αυτή της Ινδίας με ινδουιστικό πληθυσμό και αυτή του Πακιστάν (Ανατολικό και Δυτικό) με μουσουλμανικό πληθυσμό. Η διαδικασία της διάσπασης δεν έλαβε χώρα εν μέσω ειρηνικού κλίματος, αντίθετα αποδείχθηκε ιδιαίτερα επίπονη και συνοδεύτηκε από άγρια επεισόδια αιματοχυσίας.

Ως απότοκο των παραπάνω, οι θρησκευτικές διαιρέσεις μετατράπηκαν άρδην σε γεωγραφικές, αποτελούμενες από χαραγμένα σύνορα.

Ωστόσο, η διάσπαση της ινδικής υποηπείρου προχώρησε ένα βήμα παραπάνω το 1971, όταν το Ανατολικό Πακιστάν επαναστάτησε εναντίον της κυριαρχίας του Δυτικού Πακιστάν. Έπειτα από ένα νέο, εξίσου σφοδρό, κύκλο βίαιων γεγονότων, το Ανατολικό Πακιστάν αποσχίστηκε και δημιουργήθηκε το σημερινό Μπαγκλαντές.

Στο πέρασμα των δεκαετιών, έκαναν την εμφάνισή τους πολλές νέες αψιμαχίες μεταξύ Πακιστάν και Ινδίας, ενώ το 2001 έφτασαν ένα βήμα πριν από την έναρξη πολέμου. Οι δύο χώρες ανταγωνίζονται η μια την άλλη για πληθώρα πραγμάτων. Η Ινδία είναι γεωγραφικά, οικονομικά, δημογραφικά και στρατιωτικά σε ανώτερο επίπεδο από το Πακιστάν, το οποίο όμως αποτελεί, κι αυτό, μια πυρηνική δύναμη, καθώς απέκτησε την εξειδικευμένη τεχνολογία παραγωγής πυρηνικών όπλων. Αμφότεροι, λοιπόν, αντιμετωπίζονται με εχθρότητα και καχυποψία, ενώ δεν λείπουν και τα κρίσιμα ζητήματα που τους φέρνουν ακόμα και σήμερα αντιμέτωπους.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει το ζήτημα του Κασμίρ. Το πρόβλημα αυτό έκανε την εμφάνιση του αμέσως μετά τον διαχωρισμό και την ίδρυση των δύο νέων κρατών το 1947. Έκτοτε, διεξήχθησαν δύο πόλεμοι μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν (1965, 1999) για τον έλεγχο του Κασμίρ, ενώ καμία από τις δύο χώρες δεν δέχεται την πρόταση των Ηνωμένων Εθνών για την διενέργεια δημοψηφίσματος, με σκοπό να αποφασίσει ο λαός τι μέλει γενέσθαι για το Κασμίρ, καθώς φοβούνται την πιθανότητα δημιουργίας ενός ανεξάρτητου κρατιδίου.

Την παραπάνω διαμάχη εύκολα θα τη χαρακτήριζε κανείς ως ζήτημα «εθνικού εγωισμού» βασισμένο σε εθνικιστικές βλέψεις κατάκτησης νέων εδαφών. Ωστόσο, αποτελεί και στρατηγικό ζήτημα, με γεωπολιτικό πρόσημο. Όποια από τις δύο χώρες καταφέρει να θέσει υπό την κατοχή της την περιοχή του Κασμίρ θα εξασφαλίσει αφενός ένα μεγαλύτερο εύρος επιλογών εξωτερικής πολιτικής, και αφετέρου θα αποκτήσει τον έλεγχο των υδάτων της περιοχής. Το ζήτημα του ποταμού είναι εξαιρετικά σημαντικό, καθώς ο Ινδός ποταμός πηγάζει από το Θιβέτ και προτού φτάσει στο Πακιστάν, του οποίου και αποτελεί τον κυριότερο φυσικό πόρο και την κυριότερη τροφοδοσία πόσιμου νερού, διασχίζει το Κασμίρ.

Παρά τις σχέσεις του με την Ινδία, που βρίσκονται επί ξηρού ακμής, το Πακιστάν αντιμετωπίζει και σημαντικά εσωτερικά προβλήματα. Καθώς, στο Πακιστάν βρίσκονται πολλά έθνη κάτω από το ίδιο κράτος είναι αμέσως επόμενο να υπάρχει βαθύς διχασμός. Στο κράτος ενυπάρχουν πέντε διακριτές περιοχές, όπου η κάθε μια κατοικείται από μια φυλή με δική της γλώσσα, την Παντζάμπ (60% του γενικού πληθυσμού), το Κασμίρ, τη Σιντ, το Βαλουχιστάν και την περιοχή των Παστούν. Εκτός από τον διαρκή ανταγωνισμό για κυριαρχία, δεν λείπουν και οι συχνές θρησκευτικές εντάσεις. Η έλλειψη ενότητας στο εσωτερικό της χώρας, σε συνδυασμό με τον διχασμό και τις αντιπαλότητες, καθιστούν το Πακιστάν μια εξαιρετικά εύφλεκτη περιοχή.

Κάθε μια από τις μειονότητες του Πακιστάν έχει τις δικές της διεκδικήσεις. Δύο από τα κυριότερα προβλήματα στο εσωτερικό του Πακιστάν σχετίζονται άμεσα με τους Παστούν, που κατοικούν βορειοδυτικά στα σύνορα με το Αφγανιστάν, και με τους Βαλούχους, που κατοικούν στο νότιο γεωγραφικό κομμάτι του Πακιστάν.

Οι Παστούν του Πακιστάν επιδιώκουν την ένωσή τους με την συγγενική φυλή των Παστούν στο Αφγανιστάν ακριβώς πίσω από τα σύνορα. Εκτός του καίριου ζητήματος της απόσχισης, πρέπει να σημειωθεί ότι η φυλή Παστούν των δύο χωρών είναι αυτή απ’ όπου προέρχονται κατά κύριο λόγο οι Ταλιμπάν (εξτρεμιστική οργάνωση). Οι Πακιστανοί Ταλιμπάν είναι φυσική προέκταση του αφγανικού μοντέλου, με ό,τι συνεπάγεται αυτό, και κάνουν ξεκάθαρο με κάθε τρόπο ότι δεν επρόκειτο να δεχτούν καμία άλλη φυλή της χώρας ως ανώτερη δύναμη και εξουσία (στην προκειμένη περίπτωση τους Παντζάμπ, που μιλούν και την επίσημη γλώσσα της χώρας, τα Ουρντού).

Περνώντας στο ακόμα κρισιμότερο ζήτημα του Βαλουχιστάν, πρέπει να σημειωθεί ότι το «Balochistan» είναι η μεγαλύτερη εκ των τεσσάρων επαρχιών του Πακιστάν, με σπουδαία γεωστρατηγική σημασία για τη χώρα, λόγω της ταυτόχρονης γειτνίασης του με το Ιράν, το Αφγανιστάν και της εξόδου που προσφέρει στη θάλασσα. Επιπλέον, τα φυσικά του αποθέματα σε αέριο, ουράνιο, χαλκό καθώς και το χρυσωρυχείο του – το πέμπτο μεγαλύτερο παγκοσμίως- καθιστούν την περιοχή εξαιρετικά σημαντική. Ωστόσο, βιοτικά είναι μια υποανάπτυκτη περιοχή, η οποία έχει αναπτύξει εδώ και πολλές δεκαετίες ένα αποσχιστικό κίνημα, ενώ δεν θέλει καμία σχέση με το Πακιστανικό κράτος. Αυτή είναι και η βασικότερη αιτία του εμφύλιου πόλεμου που λαμβάνει χώρα μεταξύ των δύο. Φυσικά, τα μέσα που χρησιμοποιεί το Πακιστάν για να καταστείλει το αποσχιστικό κίνημα είναι αθέμιτα, καθώς μεθοδικά προβαίνει σε δολοφονίες και λοιπές εγκληματικές και αξιόποινες πράξεις.

Όπως, λοιπόν, μπορεί σχετικά εύκολα κανείς να συμπεράνει, μετά την ανάγνωση των παραπάνω, το Πακιστάν από την ίδρυσή του έως και σήμερα αντιμετωπίζει σωρεία προβλημάτων. Οι εχθρικές τάσεις μεταξύ των φυλών που κατοικούν εντός του Πακιστανικού κράτους είναι μια από τις αιτίες που λειτουργούν ως τροχοπέδη στην οργάνωσή του. Οι αμφίρροπες σχέσεις εξουσίας στο εσωτερικό του, οι κρίσιμοι συσχετισμοί δυνάμεων στο εξωτερικό του και οι εξτρεμιστικές θεοκρατικές αντιλήψεις που επικρατούν εμποδίζουν και θα συνεχίσουν να εμποδίζουν το Πακιστάν να λειτουργήσει, εάν όχι με δημοκρατικές αξίες, τουλάχιστον με έναν ειρηνικό τρόπο.

 

*Το άρθρο της κ. Ευθυμιάδου δημοσιεύτηκε στο blog PoliticsToday.news.blog