ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

ΠΕΡΙΟΔΟΣ 10η

«Ο ασχολούμενος με τα πολιτικά πράγματα έχει χρέος να λέει γυμνή την αλήθεια στον λαό» (Παράφραση λόγου του στρατηγού Μακρυγιάννη)

 

Προβληματίστηκες αρκετά, λαμπρέ μου φίλε Ευάγριε, από προηγούμενο δημοσίευμά μου με τίτλο «ουκ απράγμονα, αλλά αχρείον», φράση που δανείστηκαν από τον πιο αντικειμενικό ιστορικό όχι μόνο της κλασικής αρχαιότητας, αλλά και όλων των εποχών, τον Αλιμούσιο Θουκυδίδη.

Και ο προβληματισμός σου εστιάζεται στην απορία αν πρέπει να ασχολείται κανείς με τα κοινά.

Χωρίς αμφιβολία ασπάζομαι τη θουκυδίδεια ρήση ότι η ενασχόληση με τα κοινά αποτελεί χρέος κάθε πολίτη και η αποχή από αυτά αποτελεί «άχθος αρούρης», όπως με έμφαση τονίζει ο ποιητής των αιώνων, ο θεϊκός Όμηρος, από τα ψιχία της πνευματικής τράπεζας του οποίου σιτίστηκαν οι μεγάλοι τραγικοί της κλασικής αρχαιότητας, κατά την ομολογία του Αισχύλου του Ελευσίνιου.

Ας εξετάσουμε όμως τα πράγματα ξεκινώντας από τη βάση τους. Μολονότι η ενασχόληση με τα πολιτικά πράγματα αποτελεί χρέος του κάθε πολίτη, παρά ταύτα δεν υφίσταται γραπτός νόμος, ο οποίος να υποχρεώνει την ανάμειξη κάθε πολίτη στη διαχείριση και στη λύση των προβλημάτων, τα οποία απασχολούν το κοινωνικό σύνολο.

Επομένως η ανάμειξη στην πολιτική διοίκηση πρέπει να ξεκινάει από το κέλευσμα της ψυχής να εντάσσεται κάποιος στην πολιτική προσφορά.

Όμως αυτό το κέλευσμα θα πρέπει να ελαύνεται από αγαθή πρόθεση μακριά από κάθε υστεροβουλία. Με λίγα λόγια η ενασχόληση με τα κοινά δεν πρέπει να αποβλέπει στην ικανοποίηση κενής φιλοδοξίας, αυτοπροβολής, ενίσχυσης του βαλαντίου και απόκτησης πολυτελούς διαβίωσης.

Ο ασχολούμενος με τα κοινά, καλέ μου φίλε Ευάγριε, και όταν λέμε κοινά δεν εννοούμε μόνο τον αγώνα για είσοδο στο ναό της Δημοκρατίας, που είναι το Κοινοβούλιο, αλλά κάθε δράση, που αποβλέπει στη λύση των προβλημάτων, στην προαγωγή και στη βελτίωση της παρεχόμενης από την Πολιτεία παιδείας, μιας παιδείας, που θα διαμορφώνει πολίτες νομοταγείς, άγρυπνους φρουρούς του ιδρώτα

και του αίματος του λάου, στην καθιέρωση ειρηνικής συμβίωσης, απαλλαγμένης από παρεκτροπές, παθογένειες και συγκρούσεις.

Μη λησμονήσεις ποτέ, καλέ μου φίλε Ευάγριε, ότι ο πολιτικός είναι ο μεγάλος δάσκαλος μιας κοινωνίας, αυτός που θα αγωνίζεται, χωρίς να υπολογίζει μόχθο, κόπωση, απίσχνανση του βαλαντίου του, πικρίες αναπόφευκτες, φθόνο κακόψυχο, και τους απαξιωτές του έργου του.

Είναι εύλογο, λαμπρέ μου φίλε Ευάγριε, ότι στον καθάριο αγώνα, τον οποίο ανέλαβε κάποιος με τη θέλησή του, να συναντήσει σειρήνες, να τον προσεγγίζουν κόλακες, που δεν θα λυπούνται την άφθονη καύση λιβανωτού, που θα μεγαλοποιούν τις αρετές του, θα εγκωμιάζουν ακόμη και την μέτριας απόδοσης προσφορά του. Θα τον εμφανίζουν ως σωτήρα, ως αειφεγγή αστέρα. Και σ’ όλα αυτά θα προβαίνουν, γιατί θα περιμένουν να ωφεληθούν είτε βολευόμενοι ως τρόφιμοι του δημοσίου κορβανά είτε βολεύοντας κάποιον από τον περίγυρό τους χωρίς τις ενδεδειγμένες αρετές, είτε τέλος ικανοποιώντας την αρρωστημένη φιλοδοξία τους ότι διατηρούν αγαθές σχέσεις με τον διαχειριστή της εξουσίας.

Δυστυχώς, καλέ μου φίλε Ευάγριε, δεν είναι λίγοι εκείνοι οι διαχειριστές της πολιτικής ή άλλης εξουσίας, που πέφτουν θύματα ενός τέτοιου εγκλωβισμού. Και όταν αρχίζει σιγά σιγά να τραβιέται το χαλί της εξουσίας κάτω από τα πόδιά τους, τότε οι κόλακες αποστασιοποιούνται αναζητώντας νέο θύμα για να καύσουν και πάλι άφθονο το λιβάνι.

Και δεν είναι λίγοι εκείνοι οι διαχειριστές της εξουσίας οι οποίοι χωρίς περίσκεψη επιτρέπουν να ορθώσουν τείχη γύρω τους οι κόλακες. Όμως σ’ αυτές τις περιπτώσεις η Πολιτεία ατυχεί και περιέρχεται σε δεινή θέση καθιστάμενη χλεύη γειτόνων και μη.

Και για να κλείσω, καλέ μου φίλε Ευάγριε, αυτή τη συζήτηση, υποστηρίζω πως έχουμε απόλυτη ανάγκη από πολιτικούς ρηξικέλευθους, οι οποίοι θα προτάσσουν το καλώς νοούμενο συμφέρον των συμπολιτών τους και όταν ακόμη θα βλέπονται προσωπικά. Ουτοπική θέση. Όμως αληθινή!