ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

  • Μας λείπει η πνευματική δίψα και η αναγνώριση της πνευματικής μας φτώχιας

 

Απομονώνω σήμερα απόσπασμα από ευχετήριο επιστολάριο φίλου εκλεκτού, με τον οποίο πορευόμαστε πάνω από είκοσι χρόνια, προβληματιζόμενοι συνειδητά για όσα συμβαίνουν γύρω μας και που, δυστυχώς, δεν μας δίνουν σημάδια ότι θα φτάσουμε κάποτε στην επιθυμητή πόλη των Ιδεών.

Θα ήμουν άδικος, αν υποστήριζα ότι η νέα γενιά δεν διψάει για παιδεία. Διψάει για έναν κόσμο καλύτερο, όχι βέβαια για έναν κόσμο που μάχεται να εξασφαλίσει την καταστολή της επανάστασης μόνο του στόμαχου, αυτού του βάρβαρου διεκδικητή. Διψάει για μια παιδεία, που θα χτίσει έναν κόσμο ψυχής, ο οποίος θα τροφοδοτείται μόνο από την ειλικρινή αγάπη, αυτή που δίνεται απλόχερα χωρίς την αξίωση της επιστροφής για όσα πρόσφερε, αλλά στεκούμενη αδιάφορη μπροστά σ’ έναν τέτοιο πειρασμό.

Κι αυτή την αγάπη θα μπορέσουν να την προσφέρουν μόνο φωτισμένοι πνευματικοί ηγέτες, που δεν τους αγγίζει η ύλη σε σημείο αυτοσκοπού, αλλά μόνο με στόχο την απλή επιβίωση.

Δυστυχώς, αυτή η μαγιά των φωτισμένων πνευματικών ηγετών φθίνει με γοργό ρυθμό. Και όσοι απομένουν, δέχονται πόλεμο ανηλεή, ώστε να φιμωθούν. Χτυπούν τη γροθιά τους σε ακονισμένες σπάθες και πασχίζουν να θέσουν φραγμό στην ανθρωποφαγία, που, δυστυχώς, παίρνει καθημερινά τέτοιες διαστάσεις, ώστε να αφυδατώνονται οι δυνάμεις τους για να χτίσουν έναν κόσμο αγγελικά πλασμένο, έναν κόσμο που θα μάχεται πάνοπλα για να την κάνει ευτελές έκθεμα της λήθης.

Όμως πόση αξίωση μπορούμε να έχουμε από τον πνευματικό κόσμο για το χτίσιμο μιας κοινωνίας, που θα εδράζεται στο βάθρο της αληθινής αγάπης, όταν αυτός ο κόσμος φυραίνει καθημερινά, αφού το λιγότερο, που εισπράττει είναι ο χαρακτηρισμός του γραφικού;

Αποκαρδιωμένος λοιπόν αυτός ο ευάριθμος κόσμος του πνεύματος αποσύρεται με απογοήτευση και πικρία στα ενδότερα, αρχηστοποιεί την ευεργετική του φαρέτρα, προσφέροντας άφατη ικανοποίηση σ’ όλους εκείνους, που δομούν την κοινωνία σε σαθρά βάθρα, ευτελή και βραχύβια με αδιαμφισβήτητα αποτελέσματα τον πόνο, τη δυστυχία, την αποστασιοποίηση, το μίσος, την εκδικητικότητα, με λίγα λόγια την απανθρωποίηση.

Φτάσαμε στο σημείο, ώστε ο ανθρώπινος πόνος να μας αφήνει αδιάφορους και κλεισμένοι στο καβούκι μας θωρακίζουμε μόνο το σαρκίο μας. όμως συμπεριφερόμενοι εαυτουλικά, φοβούμαι ότι θα ‘ρθει η στιγμή που ούτε και αυτό θα είναι καταφερτό. Και τούτο, γιατί η αυτοθωράκισή μας χωρίς την κοινωνική αυτοθωράκιση μοιάζει με την αναζήτηση προστασίας σε εύθραυστο πύργο, που η άλωσή του γίνεται εύκολο άθυρμα και βραχύβιο πρόφραγμα.

Καιρός λοιπόν, πριν οδηγηθούμε στην θλιβερή αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού, να παύσουμε να παροπλίζουμε την πνευματική γραφίδα, από τη φωνή της οποίας υπάρχει η βεβαιότητα ότι θα περιορίσουμε την απανθρωποίηση.