ΑΡΘΡΟ

Της Δήμητρας Ευθυμιάδου

Προπτυχιακής φοιτήτριας του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.

 

Το τελευταίο χρονικό διάστημα διεξάγεται μια μεγάλη συζήτηση, σχετικά με τις αυταρχικές κινήσεις του Ούγγρου Πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν. Στις 30 Μαρτίου του 2020, το Ουγγρικό κοινοβούλιο ενέκρινε ένα νομοσχέδιο, με το οποίο ενισχύονται περισσότερο, οι ήδη ισχυρές υπερεξουσίες του Πρωθυπουργού της χώρας. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί, ότι η Ουγγρική βουλή αποτελείται κατά τα 2/3 από Βουλευτές του κόμματος Fidesz, δηλαδή αυτό του Ορμπάν. Το προαναφερθέν νομοσχέδιο, στην ψήφιση του οποίου αντιτάχθηκαν οι αντιπολιτεύσεις, παρέχει κοινοβουλευτική εξουσιοδότηση στον Ορμπάν να παρατείνει επ’ αόριστον την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, που κήρυξε η κυβέρνησή του, με αφορμή την εξάπλωση της πανδημίας του κορωνοϊού.

Φυσικά, την κατάσταση αυτή, έσπευσε να εκμεταλλευθεί ο Β. Ορμπάν, προχωρώντας σε πράξεις, που πλήττουν τόσο το κράτος δικαίου, όσο και την κοινωνία των πολιτών. Κάποιες από αυτές τις πράξεις είναι η διακυβέρνηση με διατάγματα, η παύση των συνταγματικών ελέγχων, η απαγόρευση διεξαγωγής εκλογών κ.α. Γίνεται λόγος λοιπόν, για την κορύφωση των αυταρχικών πολιτικών, που ασκεί εδώ και χρόνια ο Ορμπάν, οδηγώντας την Ουγγαρία στους κόλπους μια «ανελεύθερης δημοκρατίας».

Όπως άλλωστε είναι γνωστό, το κόμμα Fidesz ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (Ε.Λ.Κ.), το οποίο αποτελεί τη μεγαλύτερη πολιτική ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου, με κεντροδεξιά ιδεολογία. Στην ίδια Ευρωπαϊκή πολιτική ομάδα εντάσσονται τα περισσότερα φιλελεύθερα, χριστιανοδημοκρατικά και κεντροδεξιά κόμματα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενδεικτικά, κάποια από αυτά είναι το Ελληνικό κεντροδεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας, το Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα, οι Ρεπουμπλικάνοι της Γαλλίας και ο Δημοκρατικός Συναγερμός της Κύπρου.

Οι ηγέτες των κομμάτων, που εντάσσονται στο ΕΛΚ, εκφράζουν την ανησυχία τους, σχετικά με την τροπή που έχει πάρει η Δημοκρατία στην Ουγγαρία. Ο πάλαι ποτέ φιλελεύθερος Ορμπάν έχει μετατραπεί άρδην σε έναν αυταρχικό ηγέτη, ο οποίος καιροφυλακτεί για κάθε γόνιμη ευκαιρία, που θα του επιτρέψει να κάνει κατάχρηση εξουσίας. Απόρροια όλων των παραπάνω είναι η επιθυμία δεκατριών ευρωπαίων ηγετών, για αποπομπή του κόμματος του Ορμπάν από το ΕΛΚ. Ένας από τους 13 ηγέτες που έστειλαν επιστολή στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Ντόναλντ Τούσκ, ζητώντας την αποπομπή του Fidesz από το ΕΛΚ, είναι και ο Έλληνας Πρωθυπουργός.

Πιο συγκεκριμένα οι 13 ηγέτες, θορυβημένοι από τις αυταρχικές κινήσεις του Ούγγρου Πρωθυπουργού, δήλωσαν ότι «ως ηγέτες των κομμάτων του ΕΛΚ με βαθιές ρίζες στις κεντροδεξιές και φιλοευρωπαϊκές πολιτικές παραδόσεις των αντίστοιχων χωρών μας, επιθυμούμε να εκφράσουμε τη βαθιά ανησυχία μας για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ουγγαρία, και συγκεκριμένα για το νόμο που ψηφίστηκε από το ουγγρικό κοινοβούλιο στις 30 Μαρτίου, ο οποίος επιτρέπει στην ουγγρική κυβέρνηση να επεκτείνει επ’ αόριστον την κατάσταση έκτακτης ανάγκης της χώρας και επιτρέπει στον πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπάν να κυβερνά με διατάγματα» και πως «Πρόκειται για μια σαφή παραβίαση των θεμελιωδών αρχών της φιλελεύθερης δημοκρατίας και των ευρωπαϊκών αξιών».

Ο Ντόναλντ Τούσκ, με την σειρά του, σε απαντητική επιστολή προτρέπει τα μέλη του ΕΛΚ να αποβάλουν τελικά το Fidesz, από την πολιτική τους ομάδα, καθώς θεωρεί, ότι τα μέτρα που έλαβε η Ουγγαρία για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι «ηθικά ανεπίτρεπτα».

Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί, ότι το κόμμα Fidesz, ως μέλος του ΕΛΚ βρίσκεται σε αναστολή ιδιότητας από τις αρχές του 2019. Αυτό πρακτικά σημαίνει, πως το κόμμα του Ορμπάν δεν έχει χάσει την ιδιότητα μέλους, αλλά ταυτόχρονα δεν συμμετέχει στις συνεδριάσεις του ΕΛΚ, δεν έχει δικαίωμα ψήφου, ούτε κατέχει ηγετικές θέσεις στο ΕΛΚ. Η αναστολή αυτή αφορούσε στους ίδιους σχεδόν λόγους, για τους οποίους γίνεται τώρα συζήτηση, περί καθολικής αποπομπής του κόμματος. Το άκρον άωτον που ώθησε στην επιθυμία της αποπομπής του Ορμπάν, είναι το νομοσχέδιο που ψήφισε η Ουγγρική Βουλή, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τις υπερεξουσίες του.

Η γενικότερη σύγχυση που επικρατεί εντός του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και η αλαζονική και απόλυτη στάση του Ορμπάν, ώθησαν το ΕΛΚ να προγραμματίσει ένα συνέδριο, το οποίο θα λάβει χώρα το 2021 και θα δώσει την ευκαιρία για αναδιοργάνωση και επαναπροσδιορισμό των βασικών αξιών του.

Ωστόσο, ο Ούγγρος Πρωθυπουργός δημιουργεί μια ακόμα πιο περίπλοκη κατάσταση με την συμπεριφορά του, καθώς ασκεί σφοδρή κριτική στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς. Εμφανίζεται λοιπόν, ως αποστάτης και επικριτής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλώνοντας, πως «Είμαστε Ευρώπη και δεν χρειάζεται να πληρούμε τις προσδοκίες της κουρασμένης και γεμάτης αυταπάτες ελίτ των Βρυξελλών». Την ίδια στιγμή επικροτεί τους Ντόναλντ Τραμπ και Μπόρις Τζόνσον, επειδή κατά την άποψή του, αποκατέστησαν την αυτοεκτίμηση στις χώρες τους, κάτι που κατά τον Ορμπάν αδυνατούν να κάνουν οι χώρες της Ε.Ε. λόγω της «υποταγής» τους στις Βρυξέλλες.

Εν κατακλείδι, ο Βίκτορ Ορμπάν δεν δείχνει ιδιαίτερα θορυβημένος και πρόθυμος να αλλάξει τακτική, ώστε να γίνει αποδεκτός από όλα τα μέλη του ΕΛΚ και να καταφέρει να παραμείνει εντός της μεγαλύτερης πολιτικής ομάδας του Ευρωκοινοβουλίου. Αντίθετα, δείχνει αποφασισμένος σε περίπτωση αποπομπής του, να εισχωρήσει σε άλλη πολιτική ομάδα, γι’ αυτό έρχεται σε επαφή με μέλη της ακραίας μερίδας εντός του Ευρωκοινοβουλίου, δηλαδή της πολιτικής ομάδας «Identity and Democracy» (Ταυτότητα και Δημοκρατία). Η τελευταία αποτελεί διάδοχο του κόμματος «Ευρώπη των Εθνών και της Ελευθερίας» (Europe of Nations and Freedom) και κάποια από τα μέλη της, είναι το κόμμα της Μαρί Λεπέν (Γαλλία) και του Ματέο Σαλβίνι (Ιταλία). Έτσι λοιπόν, ο Ορμπάν φαίνεται να επιλέγει ως στρατηγική, την δημιουργία στενών σχέσεων με την πιο ακραία πολιτική ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου, η οποία έχει ακροδεξιά και ευρωσκεπτικιστική ιδεολογία.

Οι συνέπειες των επιλογών του Ούγγρου Πρωθυπουργού, τόσο για την χώρα του όσο και για την συνοχή της Ε.Ε. θα γίνουν ορατές μετά το τέλος της κρίσης του κορωνοϊού.

 

*Το άρθρο της κ. Ευθυμιάδου δημοσιεύτηκε στο blog PoliticsToday.news.blog