•  Masterclass με τον σκηνοθέτη Μενέλαο Καραμαγγιώλη

 

Με την ομιλία του Μενέλαου Καραμαγγιώλη ολοκληρώθηκε το Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου στη Δράμα η σειρά των masterclasses που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του νέου Εκπαιδευτικού Προγράμματος και διεξάχθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της φεστιβαλικής εβδομάδας του 44ου DISFF.

Η επικεφαλής του προγράμματος Βαρβάρα Δούκα ζήτησε από τον Μενέλαο Καραμαγγιώλη να αφηγηθεί στους νέους κινηματογραφιστές όσα έζησε την τελευταία δεκαετία. Ο σκηνοθέτης μίλησε για τις ταινίες του και τις ιστορίες τους, για τη δημιουργία της ομάδας Documatism και για το σινεμά που δεν φοβάται τη ζωή.

Θυμίζουμε ότι τα masterclasses παρουσιάστηκαν και σε live streaming και μπορείτε να τα αναζητήσετε στην ιστοσελίδα του Φεστιβάλ Δράμας στο σύνδεσμο: https://www.dramafilmfestival.gr/live-streaming/ .

Ακολουθεί αυτούσια η ομιλία του σκηνοθέτη Μενέλαου Καραμαγγιώλη που πραγματοποιήθηκε στον κινηματογράφο Ολύμπια με τίτλο «Όταν το σινεμά δεν φοβάται τη ζωή: οι ταινίες, οι ιστορίες τους, το μέλλον και η πραγματικότητα»:

«Αναρωτιέμαι αν πρέπει να σας μιλήσω στο πρώτο ενικό ή ως εκπρόσωπος της ομάδας Documatism που πασχίζει τα τελευταία 10 χρόνια μέσα από ταινίες και καλλιτεχνικές δράσεις να κινητοποιεί διαλόγους, συναντήσεις και πιθανές λύσεις σε καίρια κοινωνικά θέματα κάνοντας τους αόρατους ορατούς. Ελπίζω στο τέλος της σημερινής παρουσίασης να έρθουν κι άλλοι στην ομάδα, συμφωνώντας, διαφωνώντας και κυρίως προσθέτοντας.

Από όταν άρχισα να κάνω ταινίες νιώθω πως σταμάτησα να αυταπατώμαι όσο πριν, γιατί η πραγματικότητα, οι ιστορίες στις οποίες χωνόμουν και οι ήρωές τους μού ‘διναν πάντα μια ουσιαστική εικόνα της ζωής και του νοήματός της: εάν υπάρχει. Είτε έκανα ντοκιμαντέρ, είτε μυθοπλασία, είτε ταινίες στο ραδιόφωνο, οι ιστορίες και οι ήρωές τους με βοηθούσαν να συνειδητοποιώ όσα μου ξέφευγαν, με κίνδυνο να ζω αυταναφορικά και με νάζι.

Η Βαρβάρα μου ζήτησε να μοιραστώ μαζί σας όσα έζησα την τελευταία δεκαετία που αρχίζουν με την ιστορία μιας ταινίας μυθοπλασίας, μια ταινία που στηριζόταν στην αληθινή ιστορία ενός μετανάστη που έψαχνε πατρίδα και ταυτότητα, και σε ένα πραγματικό σύνδρομο για ορφανούς και μπερδεμένους σεξουαλικά ελέφαντες. Το «J.a.c.e. – Just Another Confused Elephant», ήταν η αρχή που με οδήγησε πιο βαθιά στο συναρπαστικό κόσμο των αντιηρώων που ζουν αόρατοι στην Αθήνα ορίζοντας ένα μοναδικό τοπίο, δύσκολα προσβάσιμο, γεμάτο αληθινούς χρησμούς για όσα έπονται και -συνήθως- εμείς οι «προστατευμένοι» των μητροπόλεων δε γνωρίζουμε.

Η δεκαετής προετοιμασία της ταινίας είχε δημιουργήσει ένα δυναμικό σύμπαν, γεμάτο αληθινούς ήρωες, που είχαν εμπνεύσει το σενάριο της, και είχε δημιουργήσει στέρεες σχέσεις εμπιστοσύνης μαζί τους ώστε να γίνουν σημεία αναφοράς για τους ηθοποιούς της ταινίας. Το κάστινγκ του «J.a.c.e.» είχε γίνει σε 9 χώρες ώστε να μπορέσει να βρεθεί ο πρωταγωνιστής και στην ταινία έπαιξαν πολλοί ηθοποιοί που δεν είχαν ξαναπαίξει στον κινηματογράφο. Κάναμε πολλές πρόβες και αυτοψίες στους πραγματικούς χώρους των ιστοριών της ταινίας συναντώντας τους αληθινούς ήρωες της.

Το 2011 έγινε έντονη η ανάγκη να πρωταγωνιστήσουν οι ίδιοι αυτοί οι ήρωες σε ταινίες (αυτή τη φορά με το αληθινό τους πρόσωπο κι όχι «κρυμμένοι» πίσω από ηθοποιούς) κι έγιναν οι πρωταγωνιστές στη σειρά ντοκιμαντέρ «Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους», μια κινηματογραφική αποτύπωση της κρίσης στην Ελλάδα τα τελευταία 10 χρόνια, μέσα από αντιήρωες που ζουν σχεδόν αόρατοι.

Ο πρώτος κύκλος περιείχε 12 ταινίες με οδηγίες χρήσης σε νέους καλλιτέχνες, ηθοποιούς, κινηματογραφιστές, μαθηματικούς και θέματα ταυτότητας. Οι ήρωες των ταινιών αυτών, που ήταν συνήθως άγνωστοι στο κοινό, κατάφεραν να γίνουν ( viral ) εξαιρετικά δημοφιλείς σε προβολές σε φεστιβάλ, στη Δημόσια Τηλεόραση, σε σχολεία, πανεπιστήμια και στο διαδίκτυο απενοχοποιώντας την συμμετοχή απρόβλεπτων ή άγνωστων ηρώων. Ευτυχώς το ενδιαφέρον των θεατών ήταν έντονο και δημιούργησε εναλλακτικούς, διαφορετικούς και δημοφιλείς ήρωες που δεν ήταν διάσημοι σε prime time τηλεοπτικές ζώνες. Οι ταινίες αυτές άρχισαν να γίνονται αφορμή για δημιουργικούς διαλόγους σε αυτοσχέδιες ομάδες θεατών που άρχισαν να συναντιούνται εξαιτίας τους. Σε σχολεία, σε σπίτια και σε ομάδες που ακόμα δρουν στην πόλη δυναμικά με δράσεις που με κάνουν να ελπίζω.

Ο δεύτερος κύκλος προχώρησε ακόμα πιο βαθιά στους χτυπημένους από την κρίση στην Ελλάδα με 12 ταινίες για άστεγους, άνεργους, μετανάστες (προς και από την Ελλάδα), πρόσφυγες, δυσκολεμένους ήρωες που κάνουν τη ζωή τους θεατρική παράσταση, ανήλικους φυλακισμένους, αδέσποτα και κάθε είδους (πολλούς) εθελοντές. Οι δυσκολίες της εποχής και της θεματολογίας επέβαλλαν γυρίσματα που διαρκούσαν για χρόνια.

Οι ήρωες αυτών των ταινιών ήταν δύσκολο να προσεγγιστούν και μπορούσαν να κινδυνέψουν από την έκθεσή τους στο φακό. Άλλοι έκρυβαν από τους δικούς τους ότι είναι άστεγοι ή κρατούμενοι κι άλλοι ήταν παγιδευμένοι στην παραβατικότητα με διαρκή τον κίνδυνο να συλληφθούν.

Οι δυσκολίες αυτών των γυρισμάτων έκαναν επιτακτική την ανάγκη για τη δημιουργία μιας ευέλικτης και διακριτικής ομάδας που έπρεπε να κινείται σε επικίνδυνες κι απαγορευμένες περιοχές ακυρώνοντας την πιεστική παντοδυναμία του αδιάκριτου κινηματογραφικού φακού.

Το αποτέλεσμα ήταν μια νέα και πολύτιμη διαδικασία που δημιουργήθηκε από τους ίδιους τους ήρωες των ταινιών. Οι ήρωες αυτοί, μέσα από τη σχέση τους με τα μέλη της ομάδας, αποφάσισαν -με δική τους πρωτοβουλία- να εκτεθούν στο φακό και να μην κρύψουν το πρόσωπό τους από την κάμερα. Ενώ αυτό είχε συμφωνηθεί μαζί τους αρχικά. Ένιωθαν ότι η διαδικασία της κινηματογράφησης λειτουργούσε ψυχοθεραπευτικά και υποστηρικτικά και τους πρόσφερε ένα νέο τρόπο επικοινωνίας: ενώ έβρισκαν ακροατές και συνομιλητές, την ίδια στιγμή -μιλώντας στην κάμερα- «άκουγαν» και οι ίδιοι τον εαυτό τους. Για αυτό άρχισαν να χρησιμοποιούν τις ταινίες ως ένα βήμα που τους επιτρέπει να μιλήσουν δημόσια, χωρίς να νιώθουν αόρατοι, και σαν ένα «όπλο» διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους και κάθε αιτήματος τους που νιώθουν ότι σκοντάφτει στα εμπόδια της ελληνικής πραγματικότητας ή στα περιοριστικά όρια του περιθωρίου στο οποίο είναι καταδικασμένοι να ζουν.

Αναφέρω μερικά ενδεικτικά παραδείγματα:

Η Εθνική Ελλάδας Αστέγων με όπλο την ταινία κατάφερε να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για να συμμετάσχει στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Αστέγων στη Χιλή. Η ταινία έπεισε το ΔΣ του ιδρύματος, που τους χρηματοδότησε, ότι το ποδόσφαιρο πρόκειται για μια πετυχημένα εφαρμοσμένη διαδικασία κοινωνικοποίησης και ένταξης.

Ανήλικος φυλακισμένος μέσα από τη διαδικασία της προετοιμασίας και παραγωγής της ταινίας, που τον έκανε πρωταγωνιστή της, βρήκε τους τρόπους να μάθει ελληνικά μέσα σε 3 χρόνια στο σχολείο της φυλακής, να περάσει στο Πολυτεχνείο συμμετέχοντας στις Πανελλήνιες ως κρατούμενος, να χρησιμοποιήσει την έκθεσή του στο φακό για να διεκδικήσει μια νέα ζωή και -κυρίως, όπως είπε ο ίδιος- να γίνει εφαρμοσμένο και εμψυχωτικό παράδειγμα για άλλους κρατούμενους. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο πτυχίο της σχολής κι η ταινία του έχει εξασφαλίσει δωρεάν την νομική βοήθεια που χρειάζεται από εθελοντές νομικούς -που προέκυψαν από τους θεατές της της- ώστε να αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα.

Έτσι συνέβη μια αντιστροφή: ο φακός από επικίνδυνος κι αδιάκριτος εισβολέας έγινε εργαλείο διεκδίκησης για ανθρώπους που ένιωθαν περιθωριοποιημένοι και αόρατοι. Κι έτσι άρχισαν οι ίδιοι να ζητάνε την παρέμβαση του φακού σε σημαντικές στιγμές της ζωής τους για να χρησιμοποιήσουν τα βίντεο με στόχο να διεκδικήσουν πιθανές λύσεις σε προβλήματα που τους βασανίζουν. Τα γυρίσματα αυτά συνεχίστηκαν ακόμα κι όταν οι αρχικές ταινίες είχαν ολοκληρωθεί και είχαν αρχίσει να ταξιδεύουν σε φεστιβάλ, να προβάλλονται σε κινηματογραφικές αίθουσες, σε σχολεία, πανεπιστήμια, φυλακές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Την ίδια στιγμή το υλικό των ιστοριών τους εμπλουτιζόταν με νέα γυρίσματα προεκτείνοντας και διευρύνοντας τις ιστορίες των ταινιών στο χρόνο και στο χώρο και εντοπίζοντας τις πιεστικές κι άμεσες ανάγκες των ηρώων τους που συνέχιζαν να ψάχνουν λύσεις. Πως θα μπορούσε αυτό το νέο υλικό να τους βοηθήσει; Να υποστηρίξει την προσπάθειά τους;

Το έντονο ενδιαφέρον των θεατών δημιουργούσε δυναμικούς διαλόγους στις δημόσιες προβολές των ταινιών με ερωτήματα. Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά έδιναν νέα διάσταση στις ταινίες, έσπαγαν το φόβο τού να ασχοληθεί κανείς με δύσκολα και δυσοίωνα κοινωνικά θέματα κι άνοιγαν έναν ευρύ ορίζοντα για τον τρόπο που μπορεί κάποιος να ενημερωθεί, να συνδράμει ή να βοηθηθεί μέσα σε μια εξακολουθητική κρίση που ξεπερνούσε (και ξεπερνάει) όλα τα προγνωστικά για τη διάρκειά της. Οι διάλογοι αυτοί συνεχίζονταν διαδικτυακά και οι ήρωες αυτών των ταινιών άρχισαν να γίνονται αφυπνιστικά και ενθαρρυντικά παραδείγματα για τους τρόπους που ένας αόρατος, αβοήθητος και περιθωριοποιημένος ήρωας μπορεί να διαχειριστεί τα αδιέξοδα μιας κρίσης που διαρκεί. Και των τρόπων που ένας πολίτης μπορεί να παραμένει ενεργός σε περιόδους κρίσης.

Οι ιστορίες των ταινιών, που στην αρχή έμοιαζαν αδιέξοδες κι οι ήρωές τους καταδικασμένοι, στο τέλος οδηγούσαν σε ένα happy end που δε γράφτηκε από σεναριογράφο αλλά από τους ίδιους τους περιθωριοποιημένους ήρωες στην εποχή της κρίσης: Ένα happy end, έτοιμο κάθε στιγμή να καταρρεύσει, το οποίο δρομολογούσαν οι ίδιοι με καθημερινή επιμονή και προσπάθεια.

Αυτή η διαδικασία έγινε αποκαλυπτική και για μας που την παρακολουθούσαμε πίσω από την κάμερα, αποδεικνύοντας πόσο η πραγματικότητα και το ντοκουμέντο είναι καίριας σημασίας για κάθε καλλιτέχνη αυτή τη χρονική στιγμή, και πώς οι καλλιτεχνικές δράσεις μπορούν (και πρέπει) να συναντήσουν τους αόρατους και τους αντιήρωες φέρνοντας τους σε μια δημιουργική επαφή με περισσότερους θεατές. Βασικός στόχος ήταν μια τέτοια προσέγγιση να ακυρώνει το φόβο και την τρομολαγνεία και να αποφύγει κάθε διαστρέβλωση και κάθε πορνογραφική ή ηδονοβλεπτική διάθεση στην προσέγγιση και στην αποτύπωση. Κάτι που συμβαίνει συχνά στα ειδησεογραφικά κανάλια ή στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Νιώσαμε επιτακτική την ανάγκη μιας τέχνης που αφουγκράζεται δυναμικά την εποχή και δε διεξάγεται περίκλειστα και αυτοαναφορικά.

Εκεί δοκιμάστηκε η παρουσία αυτών των αντιηρώων σε εκθέσεις σύγχρονης τέχνης: Στο ΕΜΣΤ, στην Μπιενάλε Βενετίας και στη Rodeo οι ήρωες αυτοί μέσα από εγκαταστάσεις βίντεο απευθύνθηκαν απευθείας στον θεατή καλώντας τον να διεισδύει σε χώρους όπου η πρόσβαση είναι δύσκολη. Και τον έκαναν αυτόπτη σε άγνωστα τοπία, συνήθως γκετοποιημένα, που προκαλούν φόβο καθώς συνοδεύονται από απειλές ότι περιέχουν ήρωες παραβατικούς και περιθωριοποιημένους. Οι κινηματογραφικές και τηλεοπτικές προβολές των ταινιών, σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που προσφέρουν τα νέα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν σε κάποια βίντεο (interactive, 360ο λήψεις, παιγνιοποίηση, εικονική πραγματικότητα), έδιναν τη δυνατότητα στο θεατή να γίνεται αυτόπτης: να είναι παρών χωρίς να νιώθει απειλημένος, και κυρίως μέσα από τη θέαση αυτή να μπορεί να ακυρώσει άμεσα και συνοπτικά τους στερεοτυπικούς φόβους, τα σύνορα και κάθε είδους άδικους διαχωρισμούς.

Με όλα τα παραπάνω δημιουργήθηκε ένα δυναμικό υπόβαθρο για επινοητικούς κι εναλλακτικούς τρόπους προβολής των ταινιών αυτών και προβληματισμοί για το πώς διαχειρίζεται κανείς αυτή την δυναμική κοινωνική διάδραση με τους ήρωες τους.

Για παράδειγμα, η προβολή του τρέιλερ της ταινίας για τα αδέσποτα μέσα σε μια μέρα είχε μισό εκατομμύριο θεάσεις. 250 φιλοζωικές οργανώσεις από όλη την χώρα -μετά την τηλεοπτική προβολή της ταινίας- ήρθαν σε επαφή μαζί μας και επικοινώνησαν με τις οργανώσεις που πρωταγωνιστούν στην ταινία, δημιουργώντας ένα πρόσφορο έδαφος για νέους εθελοντές και υιοθεσίες αδέσποτων ζώων σε όλη την Ευρώπη.

Η ταινία αυτή γυριζόταν με κλεμμένες λήψεις από το 2011 έως το 2017 στα παρανοϊκά τοπία μιας περιοχής που έμοιαζε μακρινή κι επικίνδυνη όπως το Φαρ Ουέστ. Κι όμως ήταν ο Ασπρόπυργος, εννιά λεπτά από το κέντρο της Αθήνας. Τα περισσότερα πλάνα της ήταν γυρισμένα ανορθόδοξα με καμικάζικους τρόπους, σχεδόν κλεμμένα: μόλις έφτανε η κάμερα έβγαιναν προτεταμένα καλάσνικοφ.

Στους διαλόγους με το κοινό, μετά την κινηματογραφική προβολή της ταινίας για τα αδέσποτα τέθηκε το ερώτημα: «γιατί υποστηρίζουμε ζώα κι όχι ανθρώπους χτυπημένους από την κρίση;». Οι απαντήσεις προέκυψαν από τους ίδιους τους θεατές που ένιωθαν πώς η διαδικασία περίθαλψης των αδέσποτων κινητοποιεί και εκπαιδεύει τους πληθυσμούς περιθωριοποιημένων κι απροσπέλαστων περιοχών, οι οποίοι μέσα από την ταινία βρίσκουν βήμα να δείξουν δημόσια τον καθημερινό αγώνα της επιβίωσής τους.

Πώς θα μπορούσαν όλα αυτά τα ερωτήματα που προέκυπταν στις ταινίες αυτές να βρουν έναν «τόπο» όπου μπορεί να συνεχίζεται ο διάλογος, η ενημέρωση και η αλληλεπίδραση; Πώς μπορεί να δημιουργηθεί ένας τόπος όπου να συναντιούνται οι περιθωριοποιημένοι ήρωες με τους καλλιτέχνες και με το κοινό με αφορμή μια ταινία ή ένα καλλιτεχνικό έργο;

Απαντήσεις σε όσα με ταλαιπωρούσαν έβρισκα συχνά στις ταινίες που έχω κάνει. Και νόμιζα ότι ήταν θέμα τύχης αλλά τελικά συνειδητοποίησα ότι είναι κάτι που συμβαίνει όταν το σινεμά δε φοβάται τη ζωή. Κι αυτό που προκαλείται, απευθύνεται εξίσου δυναμικά στους δημιουργούς αλλά και στους θεατές. Κάτι που νιώθω να μου λείπει συχνά στη σύγχρονη τέχνη και στο σινεμά.

 

Οι «Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους» και οι ήρωες τους έδωσαν πολύτιμες απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, μου ‘δειξαν τους τρόπους να έρθω πιο κοντά σε δύσκολες ιστορίες και σε αληθινούς σουπερήρωες (αν και ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες), και κυρίως δημιούργησαν μιαν ευέλικτη κινηματογραφική ομάδα «παντός καιρού».

Οι έντονα δραστηριοποιημένοι σκηνοθέτες και οραματιστές για την πορεία του ντοκιμαντέρ στον 21ο αι. Παναγιώτης Παπαφράγκος και Γιώργος Κραββαρίτης, μέσα από την εμπειρία αυτής της διαδικασίας, βοήθησαν να σχηματιστεί η ιδέα της δημιουργίας μιας διαδραστικής και πολυμεσικής πλατφόρμας με επαυξημένο υλικό: επιπλέον ταινίες που έφτασαν τις 180. Μιας πλατφόρμας που θα περιέχει συζητήσεις με τους θεατές και μια απευθείας επαφή με τις ομάδες που υποστηρίζουν τα κύρια θέματα των ταινιών: την αστεγία, το προσφυγικό, τη μετανάστευση, την οικονομική κρίση, τον εγκλεισμό, την επανένταξη, τα αδέσποτα, την εκπαίδευση & τις καλλιτεχνικές δραστηριότητες σε χώρους κράτησης, και την καινοτομία. Έναν ελεύθερο διαδικτυακό χώρο που θα φιλοξενεί τη συνέχεια των ιστοριών, τις μετακινήσεις των ηρώων και όπου θα εξασφαλιστεί η δημιουργική και δυναμική αλληλεπίδραση των ταινιών με τους πρωταγωνιστές τους και με τους θεατές με διαδραστικό τρόπο.

Αυτή η διάδραση ηρώων, δημιουργών και κοινού που νιώθω πως σχηματοποιεί προτάσεις για μια δυναμική συνέχεια στο σινεμά που δε φοβάται τη ζωή.

H Αφροδίτη Παναγιωτάκου το πίστεψε πρώτη. Με τη βοήθεια του Πρόδρομου Τσιαβού κι όλης της ομάδας του Onassis Culture, υποστήριξαν την ιδέα αυτή με κάθε τρόπο από την αρχή.

Ο Μισέλ Ρειγιάκ ήταν ένας ήρωας σε δύο από τις ταινίες των «Συναντήσεων με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους», εισάγοντας τους κινηματογραφιστές στους τρόπους που τα νέα μέσα μπορούν να διευρύνουν την κινηματογραφική εμπειρία και να στηρίξουν την παραγωγή και διανομή των ανεξάρτητων ταινιών (κάτι που έκανε και ως διευθυντής του γαλλικού ΑΡΤΕ). Μαζί με την Submarine Channel στο Άμστερνταμ ανέλαβαν το σχεδιασμό της πλατφόρμας διαδραστικών ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα.

Στην πλατφόρμα αυτή μπορεί να δει κανείς τις ταινίες στην κινηματογραφική εκδοχή τους αλλά και διαδραστικά. Δηλαδή, με επαυξημένο υλικό που περιλαμβάνει 180 νέες ταινίες (πέρα από τις 12 αρχικές), άρθρα, φωτογραφίες και κυρίως θα μπορεί να έρθει σε επαφή με τις ομάδες που στηρίζουν καίρια κοινωνικά θέματα και με τους ήρωες των ταινιών αυτών. Στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Μπορεί η τέχνη να προκαλέσει καίριους κοινωνικούς διαλόγους; Να αφυπνίσει και να δρομολογήσει πιθανές λύσεις ή έστω την ελπίδα; Μπορεί να σπάσει την απομόνωση και τα διαχωριστικά; Είτε κάποιος νιώθει περιθωριοποιημένος, εγκλωβισμένος κι αόρατος, είτε θέλει να μάθει, είτε είναι καλλιτέχνης, είτε ερευνητής, είτε νιώθει αντιήρωας στο περιθώριο, είτε πολίτης που ψάχνει τρόπο να ενεργοποιηθεί, είτε θέλει να βοηθήσει, είτε να βοηθηθεί.

Η Ρένια Παπαθανασίου, που ολοκλήρωσε το σχεδιασμό μαζί την Submarine, θα σας εξηγούσε από την οθόνη τον τρόπο που λειτουργεί η πλατφόρμα αν μπορούσαμε να έχουμε τώρα εδώ τη δυνατότητα προβολής. Ευτυχώς υπάρχει ένα αναλυτικό tutorial μέσα στην εφαρμογή. Μετά θα μπορούσατε να δείτε μερικά παραδείγματα του τρόπου που η κινηματογραφική εμπειρία μιας ώρας μπορεί να διευρυνθεί στο χώρο και το χρόνο και πώς αυτό παραμένει επιλογή του κάθε θεατή, ο οποίος μπορεί να διαμορφώσει την εμπειρία του όπως θέλει.

Κι αυτό είναι κάτι που δεν απειλεί την παραδοσιακή κινηματογραφική αφήγηση αφού την περιλαμβάνει και της δίνει προτεραιότητα. Αλλά συγχρόνως δε φοβάται να χρησιμοποιήσει τα νέα μέσα και το διαδίκτυο δίνοντας στους θεατές ευρύτερες δυνατότητες εμπλοκής και συμμετοχής χωρίς να αντικαθιστά την παραδοσιακή και πρωταρχική κινηματογραφική θέαση κι εμπειρία.

Εδώ μερικά ενδεικτικά παραδείγματα. Θα προτιμούσα να τα δείτε στην οθόνη. Θα προσπαθήσω να τα περιγράψω συνοπτικά αλλά μπορείτε να μπείτε στην πλατφόρμα.

Α. Συναντήσαμε τον Μαραντόνα στη φυλακή ανηλίκων Αυλώνα. Ήταν 20 ή 21. Κι αυτός δεν ήξερε πόσο ακριβώς είναι γιατί δεν ήξερε να μετράει. Είχε ήδη κάνει 3 γάμους και είχε 5 παιδιά. Έκανε μια κλοπή, τον συνέλαβαν, το ομολόγησε και βρέθηκε στη φυλακή όπου πήγε για πρώτη φορά σχολείο και όπου έμαθε να μετράει και να γράφει. Εκεί πρωταγωνίστησε σε μια θεατρική παράσταση που έγινε η βάση του σεναρίου της ταινίας Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ. Στην ταινία, ενώ ο Μαραντόνα μιλάει on camera από τη φυλακή, ο θεατής μπορεί να δει στο επαυξημένο υλικό τη ζωή του αργότερα (όταν θα αποφυλακιστεί) σε μια συγκλονιστική σκηνή όπου η αστυνομία γκρεμίζει τον παράνομο τσιγγάνικο καταυλισμό όπου θα μείνει μετά την αποφυλάκισή του. Ο Μαραντόνα μας ξύπνησε χαράματα, ώστε με τη βοήθεια της κάμερας και του συνεργείου να καταφέρει να εξασφαλίσει μια διορία από τις μπουλντόζες και ώστε να προλάβει να μεταφέρει τα πράγματά του· γιατί οι περισσότερες καλύβες γκρεμίζονταν μαζί με όλα τα περιεχόμενά τους.

Β. Υπάρχουν κάποιοι πολέμιοι της υιοθεσίας αδέσποτων από την Ελλάδα στο εξωτερικό. Ισχυρίζονται ότι τα ζώα δίνονται για πειράματα και παράνομες δραστηριότητες. Από την ταινία «Greek Animal Rescue» μπορείτε να δείτε δύο βίντεο με επαυξημένο υλικό και με εμφανή ολόκληρη τη διαδικασία πώς τα βρίσκει ο θεατής:

στο πρώτο 100 υιοθετημένοι σκύλοι από την Ελλάδα τρέχουν ευτυχισμένοι στην νέα τους πατρίδα, τη Βρετανία. Τα περισσότερα απ’ αυτά τα αδέσποτα βρέθηκαν τραυματισμένα στον Ασπρόπυργο με προσδόκιμο ζωής ένα χρόνο. Αυτό συνέβη άρχιζαν τα γυρίσματα της ταινίας. Η κάμερα αποτύπωσε αυτά τα ζώα, στο επαυξημένο βίντεο που θα δείτε, να ζουν ευτυχισμένα με τις νέες οικογένειές τους 5 χρόνια μετά. Διαψεύδοντας τους γιατρούς.

Στο δεύτερο βίντεο ένας υδραυλικός αποφασίζει να αλλάξει δουλειά. Επειδή εναντιώνεται στην ιδέα να θανατώνονται τα ζώα που έχουν μείνει ανάπηρα, άρχισε να κατασκευάζει (με τα υλικά του υδραυλικού) αναπηρικά αμαξίδια για ζώα πολύ πιο φτηνά από τα εισαγόμενα. Τα πιο πολλά από αυτά τα δωρίζει σε όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να τα αγοράσουν προκειμένου να μη θανατωθεί ένα ανάπηρο ζώο και να μπορεί να τρέχει ευτυχισμένο. Τώρα έχει μια εταιρεία που τροφοδοτεί ολόκληρη την Ελλάδα.

Οι διαδρομές των ηρώων της πλατφόρμας διατρέχουν ολόκληρη την υφήλιο με αφετηρία ή σημαντικό σταθμό την Αθήνα διευρύνοντας έτσι την κάθε ιστορία στο

χώρο όπως και στο χρόνο. Για παράδειγμα, η οικογένεια του Μιλάντ. Η διαδραστική εμπειρία της ιστορίας της οικογένειάς του ξεκινάει από το Αφγανιστάν και καταλήγει στη Γερμανία. Ένα άλλο παράδειγμα ο Ανδρέας Ραπτόπουλος που χρησιμοποίησε για πρώτη φορά drones για ειρηνικούς σκοπούς, με φάρμακα και είδη πρώτης ανάγκης, πριν από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο. Η πορεία του από την Αθήνα περνάει από το Μπουτάν, το Λονδίνο, τις χώρες του Τρίτου Κόσμου για να φτάσει στο Σίλικον Βάλει και την Ελβετία.

Εδώ λοιπόν έχουμε το θεατή ως αυτόπτη σε δύσκολα προσπελάσιμες περιοχές και ιστορίες, τους ήρωες των ταινιών συμμέτοχους στο τελικό αποτέλεσμα και τις ταινίες «όπλα» στα χέρια τους ώστε να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, ορατότητα και λύσεις. Και την Αθήνα ως κέντρο, αφετηρία και «τράπεζα» συγκλονιστικών ιστοριών που περιέχουν όλα τα κρίσιμα και επείγοντα θέματα της εποχής.

Και αυτά μέσα από ταινίες που γίνονται δημιουργικοί πυρήνες δράσεων σε όλες τις φάσεις τους (από την προετοιμασία τους έως και τις προβολές τους) χρησιμοποιώντας τα νέα μέσα και το διαδίκτυο που δίνουν νέες και εναλλακτικές μορφές παρουσίας τους χωρίς να αντικαθιστούν ή να απειλούν τον αρχικό προορισμό τους: τη μεγάλη οθόνη.

Η ομάδα Documatism λοιπόν, με αφετηρία όσα σας περιέγραψα, συνεχίζει και διαρκώς εμπλουτίζεται και με νέους ήρωες, συνεργάτες, καλλιτέχνες και θεματολογία· κάποιους βρήκε ήδη εδώ στο φεστιβάλ της Δράμας αυτή τη βδομάδα. Η ομάδα οργανώνει δημόσιες δράσεις που δίνουν εναλλακτικούς τρόπους παρουσίασης και διακίνησης των ταινιών της. Συγχρόνως μοιάζει με μια ανοιχτή θεματολογική τράπεζα συναρπαστικών ιστοριών και ηρώων (όπως είπε η Βαρβάρα). Τώρα δουλεύουμε εντατικά με τους Αφροέλληνες.

Το έργο “the AfroGreeks” ξεκίνησε το 2014 ως µέρος ενός δηµόσιου διαλόγου, στην Κυψέλη, για την Αφρικανική κοινότητα στην Αθήνα και συνεχίστηκε µε την παρουσία του σε εκθέσεις τέχνης ως εγκατάσταση βίντεο και ως ένα εργαστήριο που συνοδεύεται από ζωντανές εκδηλώσεις και συζητήσεις. Η πρώτη εγκατάσταση προβλήθηκε στη βιβλιοθήκη για μετανάστες «We Need Books» στην Κυψέλη και στην Καθολική εκκλησία όπου γίνονταν παράλληλα διάφορες εκδηλώσεις από την Αφρικανική Κοινότητα. Είναι η πρώτη φορά που ακούστηκε δημόσια η λέξη Αφροέλληνας, και που κυρίως μέσω του ινσταγκραμ άρχισε να υιοθετείται από νεαρούς αφρικανικής καταγωγής που προσεγγίζουν το έργο ψαχνοντας τρόπους να εκφραστούν. Οι 140 Αφροέλληνες που πρωταγωνιστούν (ως τώρα) στα βίντεο της εγκατάστασης του έργου ζουν και δουλεύουν στην Ελλάδα, είναι περήφανοι για την καταγωγή τους, διεκδικούν το δικαίωµα να είναι καλλιτέχνες και πασχίζουν µε κάθε τρόπο να εκφραστούν. Η δημιουργική συμμετοχή τους στο συλλογικό έργο “the AfroGreeks” τους δίνει ένα βήµα έκφρασης με στόχο να γίνουν ορατοί, να δηλώσουν πως είναι καλλιτέχνες σχηματοποιώντας μια ηχηρή αντίδραση εναντίον κάθε ρατσισμού μέσα από ένα έργο τέχνης στο οποίο συμμετέχουν δημιουργικά με κάθε τρόπο.

Στα πλαίσια του έργου δουλεύει μια ομάδα κρούσης η οποία λειτουργεί συμβουλευτικά και υποστηρικτικά σε θέματα που αφορούν τους ήρωες του έργου και ευρύτερα τα παιδιά δεύτερης γενιάς στην Ελλάδα που βρίσκονται διαρκώς αντιμέτωποι με μια αμείλικτη γραφειοκρατία, με νόμους που αλλάζουν αιφνίδια, με προκαταλήψεις, διακρίσεις και εκμετάλλευση. Αυτή τη βδομάδα εδώ είχαμε δύο πετυχημένα παραδείγματα.

Η Βαρβάρα λοιπόν επέμενε να γίνει αυτή η ενημέρωση και η συνάντηση μαζί σας με στόχο να αρχίσει μια κουβέντα για τους τρόπους που διαχειρίζεται κανείς τη δυσκολία και τους τρόπους που το σινεμά μπορεί να τροφοδοτείται από την πραγματικότητα και πως μπορεί να δημιουργεί ενδιαφέρουσες διαδράσεις με τους ήρωες του, τους δημιουργούς και τους θεατές σε μια εποχή που οι συγκλονιστικές ιστορίες διαδραματίζονται παντού γύρω μας συνήθως αόρατες. Και πώς τα νέα μέσα και το διαδίκτυο μπορούν να λειτουργήσουν δημιουργικά και υποστηρικτικά στο κινηματογραφικό μέσο κι όχι μόνο ισοπεδωτικά όπως κάνουν συχνά».