ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

ΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο…)

Ο εκλεκτός συνάδελφος Ν.Α. Κωνσταντινίδης σε δημοσίευμά του στον «Πρωινό Τύπο» (23.10.2015, «Ήταν η Δράμα ακμαία πόλη;») σημειώνει ότι ο Ηρακλής του P. Lucas ήταν αναμφίβολα πορτρέτο του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Καρακάλλα, που κοσμεί σήμερα το μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.

Ο P. Lucas αναφέρεται σε μια μοναδική εκκλησία που υπήρχε στη Δράμα. Γνωστές αυτήν την εποχή της επίσκεψης του P. Lucas στη Δράμα είναι οι εκκλησίες: α. της Αγία Σοφίας, του 10ου ή των αρχών του 11ου αιώνος, που λειτουργούσε ως τζαμί μετά την κατάκτηση της πόλης από τους Τούρκους το 1373 ή 1384 και αποδόθηκε στους χριστιανούς το 1913 επί Μητροπολίτου Αγαθαγγέλου Β’, του Μάγνητος, β. των Παμμεγίστων Ταξιαρχών του 14ου αιώνος, γ. άλλος ναός, ο Μητροπολιτικός, που ανακαινίζεται το 1721 από τον Μητροπολίτη Παρθένιο [είναι χαρακτηριστική η επιγραφή, που σχετίζεται με τον μητροπολιτικό ναό: «Ανεκανίσθη ο πάνσπετος ούτος ναός της αγιωτάτης Μητροπόλεως Δράμας δια συνδρομής του κατά καιρόν χρηματίσαντος (1721-1728;) αρχιερέως του πανιερωτάτου μητροπολίτου κου Παρθενίου και εξόδων των ευσεβών χριστιανών εν έτει 1721»] και στη συνέχεια ανεγείρεται στη θέση του το 1834 άλλος ναός από τον Μητροπολίτη Γερμανό Β’, δ. ο κατά την παράδοση υποστάς καθίζηση και καταληφθείς από ύδατα ναός της Αγίας Βαρβάρας και ε. ο ναός Αποστόλου Παύλου, κοντά στους Μύλους της Αγίας Βαρβάρας (Δες Ν. Καπετανάκη – Ακρίτα, ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης, Δράμα 1937), πολιούχος της Δράμας.

Προφανώς ο Paul Lucas δεν είχε το χρόνο να επισκεφθεί και άλλους ναούς. Ο P. Lucas αναφέρεται στην εύφορη πεδιάδα της Δράμας με τα πολλά νερά, που φημιζόταν για το βαμβάκι της, με το οποίο κατασκευάζανε πανιά για σκηνές, αλλά και ενδύματα (στολές του τουρκικού στρατού). Αναφέρεται στην άφθονη παραγωγή ρυζιού, με το οποίο συντηρούνταν σε μεγάλο βαθμό ο τουρκικός στρατός, δεν γνωρίζει όμως την καλλιέργεια του κρόκου (σαφράν).

Χαρακτηρίζει τη Δράμα πόλη μικρή, αλλά ωραία με 7 συνοικίες, που η κάθε μία είχε 600 περίπου οικογένειες (αν θεωρήσουμε ότι κάθε οικογένεια είχε το λιγότερο 4 μέλη, τότε ο πληθυσμός της πόλης ανερχόταν σε 17.000 περίπου κατοίκους), είχε 7 τζάμια (κατ’ άλλους 12). Σήμερα σώζονται, αφού μετετράπησαν κάποια σε χριστιανικούς ναούς, όπως το Εσκί τζαμί (σημ. Ι.Ν. Αγίου Νικολάου), το τζαμί των οδών Άρμεν και Αγαμέμνονος (υπό αναστήλωση), το τζαμί της Κόδρου, που μετατράπηκε σε ναό της Αγίας Τριάδος και το Ακ. Μεκμέτ – Αγά – τζαμί στη συμβολή των οδών Λαμπριανίδη και Κ. Παλαιολόγου, το επονομαζόμενο και Kanli cami (=τζαμί του αίματος), επειδή εκεί γινόταν η περιτομή των τουρκοπαίδων.

Αναφερόμενος στους κατοίκους της Δράμας, τους βρίσκει να ασχολούνται με το εμπόριο και τη βιοτεχνία. Κάνοντας λόγο για το βυζαντινό της κάστρο (hisar = Ισάρ των Τούρκων), αποφαίνεται ότι η Δράμα θα πρέπει να ήταν σημαντική πόλη. Τον εντυπωσιάζει ακόμη το ρολόι της κτισμένο πάνω σ’ ένα από τους πύργους του κάστρου, τόσο ψηλά, ώστε να φαίνεται από μεγάλη απόσταση. Τον εντυπωσιάζουν ακόμη τα πολλά νερά, που διέσχιζαν την πόλη. Τον ίδιο εντυπωσιασμό νιώθει και ο Τούρκος περιηγητής Evliya Mehmet Zilh Celebi, επισημαίνοντας ιδιαίτερα τη δεξαμενή με τις 100 πηγές, που αναβλύζανε μπροστά το Εσκί τζαμί, καθώς και την παρουσία υπεραιωνοβίων πλατάνων.

Δεν παραλείπει ο P. Lucas να αναφερθεί και στο μεγάλο παζάρι, όπου πωλούνται διάφορα είδη δημητριακών κάθε Κυριακή. Από τη Δράμα θα βρεθεί στους Φιλίππους. Εδώ εντυπωσιάζεται από την αρχιτεκτονική των μισογκρεμισμένων κτιρίων (ναών και παλατιών).

Κλείνοντας τη σύντομη αναφορά μας στον περιηγητή και λήσταρχο των αρχαιοτήτων μας P. Lucas, δεν μπορούμε να αποφύγουμε το πικρόχολο σχόλιο: Ασφαλώς δεν θα ήταν ορθό να μιλάμε για αγαθές προθέσεις και επίδειξη ενδιαφέροντος για τους ελληνικούς θησαυρούς και τη σωτηρία τους από τους κατ’ επίφαση πνευματικούς ηγέτες της χριστιανικής Δύσης. Οδηγούμενοι από το προσωπικό τους συμφέρον, συμπράξανε με τους Τούρκους για τον αφανισμό των ελληνικών θησαυρών, τους οποίους μετατρέπανε σε ασβέστη ή και χρησιμοποιούσανε ως οικοδομικό υλικό (οι Τούρκοι) αδιάψευστα στοιχεία της πολιτιστικής μας ταυτότητας. Όμως το μη χείρον βέλτιστον. Αν και επιδόθηκαν σε ασύστολες κλοπές και εμπλούτισαν τα ανάκτορά τους και στη συνέχεια τα μουσεία τους διογκώνοντας το βαλάντιό τους, παρά ταύτα διέσωσαν από τον στυγνό κατακτητή κομμάτια ατόφια της γνήσιας πολιτιστικής μας ταυτότητας. Όμως αναμφίλεκτα πρέπει να διακατέχονται από ενοχές, αν πιστεύουν αληθινά ότι τα δημιουργήματα του νου και των χεριών ενός λαού είναι αιώνιο και αποκλειστικό κτήμα του. Αν και πέρασαν αιώνες από το ανοσιούργημά τους, δεν φαίνεται να ιδρώνει το αυτί τους για να επιστρέψουν. Οι θησαυροί μας εξακολουθούν να κοσμούν τα μουσεία τους ενισχύοντας την οικονομία τους.

Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να τους αναγνωρίσουμε κάποια πολύ χρήσιμη προσφορά. Από τη σωρεία των πληροφοριών, που μας παρέχουν στα «Οδοιπορικά» τους, κάποιες βοήθησαν και βοηθούν στο ανασκαφικό τους έργο τους Έλληνες και ξένους αρχαιολόγους, που δρουν στη χώρα μας. Βοήθεια προσέφεραν και προσφέρουν και στους Έλληνες και ξένους ιστορικούς και λαογράφους, αφού παραθέτουν πληροφορίες χρήσιμες για την επιστήμη τους καταγράφοντάς τις από το στόμα του λαού μας.

Οι ξένοι περιηγητές, μεταξύ των οποίων και ο Paul Lucas λειτούργησαν ως άλλος Παυσανίας, ο οποίος με το δεκάτομο έργο του «Ελλάδος Περιήγησις» αποτελεί και σήμερα ακόμη τον καλύτερο οδηγό όχι μόνο για τις αρχαιολογικές έρευνες, αλλά και για τους λαογράφους με όσα στοιχεία παραθέτει για την Αττική, ολόκληρη την Πελοπόννησο, τη Βοιωτία και τη Φωκίδα.

Ασφαλώς η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στον Παυσανία και στον Paul Lucas είναι ότι ο μεν πρώτος προσέφερε μόνον εθνικό έργο, ενώ ο δεύτερος κοντά στο εθνικό έργο, προσέφερε και ληστρικό.

 

Βιβλιογραφία

 

  1. Κυριάκου Σιμόπουλου, Ξένοι περιηγητές στην Ελλάδα, τομ. Α’ 333 μ.Χ. – 1700, Αθήνα, 1990
  2. Κυριάκου Σιμόπουλου, Ξένοι περιηγητές στην Ελλάδα, τομ. Β’ 1700 – 1800, Αθήνα, 1988
  3. Απόστ. Ε. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Μακεδονίας, 1354-1833
  4. Ν. Καπετανάκη – Ακρίτα, Μαχμούτ Πασάς Δράμαλης, Δράμα, 1937
  5. Επ. Διονυσίου Κ. Κυράτσου, Ιστορία της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, Δράμα, 1995
  6. Γεωργίου Χατζηκυριάκου, Σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας, εν Αθήναις, 1906
  7. Δέσποινα Αϊβάζογλου – Δοβα, Η Δράμα, Ο νεοκλασικισμός στην αστική αρχιτεκτονική της πόλης, Δράμα, 2002
  8. Ν.Α. Κωνσταντινίδη, Ήταν η Δράμα ακμαία πόλη;, εφ. Πρωινός Τύπος Δράμας, 23.10.2015
  9. Γ.Κ. Χατζοπούλου, Τα σωζόμενα μουσουλμανικά τεμένη της Δράμας, εφ. Πρωινός Τύπος Δράμας, 19.8.2011
  10. Του ιδίου, Μνήμη της Βασιλίδος των Πόλεων, Δράμα, 2006
  11. Του ιδίου, Η Αλιστράτη ως έδρα της Ιερά Μητροπόλεως Φιλίππων – Δράμας και Ζιχνών, Δράμα, 2009