ΑΡΘΡΟ

Της Χαράς Κεφαλίδου

Βουλευτού Δημοκρατικής Συμπαράταξης Ν. Δράμας

 

 

Η βιασύνη που επέδειξε ο Πρωθυπουργός στην ψήφιση του νομοσχεδίου για την Παιδεία με τη συμπιεσμένη διαδικασία του επείγοντος μόνο τυχαία δεν είναι. Ο στραγγαλισμός του δημοκρατικού διάλογου είναι συνήθεια της Κυβέρνησης. Ο ευτελισμός της κοινοβουλευτικής διαδικασίας επίσης. Ο ωμός και ξεκάθαρος εκβιασμός όμως είναι προϊόν άγχους και βιασύνης. Δεν υπάρχει χρόνος! Ήδη μετράει αντίστροφα. Η κατακρεούργηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης είναι το τελευταίο «όχημα» ΣΥΡΙΖΑ προς τις προσεχείς εκλογές. Τα προηγούμενα κλάταραν, στο δρόμο.

Οι 17άρηδες που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά, το 2019, αγγίζουν τις 106.760 σε σύνολο 9.922.294 εκλογέων όλων των ηλικιών ή το 1,075% του εκλογικού σώματος. Αν σε αυτούς προστεθούν και οι νέοι ηλικίας 18 έως 21 ετών, που επίσης θα ψηφίσουν για πρώτη φορά, τότε το ποσοστό σκαρφαλώνει στο 5,33% του εκλογικού σώματος. Δεν είναι και λίγο! Εάν σε αυτούς προσθέσει κανείς τις οικογένειές τους, και όλους τους περί την πανεπιστημιακή εκπαίδευση που εξυπηρετούνται, καταλαβαίνουμε γιατί η ισοπέδωση της Παιδείας είναι ζήτημα επιβίωσης του ΣΥΡΙΖΑ.

Η σκέψη της Κυβέρνησης είναι απλή. Το καίριο ερώτημα είναι πώς θα κερδηθούν οι εκλογές, ή έστω πώς, πέφτοντας, δεν θα διαλυθούν εις στα εξ ων συνετέθησαν. Την απάντηση για την ηλιακή ομάδα των νέων ψηφοφόρων την έδωσε ο κομματικά χρήσιμος Υπουργός Παιδείας. Με περισσό θράσος πουλά φτηνή ελπίδα, όνειρο και παραμύθι. Με υποκρισία και απάτη στην πιο αγνή, χωρίς προσμίξεις μορφή τους, προχωρά σε αναδιάταξη του εκπαιδευτικού χάρτη της χώρας στα γρήγορα, χωρίς ίχνος ακαδημαϊκών κριτηρίων, ιδρύει με υπουργικές τροπολογίες και fast track διαδικασίες καμιά εκατοσταριά νέα τμήματα, πανεπιστημιοποιεί τα ΤΕΙ και έτοιμη η φόρμουλα.

Ο Έλληνας είναι πολλά πράγματα, ίσως και αμφιλεγόμενα αλλά αχάριστος δεν είναι. Η Κυβέρνηση αφού έδωσε τη δυνατότητα συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία στους 17 χρόνους νέους, κάνοντάς τους να αισθάνονται σημαντικοί, τους προφέρει τώρα και μια θέση σε αυτό που ονομάζεται Πανεπιστήμιο. Ό,τι κι αν είναι, η ταμπέλα να υπάρχει.

Αιφνιδιάζοντας τους νέους, ποντάροντας στην ανάγκη των μεγαλύτερων και στο φιλότιμο όλων, η Κυβέρνηση γίνεται ο θεσμικός επενδυτής στον εκπαιδευτικό μεσαίωνα που στήνει.

Έτσι κι αλλιώς αυτοί που γνωρίζουν τί σημαίνει πτυχίο χωρίς εργασιακό αντίκρισμα, έχουν ήδη πάρει των ομματιών τους και βρίσκονται σε άλλη γη σε άλλα μέρη, χτυπώντας ξένες πόρτες μακριά από τη χώρα του απίθανου. Η φωνή τους ακούγεται που και που σαν ηχώ στη συνείδηση του ψηφοφόρου, όταν δεν σκεπάζεται από το θόρυβο των βαρύγδουπων προεκλογικών νομοσχεδίων που θα αλλάξουν μαγικά τη χώρα. Νομοσχεδίων σαν αυτό που ανοίγει διάπλατα τις πόρτες των ονομαζόμενων Πανεπιστήμιων, μπόλικες για να μην υπάρχει συνωστισμός των προσερχομένων, διψασμένων για ένα χαρτί που όταν μετά από 4-5-10 χρόνια θα αποδειχτεί πέτσινο, ποιός θα θυμάται να ζητήσει τα ρέστα από τον σημερινό Υπουργό;

Κάπου εκεί τελειώνει και ο στρατηγικός σχεδιασμός του ΣΥΡΙΖΑ. Το νομοσχέδιο Γαβρόγλου είναι τόσο χοντροκομμένα κραυγαλέα ισοπεδωτικό που προσβάλλει τη νοημοσύνη και των 17χρονων.

Τυφλωμένοι από την αγωνία της καρέκλας οι κυβερνώντες στήνουν πρόχειρα μια «κρεατομηχανή» παραγωγής μελλοντικών ανέργων με πτυχία χρήσιμα μόνο για φθηνά κάδρα. Ταυτόχρονα αδίστακτα εγκληματούν μπροστά στα μάτια μας, μπολιάζοντας με το μικρόβιο της φαυλότητας και της φτηνής συναλλαγής ό,τι πιο ελπιδοφόρο έχει η χώρα: τους νέους πολίτες της.

Ευτυχώς ο χρόνος μετράει αντίστροφα. Δεν προλαβαίνουν!

 

*Το άρθρο της κ. Κεφαλίδου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»