ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

 

ΑΠ’ ΟΣΑ ΘΥΜΑΜΑΙ

 

«Η κόντρα με την εξουσία καλά κρατεί»

 

24 Μαΐου 1970. Ημέρα Κυριακή. Ημέρα των Γυμναστικών Επιδείξεων! Ήταν μια από τις κύριες σχολικές δραστηριότητες εκείνα τα χρόνια. Η καλή συνάδελφος Βικτώρια Μπουτάρη προετοίμασε πολύ καλά τους μαθητές. Το Σάββατο 23 Μαΐου ανακοίνωσα στους μαθητές – αν και εξόριστος μού έδωσε για να εξιλεωθεί ο Γενικός Επιθεωρητής, την εντολή να διευθύνω και τα δυο σχολεία, ήταν τότε Γεν. Επιθ. ο Κων/νος Ταχογιάννης, ελαφρώς ιδιόρρυθμος – ότι αν τα πήγαιναν καλά, θα πηγαίναμε ημερήσια εκδρομή τη Δευτέρα 25 Μαΐου.

Οι Γ.Ε. σημείωσαν επιτυχία και η υπόσχεση έπρεπε να τηρηθεί. Ξημέρωσε η Δευτέρα και οι μαθητές άρχισαν να καταφθάνουν με τα χρειαζούμενά τους.

Ήμουν στο Γραφείο με τους συναδέλφους μου και κανονίζαμε τις λεπτομέρειες της εκδρομής.

Κάποια στιγμή χτύπησε κάποιος την πόρτα του Γραφείου και μπήκε μέσα ένας ευθυτενής με παλιά κόμη κρατώντας χαρτοφύλακα. Δεν τον είχα ξαναδεί. Νόμισα πως ήταν κάποιος πλασιέ. Είχαμε και τέτοιες επισκέψεις. Τον ρώτησα τι ήθελε και μάλιστα τόσο πρωί. Μου απήντησε κάπως αυστηρά. «Είμαι ο Γενικό Επιθεωρητής των Μαθηματικών, ο κ. Ταμβακλής». Του παρεχώρησα τη θέση μου και στη συνέχεια τον ρώτησα για το σκοπό της επίσκεψής του. Σε αυστηρό πάλι ύφος μού είπε ότι ήρθε να επιθεωρήσει τον καθηγητή των Μαθηματικών. Το βλέμμα μου αστραπιαία στράφηκε στο συνάδελφο. Είχε χάσει το χρώμα του. Και δικαιολογημένα. Κεραυνός εν αιθρία. Χωρίς άλλη σκέψη απήντησα στον κ. Γενικό: «Αυτό δεν γίνεται. Ετοιμαζόμαστε για εκδρομή. Την υποσχέθηκα στους μαθητές». Τότε μου είπε: «Θα κρατήσετε δυο τμήματα». Δεν γίνεται, του είπα. Δεν έχουν ούτε τετράδια ούτε μολύβια μαζί τους. Δεν είδατε ότι κρατούν μπογαλάκια; Παρακωλύετε το έργο μου, κύριε, μού είπε ακόμη πιο αυστηρά! Θα έχετε ευθύνες. Δεν έδωσα σημασία παρά κοίταξα τον συνάδελφο διακριτικά. Ήταν κατάχλωμος.

Διαβάστε επίσης:

Μην επιμένετε κ. Γενικέ, δεν μπορείτε να τον επιθεωρήσετε. Ο κ. Ταμβακλής αγρίεψε. Θα είσθε υπεύθυνος και με αυστηρές συνέπειες, κύριε. Ήρθα από τη Θεσσαλονίκη, διακόσια χιλιόμετρα μακριά, κι εσείς τολμάτε να θέτετε εμπόδια στο έργο μου; Κύριε Γενικέ, εμείς εδώ ζούμε στην εξορία! Έπρεπε να μας ειδοποιούσατε για να κάνουμε άλλο πρόγραμμα. Δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Δεν μπορούμε να αναστατώσουμε διακόσια παιδιά. Κατέβασε τα φρύδια του και με συνεχιζόμενο αυστηρό ύφος ζήτησε να δει τα γραπτά των Μαθηματικών, της περιόδου Φεβρουαρίου. Τότε δίνανε γραπτές εξετάσεις και τον Φεβρουάριο.

Έβγαλα από το φοριαμό τα γραπτά, που ζήτησε. Τα ξεφύλλισε ένα ένα. Από κάποια έλειπαν οι υπογραφές των επιτηρητών! Ήθελε να με ενοχοποιήσει. Του απάντησα: κ. Γενικέ εγώ δεν ήμουν το Φεβρουάριο εδώ! Άλλος ήταν Διευθυντής. Εγώ ήρθα στις 7 Απριλίου. Μπορείτε να τον αναζητήσετε στην Καβάλα. Εκεί τον αποσπάσανε.

Είδε πως τραβούσα το σχοινί στα άκρα. Κράτησε κάποιες σημειώσεις κι ύστερα ζήτησε να γράψω ένα σημείωμα για τον συνάδελφο. Έγραψα μια ολόκληρη σελίδα με επαινετικά λόγια. Την υπέγραψα, τη σφράγισα και του την έδωσα. Την πήρε, σηκώθηκε με νεύρα και χωρίς να με αποχαιρετίσει μου είπε: «Θα έχετε συνέπειες!». Έκλεισε την πόρτα και έφυγε.

Ομολογώ ότι τον λυπήθηκα τον κ. Γενικό, ο οποίος προκαλούσε τον φόβο και τον τρόμο στους μαθηματικούς. Έμεινα για λίγο σκεφτικός κι ύστερα είπα μέσα μου: «Αλίμονο! Ένας άνθρωπος και μάλιστα δάσκαλος, ο οποίος “ελευκάνθη εν υπηρεσία” να συμπεριφέρεται έτσι σε εκπαιδευτικούς που διανύουνε τα πρώτα χρόνια της υπηρεσίας τους». Είχα μόλις κλείσει τα πέντε χρόνια στη Δημόσια Εκπαίδευση.

Ο κ. Γενικός φρόντισε ώστε το βιβλίο των Μαθηματικών, το οποίο συνέγραψε, να εισαχθεί στα Δημόσια Σχολεία ως διδακτικό. Δεν είχα τις γνώσεις να κρίνω την καταλληλότητά του. Άλλωστε δεν τα πήγαινα και καλά με τα Μαθηματικά, όμως μου έκανε αλγεινή εντύπωση πως από λόγους ευθιξίας έπρεπε να αρνηθεί, κι αν ακόμη τούτο προτείνανε οι αρμόδιοι.

Το επεισόδιο, δεν ξέρω πώς, έγινε γνωστό στους συναδέλφους στη Δράμα. Μου τηλεφώνησαν λέγοντάς μου πώς τόλμησα κι έκανα κάτι τέτοιο. Και η απάντησή μου: «Έκανα το χρέος μου». Απέφυγα να το κάνω σημαία! Έτσι μού το επέβαλε η συνείδησή μου κι έτσι έπραξα.

Είχα ήδη καμένη την κάπα μου και δεν με ένοιαζε. Σχεδίαζα να τα μουντζώσω και να φύγω από τη χώρα μου.