ΑΡΘΡΟ

Του Χάρη Δαμιανίδη

Απόφοιτου του τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης

 

 

«Οι χορτασμένοι μιλάνε

στους πεινασμένους

για τις μεγάλες μέρες

που θα ρθουνε»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

 

Την πείνα που «θερίζει» κυριολεκτικά μεγάλα κοινωνικά τμήματα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε κάθε χώρα της Ε.Ε., προσπαθεί να εκμεταλλευτεί με κάθε τρόπο η Ε.Ε. προωθώντας εκ νέου στην αγορά τα ληγμένα προϊόντα. Μια στρατηγική που στοχεύει στην περαιτέρω ενίσχυση των μονοπωλίων του αγροτοδιατροφικού συμπλέγματος, ανοίγοντας το δρόμο στη διάθεση ληγμένων τροφίμων ώστε οι καπιταλιστές και να απαλλάσσονται από περιττά κόστη για την καταστροφή των ληγμένων αλλά και να εισπράττουν ως αντάλλαγμα φοροαπαλλαγές και άλλα μέτρα ενίσχυσης. Αυτοί που δεκαετίες ολόκληρες πετούσαν στις χωματερές τα προϊόντα για να μην πέσουν οι τιμές αδιαφορώντας για τον κοινωνικό αντίκτυπο, σήμερα φοράνε τη μάσκα της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς. Γιατί, μήπως ξαφνικά νοιάζονται για την υγεία των πολιτών; Δεν υπάρχει χώρα της Ε.Ε. που να μην έχει ξεσπάσει κάποιο διατροφικό σκάνδαλο. Τι συμβαίνει λοιπόν σήμερα και προσπαθούν να προβάλλουν ένα ανθρώπινο πρόσωπο;

Τι σημαίνει η ύπαρξη ληγμένων προϊόντων; Σημαίνει ότι πρώτον μεγάλα κοινωνικά στρώματα δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καλύψουν βασικές διατροφικές ανάγκες τους, άρα λοιπόν φτώχεια και δεύτερον ότι έχουν παραχθεί πολύ περισσότερα προϊόντα από αυτά που χρειάζεται η κοινωνία. Γιατί η παραγωγή στον καπιταλισμό δεν γίνεται με γνώμονα την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών αλλά την εξαγωγή κέρδους. Υπάρχει δηλαδή αναρχία στην παραγωγή. Ο κάθε επιχειρηματίας που θέλει να παράγει ένα προϊόν αδιαφορεί εάν αυτό βρίσκεται σε πληθώρα στην αγορά. Τον ενδιαφέρει μόνο το κέρδος. Η σπατάλη τροφίμων είναι ένα πρόβλημα που απασχολεί μόνιμα την Ε.Ε. επειδή θεωρείται κόστος για τις βιομηχανίες, άρα λοιπόν μειώνει την ανταγωνιστικότητά τους. Αυτήν λοιπόν θέλει να ενισχύσει η Ε.Ε. με την ψήφιση διατάξεων για την προώθηση των ληγμένων προϊόντων. Με εκθέσεις της η Ε.Ε. γύρω από αυτό το ζήτημα ανοίγει δρόμους ώστε οι επιχειρηματικοί όμιλοι να είναι ποικιλοτρόπως κερδισμένοι. Στις προτάσεις η Ε.Ε. φροντίζει να διατίθενται τα ληγμένα για «φιλανθρωπικούς σκοπούς» και παροχή φοροαπαλλαγών και «οικονομικών κινήτρων» στις επιχειρήσεις για δωρεές τροφίμων σε «φιλανθρωπικές οργανώσεις» ώστε οι βιομήχανοι να κερδίζουν και από τα «σάπια» που θα «δωρίζουν». Έτσι λοιπόν θα ωφελούνται οι βιομήχανοι από τα ποσά που θα διέθεταν για να καταστρέψουν τα ληγμένα προϊόντα, από τις φοροαπαλλαγές που θα έχουν και θα καλλιεργούν την εικόνα του φιλάνθρωπου ευεργέτη προς την κοινωνία για να προωθούν αποτελεσματικότερα την εταιρική κοινωνική ευθύνη. Με ένα σμπάρο λοιπόν πολλά τρυγόνια. Με άλλα λόγια ενώ η αιτία για την ύπαρξη ληγμένων προϊόντων είναι η ίδια λειτουργία του καπιταλισμού, έρχεται από την άλλη η ίδια η Ε.Ε. να μεταθέσει την ευθύνη για τη διαχείριση της φτώχειας στα λαϊκά στρώματα.

Δεν χωρά αμφιβολία ότι η διάθεση ληγμένων τροφίμων θα επιδεινώσει την ήδη επιδεινωμένη υγεία του λαού. Η επίπτωση στην υγεία μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από μια γαστρεντερική διαταραχή, ειδικότερα στις ευαίσθητες ομάδες πληθυσμού. Ακόμη, δεν θα αποτελέσει παράλογο σενάριο αν τα δημόσια νοσοκομεία και οι παιδικοί σταθμοί αρχίζουν να προμηθεύονται ληγμένα τρόφιμα για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις περικοπές που έχουν γίνει στην Υγεία. Και ακόμη, μήπως η διάθεση ληγμένων προϊόντων θα δημιουργήσει ένα είδος κοινωνικού ρατσισμού απαξιώνοντας τις κοινωνικές ομάδες που θα είναι καταναλωτές αυτών των προϊόντων. Ανοίγοντας παραπέρα την οπτική μας διαπιστώνουμε ότι η διάθεση τέτοιων τροφίμων δεν είναι κάτι νέο στις ΗΠΑ. Σε έρευνα που διεξήγαγε το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας (USC) το 2009 παρατηρήθηκε ότι αυτή η πρακτική εφαρμοζόταν κατά κόρον σε περιοχές όπου διαμένουν φτωχά λαϊκά στρώματα ή στις κοινότητες των Αφρο – Αμερικάνων. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι το γεγονός αυτό «αντανακλά μια ιδιαίτερα σημαντική έλλειψη πρόσβασης σε ποιοτικά διατροφικά προϊόντα για μεγάλο τμήμα του πληθυσμού». Η κατάσταση είναι πιο εφιαλτική στην Ε.Ε. γιατί οι πολυεθνικές εταιρείες δεν έχουν καμία νομική υποχρέωση να τηρούν τα επιστημονικά στάνταρ για την υγιεινή και την ασφάλεια των προϊόντων που παράγουν. Αρκεί να εφαρμόζεται το σύστημα αυτοελέγχου HACCP (ΧΑΣΠ). Δηλαδή οι βιομήχανοι θα ελέγχουν τον εαυτό τους. Αστεία πράγματα.

Το πρόβλημα με τα ληγμένα προϊόντα δεν είναι τεχνικό, αν δηλαδή στις αποθήκες που θα φυλάγονται θα υπάρχουν οι σωστές συνθήκες υγρασίας, εξαερισμού αλλά είναι βαθύτατα πολιτικό. Με τις πολιτικές αυτές θέλουν να δημιουργήσουν ανθρώπους με χαμηλές απαιτήσεις που θα συμβιβάζονται με ένα πιάτο φαγητό ακόμη και άσχημης ποιότητας. Η οικονομική καπιταλιστική κρίση αποτελεί «πάτημα» για την ψήφιση τέτοιους είδους νομοθετικών διατάξεων. Η κοινωνία δεν θα πρέπει να συμβιβαστεί με τη φτώχεια, με αυτό που της πλασάρουν για ζωή και θα πρέπει να δει την ικανοποίηση των αναγκών της σύμφωνα με τις δυνατότητες που της προσφέρει η επιστήμη και τα τεχνολογικά επιτεύγματα. Από εμάς εξαρτάται να πιστέψουμε σε αυτή την προοπτική αρκεί να αποβάλλουμε την μοιρολατρία και την ηττοπάθεια.