ΑΡΘΡΟ
Του Γ.Κ. Χατζόπουλου
τ. Λυκειάρχη
ΚΟΝΤΑ ΣΤΙΣ ΡΙΖΕΣ ΜΑΣ
Η παρουσία του προσωπείου στην τέλεση των δρωμένων, το οποίο απολήγει σε υψικόρυφη κεφαλοστολή ή σε ευμεγέθεις αποφύσεις, δεν αποτελεί προνομιακή επινόηση και χρήση από μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων ή και από γεωγραφική περιοχή.
Το προσωπείο είναι σύμφυτο με την ίδια την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση.
Ο άνθρωπος του λαού ξεκίνησε από τη βαφή του προσώπου του χρησιμοποιώντας γήινα χρώματα, αλλά και χυμούς φυτών και καρπών καθώς και το αίμα των ζώων, τα οποία θήρευε.
Στη συνέχεια προχώρησε στην κατασκευή απτών προσωπείων από δέρματα ζώων ή πηλό, κυρίως από δέρματα αιγοπροβάτων, κάτι που το συναντάμε στα δρώμενα των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία τελούνται κατά τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου ή του Τριωδίου στην περιοχή μας (Καλή Βρύση, Μοναστηράκι, Ξηροπόταμος, Πετρούσα, Παγονέρι, Πύργοι, Νικήσιανη κ.α.).
Βέβαια το προσωπείο απέκτησε ιδιαίτερη διάσταση και ενισχύθηκε και σημειολογικά και σημασιολογικά από τη στιγμή, που οι πιστοί λάτρεις του διμήτορα θεού Διονύσου έπαψαν να αλείφουν το πρόσωπό τους με τρυγία (= ίζημα, κατακάθι κρασιού) παραχωρώντας τη λατρευτική λειτουργία του στο κορυφαίο είδος του λόγου, στο δράμα (τραγωδία, κωμωδία, σατυρικό δράμα).
Εύλογα γεννιέται το ερώτημα: Ποιοι ήταν οι λόγοι, που οδήγησαν τον πρωτόγονο άνθρωπο να προβεί στην επινόηση και στη χρήση του προσωπείου;
Κατά την ταπεινή μας άποψη προχώρησε στην επινόηση του προσωπείου για να απαλλαγεί από τον φόβο, τον οποίο του ενέπνεαν οι απροσδιόριστες και αόρατες δυνάμεις, οι οποίες φόβιζαν τόσο τον ίδιο, όσο και εμπόδιζαν την προσπάθειά του να οδηγήσει καλλιεργώντας την παντοτρόφα μάνα γη στην παραγωγή των διατροφικών αγαθών.
Όταν πια, με την πάροδο των χιλιετηρίδων, εξέλιπε ο φόβος, ο προερχόμενος από τις αόρατες δυνάμεις, η παρουσία του προσωπείου πήρε τη θέση τη σατυρική, κάτι που το συναντάμε στις ημέρες μας (Δωδεκαήμερο, Τριώδιο) με σκοπό να εκφράσει την ιοβόλο αντίδρασή του προς τις κάθε μορφής εξουσίες, κυρίως τις πολιτικές, για όσα αυτές άδικα και καταπιεστικά διαπράττουν εις βάρος του.
Συχνά οι ευρηματικές σατυρικές αντιδράσεις των λαϊκών στρωμάτων είναι τόσο εύστοχες, ώστε αβίαστα κερδίζουν την επιδοκιμασία όλων εκείνων, που τις παρακολουθούν.
Σήμερα η χρήση του προσωπείου εντελώς απογαλακτισμένη από τον αρχικό σκοπό της επινόησής του, περιορίζεται μόνο στον ρόλο της σάτιρας, που σκοπό έχει να τέρψει, αλλά και να εκφράσει αποτροπιαστικά συναισθήματα προς όλους εκείνους, που στέκονται αρνητικά απέναντί του. Είναι μια καλή ευκαιρία να εκτονωθεί ο λαός απ’ όσα βλέπει, αλλά και από όσα ακούει να σέρνουν οι δημιουργοί των σατυρικών δρωμένων εις βάρος των καταπιεστών.
Οι μαθητές του μεγάλου Αριστοφάνη θα συνεχίσουν να διαιωνίζουν στο διάβα του χρόνου την καυστική τους διάθεση, χωρίς να διστάζουν να εκφράζονται ενίοτε και χυδαία, διαιωνίζοντας τη λατινική ρήση: «Naturalia non turpia Sunt» (=Τα φυσικά πράγματα δεν είναι αισχρά). Ρήση η οποία καθόλου δεν ενοχλεί τους θεατές – ακροατές. Αντίθετα προκαλεί τον γέλωτα, που είναι τόσο αναγκαίος για τις ημέρες μας. Άλλωστε «βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόκευτος» υποστηρίξανε οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Αυτήν την αρχή τηρώντας ο σύγχρονος Έλληνας μετονόμασε τις μεταμφιέσεις με τη δάνεια λατινική ονομασία σε καρναβάλι (carne vale) με αναγκαίο συμπλήρωμα το προσωπείο.
Μιμούμενος τον ανώνυμο λαό οι επώνυμοι φορείς ενστερνίσθηκαν τη χρήση του προσωπείου για να καλύψουν αθέμιτες συμπεριφορές.