ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

 

ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

 

«Η ΣΙΜΙΚΛΗ ΤΗΣ ΧΑΛΔΙΑΣ»

Παύλος Γ. Αποστολίδης, Δρ. Θ., Μητροπολίτης Δράμας

σσ. 271, Θεσσαλονίκη, χ.χ., Εκδόσεις Κυριακίδη

 

Με επίμονη προσήλωση του βλέμματός του στην Ανατολή ο Σεπτότατος Ιεράρχης Δράμας κ. Παύλος, προσέφερε στους φιλαναγνώστες και φιλομαθείς ένα πολύ ενδιαφέρον πόνημα ως αντίδωρο ευγνωμοσύνης στους προπάτορές του Ποντίους, που ήρθαν (ή καλύτερα ξεριζώθηκαν με τη συνέργεια των Δυνατών της Δύσης) με την ψυχή χιλιοπληγωμένη, μα με το μυαλό καθάριο και την αληθινή πίστη στη μητέρα πατρίδα, αφήνοντας πίσω τους γη χιλιετηρίδων, ιερά προπύργια της Ορθοδοξίας, προσφιλή πρόσωπα αλειτούργητα και βορά των ορνέων.

Και παρά τα ανεπούλωτα τραύματα της ψυχής και του σώματος, προικισμένοι με αρετές ζηλευτές και αξεθώριαστες, επιδόθηκαν στο χτίσιμο μιας νέας Ελλάδας, βάζοντας στέρεα τα θεμέλια της οικονομίας της με μόχθο πολύ, παρά την αδικαιολόγητη αντίδραση των γηγενών, οι οποίοι τους αντιμετώπισαν ως αντιπάλους.

Και δεν είναι η πρώτη γραφή, που ο Σεπτότατος Ιεράρχης στρέφει νοερά και νοσταλγικά τη σκέψη του στην αγιοτόκο γενέτειρα της γενιάς του. Κορυφαία γραφή του η διδακτορική του διατριβή με θέμα αναφερόμενο στον Πόντο, τον οποίο συχνά επισκέπτεται. Το άρωμα της αγιασμένης Ανατολής είναι βαθιά ριζωμένο στην ψυχή του κι ας γεννήθηκε στην Ελλάδα.

Το νέο πόνημά του ευλαβικό μνημόσυνο στη γενέτειρα των προγόνων του εξικνείται σε 271 σελίδες σε σχήμα 14Χ21 και επιμελημένη έκδοση, με γλώσσα ρέουσα και άψογα ελληνική, χωρίς να λείπουν και κείμενα στη διάλεκτο του Πόντου, που δεν έχει το κουράγιο να πεθάνει.

Στον μεγάλο πρόλογό του, όπου αποτυπώνεται με σαφήνεια ο σκοπός της συγγραφής, ο Σεπτότατος Ιεράρχης τηρώντας το χρέος των συνειδητών συγγραφέων εκφράζει τις θερμές ευχαριστίες σ’ όλους εκείνους, που στάθηκαν δίπλα του στην επίπονη πορεία του.

Το όλο πόνημα διαρθρώνεται σε τέσσερα κεφάλαια, παράτημα κειμένων, πηγές – βιβλιογραφία και φωτογραφικό έγχρωμο υλικό.

Μετά το πέρας κάθε κεφαλαίου ακολουθούν οι αναγκαίες σημειώσεις, ενώ στις σελίδες 101-123 παρατίθεται διαφωτιστικός πίνακας ατόμων με καταγωγή από τη Σιμικλή.

Στον επίλογό του ο Συγγραφέας δεν κρύβει τη χαρά του, που έφερε εις πέρας το πόνημά του, κομμάτι αψεγάδιαστο της πολύπλαγκτης ιστορικής πορείας του Ελληνισμού του Πόντου, ο οποίος, αν και ελιθάσθη και εν φόνω μαχαίρας απέθανεν, έφερε βαθιά στη χόβολη της ψυχής του τις δύο μεγάλες αρετές, που την κοσμούσαν: την πίστη στην Ορθοδοξία και στον αγέραστο ελληνισμό, θανάσιμα αμαρτήματα για τους βάρβαρους και τους Δυνατούς της Δύσης.

Ορθώς πράττει ο Συγγραφέας παραθέτοντας ευρετήριο ονομάτων, στοιχείο πολύ απαραίτητο για τις σοβαρές συγγραφές.

Θα κλείσω με την αναφορά μου στο φωτογραφικό παράρτημα (σσ. 212-271). Προηγείται ο χάρτης του Πόντου και ακολουθούν επιμελημένες έγχρωμες εικόνες, όπου αποτυπώνονται οι ιεροί λατρευτικοί χώροι της περιοχής Σιμικλή με λακωνική, αλλά πολύ κατατοπιστική υποσημείωση.

Σε πολλές εικόνες είναι εμφανέστατη η αντίληψη για τον πολιτισμό και την ετεροδοξία, όπως την αντιλαμβάνονται οι πέραν του Αιγαίου γείτονες.

Αληθινό κόσμημα για τα ποντιακά γράμματα το πόνημα, δικαιούται να έχει μια εξαίρετη θέση στις ποντιακές, γιατί όχι και ελλαδικές βιβλιοθήκες.