ΑΡΘΡΟ
Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά
ATPL
AIRLINE PILOT
B737NG AIRBUS 320
(συνέχεια από το προηγούμενο)
Μετά την εξαγορά των τριών οικημάτων α) Της εφημερίδας Θάρρος, β) της Οικίας Τσιντου, γ) της Οικίας Πανταζίδη, το Δημοτικό Συμβούλιο νομιμοποίησε κάθε παραβατική κατάσταση που διέπεε τα κτίσματα αυτά και χάρη της ευεργεσίας ο αγοραστής απέκτησε τα εκ του νόμου νόμιμα δικαιώματά του. Και το βρίσκω λογικό, αφής στιγμής οι διαχειριζόμενοι τον νόμο του έδωσαν αυτήν την ευκαιρία, έργο της όποιας υπήρξε η άμεση διαπλάτυνση του πεζοδρόμιου σε 3,30 μετρά το οποίο αντιστοιχεί με τα τέσσερα ιδιόκτητα -το τονίζω ιδιόκτητα- πλακάκια πεζοδρόμιου της Οικοδομής μας, που χάρισε ο πατέρας μου για να διευκολύνει τη διάνοιξη της Οδού Αρμεν. Έτσι για την ιστορία, είχε μεσολαβήσει και ο τότε Σχεδιαστής του Δήμου Γιώργος Ασημακόπουλος.
Διαβάστε ακόμη: Η σημερινή Δημοτική Αρχή είναι ο τελευταίος καταστροφέας της οδού Άρμεν, προηγήθηκαν οι προηγούμενες (Μέρος Α’)
Στις δίκαιες οχλήσεις μου γιατί να δοθούν τα μέτρα για τόσο μεγάλο πεζοδρόμιο 3,30 αφενός και αφετέρου γιατί να γίνει για μια ακόμη φορά κλείσιμο πλάτους της οδού και αυτός ο διαχωρισμός, στο δε ερώτημά μου μιας και η οδός έχει συνέχεια, να γίνουν και τα υπόλοιπα πεζοδρόμια στο ίδιο μήκος, μου απήντησαν από την Τεχνική Υπηρεσία ότι αυτό δεν γίνεται και δεν είναι νόμιμο. Ενώ αυτά που έκαναν με την κατακρεούργηση της οδού ήταν νόμιμα; Να συμπληρώσω ότι επί της οδού Φωκίωνος, στο τμήμα πίσω από το ΙΚΑ, κρατήθηκε η κανονική ροη του πεζοδρόμιου ενώ από την Άρμεν τα πράγματα έγιναν διαφορετικά.
Σίγουρα το Νόμιμο δεν είναι τις περισσότερες φόρες και Ηθικό.
Απάντησαν ότι ο αγοραστής τα δικαιούται και ότι δεν έκλεισε η οδός, πράγμα το οποίο είναι καθ’ όλα ψευδές και φαίνεται άμεσα με την πρώτη ματιά. Να σας πως δε ότι οι εργάτες που δούλευαν για την εν γένει κατασκευή όλου του κτίσματος, μου είπαν ευθαρσώς ότι όταν ρώτησαν για το μεγάλο πεζοδρόμιο τους μηχανικούς, αυτοί τους είπαν να συνεχίσουν κανονικά, μιας και ούτε έλεγχος υπήρξε ούτε και κάποια αυτοψία.
Αυτά συμβαίνουν πάντα όταν… Και διηγώντας τα να κλαις.
Πάμε στο τρίτο κομμάτι της πολύπαθους Άρμεν από ενώσεώς της με Φωκίωνος μέχρι και την τελευτή της στην οδό Κ. Παλαιολόγου.
Σε αυτό το κομμάτι υπάρχει μια μικρή αλάνα, η οποία έχει τη δίκη της πονεμένη ιστορία.
Γύρω στο 1987-1990 ανακοινώνεται στους ιδιοκτήτες της περιοχής και ήσαν 5 άτομα, μεταξύ αυτών και ο Πατέρας μου, δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου ενάγοντος, ότι ο καθένας από αυτούς θα πρέπει να πληρώσει από ένα μη ευκαταφρόνητο ποσό προς εργολάβο, μιας και ο χώρος αυτός της αλάνας κατά τον ενάγοντα εναντίον του Δήμου άνηκε σε αυτόν. Όλο το παρασκήνιο δεν το γνώριζε ουδείς και εμφανίστηκε από το πουθενά, ο όποιος κατέφυγε Δικαστικά και η υπόθεσή του έφρασε μέχρι και στον Άρειο Πάγο εναντίον του Δήμου και κέρδισε την υπόθεση, αλλά ο Δήμος, ως συνήθως που διακρίνεται για την ανευθυνότητά του. μετέθεσε τις υποχρεώσεις του στους τότε ιδιοκτήτες γύρω από τον χώρο αυτόν και τότε θυμάμαι ο Πατέρας μου πλήρωσε γύρω στο ένα εκατομμύριο δραχμές, ποσό σοβαρό για την εποχή εκείνη. Μετά το γεγονός αυτό ο Δήμος προάγει τον χώρο αυτόν με τροποποίηση σε δικαιοδοσία του και ΟΥΤΕ ΓΑΤΑ ΟΥΤΕ ΖΗΜΙΑ.
Από τότε μέχρι σήμερα ο χώρος αυτός έχει καταντήσει ένας χώρος σκουπιδιών και παραβατικής στάθμευσης στιγμιαίας, ωρών, μέχρι και αορίστου χρόνου.
Εκατοντάδες οχλήσεις, δεκάδες τηλεφωνήματα στις υπεύθυνες Αρχές, οι οποίες τις περισσότερες φόρες ήταν απούσες στην πολύπαθη αυτή περιοχή, όπως και στην περιοχή του ΙΚΑ Δράμας, όπου η ανομία και η παραβατικότητα σε θέματα πάρκινγκ και παρκαρίσματος δεν περιγράφεται και όλοι σφυρίζουν αδιάφορα.
Μίλησα με παλαιότερους και νυν Δήμαρχους και υπεύθυνους Αντιδημάρχους, οι οποίοι δεν έκαναν και δεν ήθελαν να κάνουν τίποτε, μιας και υπήρχαν ιδέες να ομορφαίνει αυτό το κομμάτι της πόλης και να γίνει και ένας τόπος επισκέψιμος αλλά «αυτά είναι μεγάλα έργα» ήταν η απάντησή τους και δεν εκπλήσσομαι μιας και έχουν μάθει σε μικρά και βιτρίνας έργα.
Να θυμίσω στους αναγνώστες την καθημερινή παραβατικότητα της περιοχής η οποία δεν απασχολεί ουδεμία από τις επιβλέπουσας αρχές, με την ανομία να καλπάζει μιας και δεν υφίσταται καμιά τιμωρία.
Ερωτώ τη Δημοτική Αρχή το εάν νομίζει ότι οι κάτοικοι επί της οδού Άρμεν τους έχετε κατατάξει σε κατηγορίες Πατρικίων, Πληβείων και χαμαιτύπων; Δεύτερο, από πού και ποιος σας δίνει το δικαίωμα της μη ίσης εφαρμογής του νόμου σε ό,τι αφορά κάθε είδους κατασκευή, διαμόρφωση και προβολή της οδού; Και στο τέλος της γραφής αφής στιγμής δεν είμεθα ισότιμοι, γιατί να πληρώνουμε τα ίδια δημοτικά τέλη, αφού δεν απολαμβάνουμε ισότιμα από κάθε είδους από τις ενέργειες στις οποίες προβαίνετε;
Το ευτράπελο με την οδό αυτή είναι ότι με την κατασκευή του Μνημείου, το φαρδύ πεζοδρόμιο φθάνει σε κάποιο σημείο που είναι τόσο στενό μιας και η προβολή του Μνημείου είναι μνημειακά θηριώδης και έτσι ενώ το υπερθεμάτιζαν και το υπερθεματίζουν, βάζοντας και κολωνάκια προς αποφυγή παρκαρίσματος, άρα προάγεται η ευκολία πρόσβασης των ΑμεΑ, σε αυτό το σημείο το πεζοδρόμιο είναι τόσο στενό που θα πρέπει και υγιής πολίτης, να κατέβει στον δρόμο για να ανεβεί ξανά στο πεζοδρόμιο και να συνεχίσει την πορεία του σε αυτό, για τα δε άτομα με κινητικά προβλήματα στιγμιαία Άγγελος Κυρίου θα ταράξει «τω Ύδατι, στιγμιαία», θα γίνουν υγιείς, θα σηκωθούν από το καροτσάκι τους, θα κατεβούν του πεζοδρόμιου, θα περπατήσουν και θα ξανανεβούν συνεχίζοντας την πρότερη ανήμπορη κατάστασή τους, εάν αυτό δεν λέγεται τραγική ειρωνεία ενάντια σε κάθε νοήμονα πολίτη, δεν γνωρίζω το τι άλλο θα μπορούσε να χαρακτηρίσει αυτήν την τραγικότητα.
Εκατοντάδες είναι οι φόρες που τα έχω επισημάνει με κάθε τρόπο, αλλά μάλλον μιλούσα και μιλώ σε «Ώτα μη Ακουόντων» και το κυριότερο κάθε Δήμαρχος, Αντιδήμαρχος, όταν πολίτης προσπαθεί να υποδείξει και να επισημαίνει κάτι, το οποίο πιθανόν να διέφυγε από τους υπεύθυνους και είναι να διορθωθεί ή να λέγει την γνώμη του για κάτι που αφορά την Πόλη και τους Πολίτες, αυτόματα γίνεται εχθρικός προς αυτούς και ενοχοποιείται.
Το πως ο Πολίτης θα διαχειριστεί αυτό το πρόβλημα, αποτελεί δικό του θέμα, αλλα στην πλειοψηφία οι περισσότεροι υποχωρούν ή το αφήνουν το θέμα, μιας και δεν μπορούν να βγάλουν άκρη, ή παραμερίζονται από την αδιαφορία και την γραφειοκρατία.
Κλείνοντας, θέτω το θέμα το οποίο αποτελεί αναπόδεικτο της δικαιολογίας και της μη γνώσης άσκησης εξουσίας. Το γνωρίζω ότι κανείς από τους εμπλεκομένους πολιτικούς κάθε βαθμίδας δεν έχει γνώση διοίκησης ή από αυτούς που έχουν για χάρη της πολιτικής τους επιβίωσης ασκούν την αγαπημένη και πεπατημένη τους άσκηση της επίκυψης και ξεχνούν τα πάντα. Έτσι και αυτό το ανάγω στον Αρχαίο Αθηναίο Φιλόσοφο και Νομοθέτη Σόλωνα ο όποιος με τέσσερις λέξεις έλυσε το θέμα αυτό της άσκησης εξουσίας από αρχαιότατων χρόνων και αυτό δεν είναι άλλο από το περίφημο:
«Άρχεσθαι μαθών άρχειν επιστήσει» («Αν μάθεις να διοικείσαι, θα μάθεις να διοικείς»).
Η κάθε εξουσία χωρίζεται σε δημόσια και μη, αυτό σημαίνει ότι οι κάθε υφιστάμενοι υπάλληλοι υπακούουν στην κάθε διοίκηση που άγεται της υπηρεσίας τους βάση και του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα αλλά και του Όρκου που έδωσαν, μέσα στα πλαίσια άσκησης και νομιμότητάς τους, οπότε δεν καταλαβαίνω όταν μου λένε για υπάλληλους οι οποίοι αρνούνται να εφαρμόσουν οδηγίες, κανονισμούς, διοικητικές επιλογές, διαταγές της Διοίκησής τους, με γνώμονα ότι αυτοί μεν είναι διορισμένοι, και ασχόλαστοι και οι έτεροι αιρετοί. Αυτό το τραγελαφικό συμβαίνει μονάχα στην χώρα μας και αποτελεί παράβαση τόσο του δημοσίου συμφέροντος, όσο και του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα και επιφέρει κυρώσεις και ποινές.
Έτσι όπως διατείνονται και οι εντεταλμένοι να άρχουν εξουσία, αλλά και οι εντολοδόχοι προς εφαρμογή της, αφενός προκύπτει ότι δημιουργείται κενό εξουσίας σε κάθε επίπεδο και δεύτερο η μη εφαρμογή της άσκησης διοίκησης, επειδή ο καθείς υπάλληλος έχει το δικό του μπαϊράκι λόγω των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους, αλλά και της αναιδείας που υποδηλώνουν μετά από την είσοδό τους στην υπηρεσία τους και την μονιμότητά τους.
Αποτελεί το έναυσμα για να τους προσγειώσει το άρθρο του Συντάγματος που λέγει: «Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του κράτους και υπηρετούν το λαό, οφείλουν πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα» (Άρθρο 103, παρ. 1 Συντάγματος).