ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

τ. Λυκειάρχη

(συνέχεια από το φύλλο της Πέμπτης 19 Δεκεμβρίου)

Και τα τραγικά λάθη του παρελθόντος με το πιο ολέθριο τίμημα δεν μας συνέτισαν. Χωρίς να ολοκληρωθεί μισός αιώνας από τον ανελέητο ξεριζωμό και, αφού απαλλαγήκαμε από τη δυσβάσταχτη τριπλή κατοχή, και ενώ ακόμη η χόβολη στις στάχτες των ερειπίων, που άφησαν πίσω τους ο φασισμός και ο ναζισμός, ήταν καυτή, ενώ ακόμη το πένθος των αδικοχαμένων αγωνιστών και αμάχων κατέθλιβε τη ψυχή μας, ενώ η επιβίωσή μας έκρουε το καμπανάκι της συρρίκνωσης και του αφανισμού μας, ενώ η επικοινωνία ήταν δυσχερής και οι ερειπωμένοι οικισμοί έχασκαν, σημάδια απτά ότι από εδώ πέρασαν όχι άνθρωποι, αλλά κτήνη ανθρωπόμορφα, εμείς αναβιώσαμε το πλέον μισητό κομμάτι από το DNA μας, τον ολέθριο διχασμό. Γίναμε δυο κομμάτια και υψώσαμε κρυερά εγχειρίδια ο αδελφός εναντίον του αδελφού, ο γιος εναντίον του πατέρα, ο ομοχώριος εναντίον του ομοχωρίου του και, αντί να εναποθέσουμε στα ερμάρια της λήθης την απεχθή εικόνα της τέφρας και των ερειπίων, επιδοθήκαμε σ’ έναν αγώνα μίσους για να επαληθεύσουμε τον θυμόσοφο λόγο του λαού μας «Ποιος σου έβγαλε το μάτι; Ο αδελφός! Γι’ αυτό σου το έβγαλε τόσο βαθιά;».

Ούτε η μια ούτε η άλλη πλευρά υπήρξε άμοιρη ευθυνών. Δυστυχώς πέσαμε για μια ακόμη φορά στην παγίδα, που μας έστησαν οι μεγάλοι «φίλοι μας». Και μετατρέψαμε τον τόπο μας, τον ευλογημένο, σε απέραντο κοιμητήριο. Ως γνήσιοι απόγονοι του Σισύφου συνεχίσαμε τον επώδυνο αγώνα του για να ατενίσουμε την κορυφή. Δύσκολη η άνοδος και οδυνηρή. Και ενώ οι άλλοι χτίζανε το λαμπρό τους μέλλον, εμείς ιππεύαμε τη δυσκίνητη χελώνα για να τους συναγωνισθούμε στον δόλιχο. Πώς οραματίζεσαι τον κότινο, όταν ξεκινάς από το μηδέν κι ο άλλος από το είκοσι;

Δυστυχώς για μας δεν ισχύει ο λαϊκός λόγος «παθός μαθός». Πείσμονες και ανεπίδεκτοι μαθήσεως συνεχίζουμε να επαναλαμβάνουμε τα λάθη μας, λησμονώντας τον μύθο της θραύσης της δέσμης των βεργών. Γι’ αυτό και πληρώνουμε ακριβά τα λάθη μας. Ελάχιστα μας φταίνε οι άλλοι. Όταν εμείς φερόμαστε μυωπικά, εύπιστα και άνοα, εύλογο είναι να υφιστάμεθα τις σκληρές δοκιμασίες.

Έχουμε ανάγκη από σώφρονα νουν και κατασίγαση παθών. Κι ακόμη από μνήμη αξεθώριαστη. Διαφορετικά θα διαιωνίζουμε τον μύθο του Σισύφου. Όμως κάποτε πρέπει να βάλουμε μυαλό και εμείς ως λαός, αλλά και αυτοί, οι οποίοι με τη θέλησή τους αναλαμβάνουν να χειρισθούν τον οίακα του σκάφους της Πολιτείας. Ας ορθοδρομήσουμε όλοι.

Αυτό είναι το συμφέρον μας, αποφεύγοντας τις προκλήσεις και προσκλήσεις των υστερόβουλων σειρήνων.

Θα κλείσω το σημερινό ταπεινό μου άρθρο με την εξής προτροπή προς τους κάθε μορφής άρχοντες.

Αναρτήστε με έντονα στοιχεία ως προμετωπίδα στον Ναό της Δημοκρατίας (Βουλή), σε όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, σ’ όλους του δημόσιους χώρους, σε κάθε πλατεία, αλλά και σε κάθε δημόσιο χώρο τους σοφώτατους στίχους του εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού:

«Η Διχόνοια που βαστάει

ένα σκήπτρο η δολερή.

Καθενός χαμογελάει,

πάρ’ το λέγοντας και συ.

Κειο το σκήπτρο που σας δείχνει

έχει αλήθεια ωραία θωριά.

Μην το πιάσετε, γιατί ρίχνει

εισέ δάκρυα θλιβερά!»

(Διονυσίου Σολωμού, Ύμνος εις την Ελευθερίαν)