ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

Πλησιάζει το καλοκαίρι θα ‘ρθούνε τα μιλιούνια και θα σπάσουμε το ρεκόρ που θέλουμε. Καλοί, μέτριοι και ληγούρια τουρίστες, αλλά το εθνικό σπορ της φοροδιαφυγής θα σπάσει και πάλι το ρεκόρ του, σε μια καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσίδιο λόγω χρόνιας κρίσης χωράς, που έμαθε σε όσους ασχολούνται βιοποριστικά ή επενδύουν στον τουριστικό τομέα να δουλεύουν λίγους μήνες και να κάθονται και να ζουν πλουσιοπάροχα τους υπόλοιπους, μη έχοντας αποδώσει ούτε ένα ευρώ φορολογίας. Έτσι θυμήθηκα την Μύκονο που το παίζει ανεξάρτητο φορολογικό κρατίδιο όπως το Βατικανό.

Όλο το νεοελληνικό μεταπολιτευτικό καρκατσουλιό της λαμογιάς του λεκανοπεδίου, των ψευδοστάρ, των πρωινατζούδων, των κωλοξέκωλων, του δικηγόρου-μοντελοπνίχτη, των αεριτζήδων με τις ρωμαϊκές βίλες και τις αδήλωτες πισίνες όπου έβρεχαν τα επαρχιακά ποδαράκια τους και των φτερωτών μπαρόβιων που δόξασαν τη Μύκονο με τα καμώματα και τις τιποτολογίες τους, καταρρέει θλιβερά.

Και είναι σημαντικό, διότι αυτό το ωραιότατο εξάλλου νησί, στο οποίο κάποτε πήγαινε ο Καραγάτσης να γράψει, είχε εξελιχθεί σε σύμβολο της παπαροσύνης των προηγούμενων ετών, που τη συνέθεταν όλες οι πολιτικές ταξιανθίες και που ενίσχυαν οι λαϊκοί γόητες και τα γκαραζοτεκνά, ώστε να ολοκληρωθεί η σχιζοφρένεια.

Διαβάζω ότι βίλες 2,5 εκατ. ευρώ πωλούνται τώρα στην τιμή του ενός εκατ. και γενικώς υπάρχει φοβερό ξεπούλημα των πάντων, τώρα που αναγκάστηκαν να πληρώσουν φόρους, να ξεχρεώσουν εκείνα που χρωστούσαν επί χρόνια και να πάψουν τα ξεβράκωτα μεγαλεία εκείνων που πήγαιναν εκεί πέρα για να αλληλοθαυμάζουν το μεγαλείο τους απλωμένοι στις σεζλόνγκ, ενσαρκώνοντας συμπυκνωμένα την ημισκούμπρια ευδαιμονία της παρ’ αξίαν κονομησιάς και του ημιαυθαίρετου.

Κάποιοι ντόπιοι της πολεοδομίας έγιναν Κροίσοι, το τσιμέντο θριάμβευσε και τα κανάλια μάς τρέλαιναν διαρκώς με συνεχείς ανταποκρίσεις από τη Μύκονο για το τι μαγιό φορούσε η Μενεγάκη, ενώ περνούσε ο Γιακουμάτος τρώγοντας μια τυρόπιτα.

Μας είχαν μουρλάνει τόσα χρόνια με τη Μύκονο. Και πέρα από φαιδρό και κακόγουστο, το θέαμα ήταν και προκλητικό για τους υποφέροντες μικρομεσαίους, που έβλεπαν τα κανάλια και ήξεραν πως οι περισσότεροι από κείνους που λεζαντάρουν εκεί είναι ύποπτοι και έωλοι και διαπλεκόμενοι και χαυνοφλύαροι κι αντί να κρύβονται έσπευδαν εκεί να φανούν, να είναι στο κεντρικό κάδρο, μην και χάσει η Βενετιά βελόνι.

Aστραφτερές, κατάμαυρες λιμουζίνες περίμεναν τους πελάτες τους αλλά οι μισθωμένοι οδηγοί έπεσαν στα νύχια των εφοριακών, οι οποίοι ζήτησαν το αυτονόητο: αποδεικτικά εκμίσθωσης ήτοι τα αναγκαία φορολογικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την είσπραξη των μισθωμάτων άρα και την απόδοση των αναλογούντων φόρων. Σύμφωνα με πληροφορίες και στις τέσσερις περιπτώσεις που ελέγχθηκαν, δεν υπήρξε το παραμικρό φορολογικό στοιχείο κοινώς όλη η διαδικασία κινείται στη γκρίζα ζώνη της παραοικονομίας.

Ενδεικτικό του μεγέθους της απόκρυψης εισοδημάτων είναι ότι η ταρίφα ξεκινά από τα 800 ευρώ την ημέρα και όσο αυξάνονται τα κυβικά και γίνεται πιο… λαμπερή η μάρκα του αυτοκινήτου (άλλη τιμή έχει μια Bentley, άλλη μια Jaguar και πάει λέγοντας), τόσο ανεβαίνει ο λογαριασμός.

Τώρα με την κρίση έσπασε κι αυτό το ψευδο-λαμπερό βιζούνι. Οι κατεργάρηδες θα γυρίσουν στον πάγκο τους, τα μαγαζιά θα ρίξουν τις τιμές τους, και τα νοίκια, όπως μαθαίνω, διώχνουν πολλούς – είχαν φτάσει σε αστρονομικά μεγέθη, μέσα στη γενικότερη φούσκα και αυταπάτη.

Η Μύκονος είχε γίνει το συμπυκνωμένο και συμβολικό επέκεινα της αθηναϊκής φενάκης. Ο ανθός της ελαφρολαϊκής και βαυκαλιζόμενης πρωτοπορίας των νεόπλουτων ένιωθε ότι πρέπει να πάει εκεί για να καταξιωθεί – αν δεν είχε σπίτι στη Μύκονο, ένιωθε σαν να κάνει Χριστούγεννα χωρίς έλατο. Ήθελαν να τους βλέπουν εκεί, κι αυτό ήταν τεκμήριο ταξικού προβιβασμού, συμμετοχής στο κεντρικό παιχνίδι και προβολής στα αφρώδη ΜΜΕ, που έκαναν σχεδόν καθημερινή ανταπόκριση για το πού άπλωσε την αρίδα της η κάθε Γκρέτα Γκάρμπο των Άνω Λιοσίων.

Το πράγμα ήταν βέβαια κιτς και χαζοχαρούμενο, Αλλά το οδυνηρό, απ’ την άλλη, ήταν ότι αναδείκνυε το πρόσωπο μιας ψευδεπίγραφης Ελλάδας, με μια μεγαλοαστική τάξη που της έλειπε κάθε σοβαρότητα και περισυλλογή και μετριοπάθεια, από κείνην που διαθέτουν τα παλιά λεφτά και οι όντως μορφωμένοι πλούσιοι. Σκεφτόσουν: αν αυτοί οι άνθρωποι είναι από πάνω, τότε κάτι δεν πάει καλά.

Ο Ζαννής, που επί χρόνια ήταν το συνώνυμο της χλιδάτης διασκέδασης στα ξέφρενα πάρτι της Μυκόνου, ταυτίστηκε το 2009 με τη φοροδιαφυγή εκείνων που «έχουν και κατέχουν» και την κοινωνική πρόκληση της επίδειξης του πλούτου την ώρα που η χώρα βυθιζόταν. Και ήταν μια υπεραριστερή υπουργός για τα έσοδα, η Νάντια Βαλαβάνη, που του έδωσε τη δυνατότητα, την ταραγμένη άνοιξη του 2015, με το νομοσχέδιο των 100 δόσεων να πληρώσει τις «αμαρτίες» του προς την εφορία και τα δημόσια ταμεία. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο καταργήθηκε αργότερα, αλλά εντωμεταξύ εξυπηρέτησε την κυβέρνηση ώστε να συγκεντρώσει κάποια έσοδα και κάποιους λίγους μεγάλους οφειλέτες ώστε να «καθαρίσουν».

Την προσοχή των ξένων μέσων ενημέρωσης είχε τραβήξει το Νάμμος ήδη έναν χρόνο πριν, το καλοκαίρι του 2009, όταν το ΣΔΟΕ με την πολιτική του «blame and shame» ήθελε να δείξει ότι δεν υπάρχουν φορολογικά άβατα. Σε μία συναυλία του Αντώνη Ρέμου με 1.500 άτομα, η οικονομική αστυνομία ανακαλύπτει ότι δεν έχει κοπεί ούτε ένα εισιτήριο.

Ακόμα και σήμερα, αν κοιτάξει κανείς τις αρνητικές κριτικές του κλαμπ Οι κριτικές στο google γίνεται λόγος για «αδιαφάνεια και έλλειψη επαγγελματισμού στον τρόπο με τον οποίον επιλέγεται ποιος θα καθίσει» και «υπεροπτική στάση του προσωπικού που δεν ανταποκρίνεται στο επίπεδο της εξυπηρέτησης».

Και να τώρα που ήρθε η ώρα της κρίσης και πέφτουν ένα ένα τα πέπλα της Σαλώμης, και η ψείρα που είχε βγει στον γιακά τρέχει πανικόβλητη να κρυφτεί. Πάμε, μάλλον, σε μια νέα εποχή. Και σ’ αυτή την προοπτική ίσως και η Μύκονος να ξαναβρεί τον παλιό της καλό εαυτό, νέες ιεραρχίες, και να αποκτήσει άλλη, πιο ευγενή αίσθηση και έναν ακριβό τουρισμό, χωρίς τις φαιδρότητες και τα φτερά της γραφικής μεταπολίτευσης.

Η Μύκονος απευθύνεται στον φορτωμένο. Από όπου κι αν προέρχεται. Η Μύκονος δεν είναι Ελλάδα. Η Μύκονος είναι το ελληνικό Βατικανό. Είναι ανεξάρτητο κράτος. Κι έχει κατακτήσει αυτή την ανεξαρτησία της προ Μνημονίου.

Όχι, δεν ήμουν εκεί, αλλά ήταν άλλοι, πάρα πολλοί άλλοι. Για την ακρίβεια, περισσότερα από 1500 άτομα, που κατέκλυσαν το «πριγκιπάτο» του «Nammos» στην καθιερωμένη πλέον συναυλία του Αντώνη Ρέμου.

Eκατό γιούρο το ποτό στη συναυλία Βίσσης-Κοντσίτα. Στα όρθια. Στο καρεκλάτο το μαλλί πάει στα 450 γιούρο το κεφάλι. Με πλήρες μενού κι ένα ποτήρι (όλο κι όλο) σαμπάνια. Αν μιλάμε για πρώτο τραπέζι πίστα. Στα πίσω τραπέζια η τιμή στα δυόμιση κατοστάρικα το άτομο. Μίνιμουμ κατανάλωση. Αν είσαι σε πρώτο τραπέζι, δεν θα ανοίξεις μια-δύο σαμπάνιες Κριστάλ; Εύκολα. Οι καλοί τρόποι το επιβάλλουν, άλλωστε, το κάθε πρώτο τραπέζι σε τέτοια νταραβέρια να κάνει ένα δεκάρικο λογαριασμό.

Και μην βρεθεί κανείς να πει όλα αυτά σε συνθήκες Μνημονίου κι ότι ο θεός θα ρίξει φωτιά να μας κάψει, όπως τα Σόδομα και τα Γόμορα. Κάλεσε κανείς κανέναν να πάει στη συναυλία της Βίσση; Η Μύκονος άλλωστε δεν απευθύνεται στον Έλληνα. Ούτε στον μέσο Έλληνα. Η Μύκονος

Σε μια Ελλάδα που προσπαθεί να ξορκίσει την κρίση, η Ψαρού μοιάζει ανεξάρτητο κρατίδιο, όπου ο χρόνος κυλάει νωχελικά, οι διαθέσεις είναι πάντα ανεβασμένες και το πάρτι δεν τελειώνει ποτέ. Επιχειρηματίες συνεπικουρούμενοι από κοσμικές περσόνες και συνήθεις «μαϊντανούς» γλεντούν απενοχοποιημένα μέχρι το ξημέρωμα.