ΑΡΘΡΟ
Της Τόλης Καραγιαννίδου – Τσολπίδου
Συνταξιούχου τραπεζικής υπαλλήλου πρώην Α.Τ.Ε.
Παρακολουθώ συνεντεύξεις, διαβάζω γραπτό λόγο, βλέπω TV και σχολιάζω ό,τι «συναντώ».
Έωλος – Αίολος = Ομόηχες λέξεις που διαφέρουν στην ορθογραφία, την ετυμολογία και τη σημασία.
Έωλος το επίθετο που χρησιμοποιεί η πλειονότητα των Ελλήνων λανθασμένα, καθώς του αποδίδουν τη σημασία που στην πραγματικότητα έχει το επίθετο αίολος.
Επίθετο έωλος = έως/ηώς από την αρχαία Ελληνική γλώσσα, παράγωγο = αυγή, χάραμα, πρωί, ημέρα (μιας μέρας), χθεσινός (κυριολεκτική σημασία), παλαιός, ξεπερασμένος, απαρχαιωμένος (μεταφορική σημασία), μη νωπός, όχι φρέσκος, μπαγιάτικος αλλοιωμένος.
Σήμερα χρησιμοποιείται τον γραπτό λόγο, αντί για μπαγιάτικος, χωρίς εντύπωση ή ενδιαφέρον, ποτέ όμως το επίθετο έωλος με τη σημασία του αβάσιμος ή αστήρικτος (π.χ. έωλες υποσχέσεις, έωλες συμβάσεις, έωλα επιχειρήματα), αλλά επιβάλλεται να αντικαταστήσουμε το επίθετο έωλος με αίολος (Β. Στεργιόπουλος).
Επίθετο αίολος = αρχαία ελληνική λέξη (θεός ανέμων, ορμητικός, ασταθής), κινούμενος, ευκίνητος, άστατος, δόλιος, πανούργος, ολισθηρός, αστήρικτος (μεταφορική σημαία). Αίολα επιχειρήματα (αιωρούμενα), αίολες συμβάσεις.
Συμπέρασμα: Όταν θέλουνε να δηλώσουμε ότι κάτι στερείται λογικού ερείσματος ή επαρκούς στηρίξεως, ότι μπορεί εύκολα να ανατραπεί, ότι είναι αθεμελίωτο, σαθρό, αναξιόπιστο, αναπόδεικτο, μετέωρο, χρησιμοποιούμε το επίθετος αίολος και όχι έωλος.
ΥΓ. Για δυσάρεστες συνέπειες με μεγάλη αναστάτωση, αναφερόμαστε στον ασκό του Αιόλου… Άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και όλα έγιναν μαντάρα…