ΑΡΘΡΟ
Της Δήμητρας Ευθυμιάδου
Προπτυχιακής φοιτήτριας του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.
Προ ολίγων ημερών έλαβε χώρα η ψήφιση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Παιδείας, το οποίο περιλάμβανε ποικίλες αλλαγές. Κάποιες εξ αυτών αποτελούν ορθές κινήσεις, ενώ κάποιες άλλες όχι. Ωστόσο, σκοπός του συγκεκριμένου άρθρου δεν αποτελεί η επικρότηση ή η αποδοκιμασία των αλλαγών, σύμφωνα με υποκειμενικά κριτήρια, αλλά η προσέγγιση ενός κρίσιμου ζητήματος που αφορά την κοινωνία εν γένει.
Με αφορμή την αφαίρεση των μαθημάτων του κλάδου της Πολιτικής Επιστήμης και της Κοινωνιολογίας (Πολίτης και Σύγχρονος κόσμος Β’ Λυκείου, Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών Β’ Λυκείου, Κοινωνιολογία Γ’ Λυκείου και Ιστορία των Κοινωνικών Επιστημών Γ’ Λυκείου) και την επαναφορά των Λατινικών ως πανελλαδικώς εξεταζόμενο μάθημα, μου γεννήθηκαν κάποιες σκέψεις και απορίες. Η βασικότερη εξ αυτών είναι το εάν πράγματι ο μέσος ενήλικος πολίτης έχει λάβει την πολιτική παιδεία που θα έπρεπε.
Ο μαθητής και μελλοντικός πολίτης, κατά την διάρκεια της σχολικής του πορείας διδάσκεται ελάχιστα μαθήματα πολιτικής παιδείας, τα οποία όμως είναι απαραίτητα για την διαμόρφωση ενός ελεύθερου, ενημερωμένου, κριτικά ώριμου και υπεύθυνου πολίτη. Φυσικά, μείζον πρόβλημα, εκτός από τον ανεπαρκή χρόνο που αφιερώνει στην πολιτική διαπαιδαγώγηση το Ελληνικό σχολείο, αποτελεί και ο τρόπος με τον οποίο διδάσκονται τα συγκεκριμένα μαθήματα στους μαθητές. Η στείρα αποστήθιση του εκάστοτε βιβλίου, αν μη τι άλλο δεν βοηθάει στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και του εμπλουτισμού γνώσεων στα πεδία της Πολιτικής, της Οικονομίας, του Δικαίου και της Κοινωνιολογίας. Μια καλύτερη προσέγγιση του μαθήματος, με διδασκαλία μέσω συμμετοχικών και βιωματικών μεθόδων, ίσως να έδινε πνοή στην πραγματική ουσία των μαθημάτων αυτών, που δεν είναι άλλη από την μαθητεία στη δημοκρατία.
Σε μια φιλελεύθερη δημοκρατική Ευρωπαϊκή χώρα θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο, ότι ο πολίτης θα γνωρίζει -τουλάχιστον στοιχειωδώς- τους θεσμούς της πολιτείας του, τις βασικές αρχές του Συντάγματος, την λειτουργία των πολιτικών κομμάτων, τα εκλογικά συστήματα, τους διεθνείς οργανισμούς και τους βασικούς θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι όμως η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική. Παρατηρούμε μια τάση απαξίωσης της πολιτικής παιδείας και της αγωγής του σύγχρονου πολίτη, την ίδια στιγμή που ο μαθητής πασχίζει να είναι άριστος στα υπόλοιπα μαθήματα γενικής παιδείας. Και αναρωτιέμαι… Τι νόημα έχει να γνωρίζει κανείς επί παραδείγματι λατινικά, εάν δεν έχει αφομοιώσει τις βασικές αρχές που θα του είναι απαραίτητες για να προσαρμοσθεί μέσα σε μια κατεξοχήν πολιτική κοινωνία;
Καθώς η κοινωνία είναι θεμελιωμένη πάνω στην πολιτική και στην διπλωματία, θα έπρεπε να θεωρείται απαραίτητο, εάν όχι δεδομένο, ο αυριανός πολίτης να δύναται να ανελιχθεί μέσα σε αυτήν, να εκφράσει μια άποψη τεκμηριωμένη και να σκεφτεί κριτικά πριν δεχτεί οποιαδήποτε πληροφορία. Ωστόσο, συνειδητοποιούμε καθημερινά ότι σημαντικού μεγέθους μερίδα των πολιτών δεν κατέχει κανένα από τα παραπάνω εφόδια και χάνεται μέσα στις δαιδαλώδεις σχέσεις εξουσίας και την παραπληροφόρηση. Ο μέσος πολίτης γίνεται συχνά αποδέκτης αλλά και πομπός ψεύτικων και αβάσιμων ειδήσεων, επηρεάζεται με ευκολία από διάφορες θεωρίες συνομωσίας και εκφράζει απόψεις ατεκμηρίωτες, που προκαλούν ένα φαύλο κύκλο αμάθειας. Και δυστυχώς όλα τα παραπάνω αποτελούν αποτέλεσμα της ελλιπούς πολιτικής διαπαιδαγώγησης.
Από αρχαιοτάτων χρόνων, ο φιλόσοφος Αριστοτέλης είχε υποστηρίξει στο έργο του «Πολιτικά», ότι ο άνθρωπος είναι φύσει ζώον πολιτικό. Ένα όν, που ασχολείται με την πολιτική δραστηριότητα, καθώς η φύση του είναι τέτοια, ώστε μόνο σε μια πόλη να μπορεί να επιτύχει την ολοκλήρωσή του. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Σωκράτη η πολιτική είναι μέγιστη τέχνη και καλλίστη αρετή, γι’ αυτό στόχος της πολιτικής οφείλει να είναι η ηθική βελτίωση των πολιτών. Δυστυχώς, οι σύγχρονοι πολίτες δεν διακατέχονται από αξίες και ιδανικά σχετιζόμενα με την πολιτική δραστηριότητα, αλλά αποδοκιμάζουν και απαξιώνουν εν γένει την πολιτική και αυτό συμβαίνει για μια σειρά από λόγους.
Η λεγόμενη πολιτική απάθεια, που εντοπίζεται κυρίως σε νεαρή ηλικιακά μερίδα πολιτών, είναι σύμφυτη τόσο με την έλλειψη πολιτικής παιδείας, όσο και με την διαστρέβλωση της έννοιας της «πολιτικής». Υπάρχουν δύο περιπτώσεις πολιτικής απάθειας. Η πρώτη αφορά τον αδιάφορο και αμαθή πολίτη, που δεν επιθυμεί να λάβει πολιτική και κοινωνική γνώση και απέχει ηθελημένα από οποιαδήποτε πολιτική διαδικασία. Η δεύτερη περίπτωση είναι αυτή που αντί για αμάθεια, υπάρχει ημιμάθεια και εδώ ακριβώς περιπλέκονται τα πράγματα. Οι αποσπασματικές και ανεπαρκείς γνώσεις, σε συνδυασμό με την κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης και την αποδοκιμασία της εκάστοτε κυβέρνησης, οδηγούν σε λανθασμένα συμπεράσματα. Ένα από αυτά είναι η άκριτη ταύτιση της θεμιτής πολιτικοποίησης με την δογματική κομματικοποίηση, με αποτέλεσμα την επικράτηση μιας αποπολιτικοποιημένης και ωχαδερφικής τάσης που μεταφράζεται στο «δεν θα ψηφίσω εγώ, ας ψηφίσουν οι άλλοι» ή στο «όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι».
Συνοψίζοντας, πιστεύω ακράδαντα ότι η διδασκαλία της πολιτικής παιδείας είναι εξαιρετικά σημαντική και απαραίτητη, αλλά ταυτόχρονα και υποβαθμισμένη στην χώρα μας. Την ίδια στιγμή που στο εξωτερικό οι πολιτικές και γενικότερα οι κοινωνικές επιστήμες ακμάζουν και βρίσκονται στο επίκεντρο της γνώσης, στην Ελλάδα ωθούνται στην παρακμή και από αυτούς που άρχουν και από αυτούς που άρχονται. Για να αλλάξει αυτό πρέπει ο πολίτης από νεαρή ηλικία να αντιληφθεί την χρησιμότητα της πολιτικής παιδείας και να την διδαχθεί με τρόπο τέτοιο, ώστε να την αγαπήσει. Ίσως τότε καταφέρουμε πραγματικά να κάνουμε ένα βήμα μπροστά!
*Το άρθρο της κ. Ευθυμιάδου δημοσιεύτηκε στο blog PoliticsToday.news.blog