ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

τ. Λυκειάρχη

 

Β. Στα ιστορικά χρόνια

 

Συνεχίζοντας τον τρόπο και το είδος διατροφής των αρχαίων μας προγόνων, θα αναφερθούμε σήμερα στα ομηρικά και κλασικά χρόνια.

Οδηγός μας για τα ομηρικά χρόνια θα είναι η Οδύσσεια, και συγκεκριμένα η ραψωδία α, όπου διαβάζουμε: «Κάποιοι να κομματιάζουν άφθονα τα κρέατα (στ. 126)», ή «ενώ η σεβαστή κελάρισσα είχε την έγνοια να τους φέρει ψωμί (στ. 157)», ή «στα χέρια του σηκώνοντας ο τραπεζάρχης δίσκους με κρέατα (στ. 159), ή «και κάθε τόσο ο κήρυκας περνούσε, γεμίζοντας κρασί τα κύπελλα τους (στ. 161)».

Από τα τραπέζια, που στρώνονταν για τους μνηστήρες – επίδοξους συζύγους της Βασίλισσας Πηνελόπης-, πληροφορούμεθα ότι οι συνήθεις τροφές ήταν το ψωμί και το κρέας, που συνοδεύονταν από νερωμένο κρασί (αποφεύγανε τον άκρατο οίνο).

Η άφθονη παράθεση κρεάτων (μήλα αδινά = παχιά πρόβατα και γίδια, αλλά και βόδια με κέρατα στριφτά και πόδια λοξά σφάζουν κάθε μέρα οι μνηστήρες) οφείλεται στο τεράστιο ζωικό κεφάλαιο, το οποίο διαθέτει το βασίλειο του Οδυσσέα και το οποίο κατασπαταλούν ασύστολα οι απερίσκεπτοι μνηστήρες. Από το διατροφικό κατάλογο δεν λείπει και η χρήση λαδιού, τόσο πολύτιμου διατροφικού είδους.

Το ψωμί δεν παρασκευάζεται μόνο από σιτάρι, αλλά και κριθάρι, και μάλιστα σε μεγάλες ποσότητες και ψήνεται σε φούρνους κατασκευασμένους από πηλό. Είναι τόσο ευρεία η χρήση του ψωμιού (σταρένιου ή κρίθινου), ώστε ο Όμηρος να χαρακτηρίζει τους Ιθακήσιους αρτοφάγους.

Όσο φειδωλή είναι άντληση διατροφικών πληροφοριών κατά τους ομηρικούς χρόνους, άλλο τόσο είναι πληθωρική κατά τους ιστορικούς χρόνους.

Τώρα η διατροφή δεν αρκείται μόνο στην ικανοποίηση του στομάχου και των αισθήσεων, αλλά παίρνει και τη μορφή διασκέδασης, ενώ δίδεται η ευκαιρία για τη σμίλευση ανώτερου ποιοτικά λόγου. Το τελευταίο οδηγεί στη γένεση φιλοσοφικού και διαλεκτικού λόγου. Κορυφαίες μορφές των κλασικών γραμμάτων μας άφησαν τεράστιας διαχρονικής σημασίας κείμενα, επονομαζόμενα συμπόσια (Πλάτων, Ξενοφών, κ.α.).

Επισκεπτόμενος κάποιος νοερά ένα τραπέζι στην Αθήνα του Περικλή, θα εύρισκε απλωμένα πάνω του: χόρτα, κρεμμύδια, ελιές, κρέας, ψάρια, φρούτα, γλυκίσματα, σύκα, ποικιλία θαλασσινών (κοχύλια, μαλάκια, σουπιές, καλαμάρια), που αφθονούσαν στις ακτές της Εύβοιας και προσπορίζανε τόσο πλούτο στην πόλη, ώστε αυτή είχε ως διακριτικό της σήμα επάνω στα νομίσματά της το καλαμάρι.

Οι Αθηναίοι έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση στα χέλια της Κωπαΐδας, που ήταν απαγορευτικά για το βαλάντιο των φτωχών. Οι τελευταίοι αρκούνταν στην κατανάλωση τόννου, και κυρίως των μικρών ψαριών (σαρδέλας, αντζούγιας). Και αν κάποτε συνέβαινε να ανέβει η τιμή των μικρών ψαριών, προκαλούσε αναστάτωση στα λαϊκά στρώματα, γιατί θα στερούνταν το πολύτιμο αυτό είδος διατροφής.

Τα ψάρια, εκτός από νωπά, πωλούνταν και παστά από πλανόδιους εμπόρους. Παστό η καπνιστό πωλούνταν και το κρέας από πλανόδιους εμπόρους.

Τη διατροφή των Αθηναίων συμπλήρωναν και οι ξηροί καρποί ως επιδόρπια (τράγημα) (καρύδια, στραγάλια, κουκιά, φυστίκια αιγυπτιακά και άλλα). Ως επιδόρπια χρησιμοποιούνταν και νωπά φρούτα, όπως σύκα, σταφύλια, ελιές. Θα πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι οι Αθηναίοι αναγορεύσανε τη συκή σε ιερό φυτό. Γι’ αυτό και όποιος συλλαμβανόταν να αφαιρεί καρπούς ή να καταστρέφει συκιές τιμωρούνταν αυστηρά. Όσοι δε κατείγγελναν τους δράστες, ονομάζονταν συκοφάντες (φανέρωναν τους δράστες των σύκων). Με την πάροδο όμως του χρόνου ο νόμος εκφυλίστηκε, όπως συνέβη και με άλλους πιο σοβαρούς, όπως ο οστρακισμός, και χρησιμοποιήθηκε ως μέσο εκδίκησης για προσωπικές διαφορές. Έτσι συκοφάντες εκαλούντο πλέον οι ψευδώς καταγγέλλοντες, όπως συμβαίνει και σήμερα.

Πρόβλημα στη διατροφή υπήρχε με τη χρήση του σιταριού. Η Αττική γη παρήγαγε ελάχιστες ποσότητες σιταριού με αποτέλεσμα οι Αθηναίοι να εισάγουν σιτάρι από τον κάμπο της Αν. Μακεδονίας ή από τις χώρες του Ευξείνου Πόντου. Αυτή η δυσκολία στην προμήθεια σιταριού οδήγησε στο φαινόμενο της αισχροκέρδειας, με αποτέλεσμα να αναγκάσει τον ρήτορα Λυσία να εκφωνήσει το λόγο του «Κατά Σιτοπωλών».

Η περιορισμένη ύπαρξη σιταριού περιόρισε τη χρήση σταρένιου ψωμιού μόνο από τους ευπόρους, ενώ οι φτωχοί αρκούνταν στη χρήση κριθαρένιου.

Από τα κρέατα φθηνό ήταν το χοιρινό, λόγω της αφθονίας γουρουνιών, που πολλαπλασιάζονταν σε μικρό χρονικό διάστημα και γεννούν αρκετά. Εκτός από τη διατροφή οι χοίροι χρησιμοποιούνταν και για τις θυσίες, αφού κόστιζαν φθηνά.

Η αφθονία των αμπελιών στην Αττική διευκόλυνε τη μεγάλη παραγωγή κρασιού, που δεν έλειπε από το τραπέζι. Μεγάλες μάλιστα ποσότητες εξάγονταν και στο εξωτερικό μέσα σε πήλινα αγγεία. Ναυάγια μας έφεραν στο φως τεράστιους αμφορείς μεταφοράς κρασιών.

Εδώ σημειώνω ότι τον οίνο δεν τον έπιναν σκέτο, αλλά αναμεμειγμένο με νερό (κρασί). Μόνο οι Θρακιώτες ονομάζονταν ακρατοπότες.

Σας έδωσα σε αδρές γραμμές τη διατροφή των αρχαίων μας προγόνων, αντλώντας στοιχεία από αρχαίους συγγραφείς (κυρίως).

Σημείωση: Για τη διατροφή των Σπαρτιατών θα αναφερθούμε σε προσεχές άρθρο μας.