ΑΡΘΡΟ

Της Χαράς Κεφαλίδου

Βουλευτού Ν. Δράμας

Τομεάρχη Παιδείας Κινήματος Αλλαγής

 

 

Αν το παιδί μου επέστρεφε σπίτι μετά από μια μέρα στην πανεπιστημιακή σχολή που φοιτά και στην οποία πέρασε μετά από άπειρες ώρες σχολείου, φροντιστηρίων, ή ιδιαίτερων και μελέτης, δαρμένο, τραμπουκισμένο και τραυματισμένο, θα θύμωνα; Θα εξαγριωνόμουν;

Αν μαζί με τον φόρο εισοδήματος, τον ΕΦΚΑ, τη ΔΕΗ, τον ΕΝΦΙΑ ερχόταν και ένας λογαριασμός της τάξης των δέκα ή είκοσι χιλιάδων ευρώ να πληρώσω σε 12 -24 δόσεις στο ελληνικό δημόσιο για τις φθορές που προξένησε το «βλαστάρι» μου, που δεν σπουδάζει μεν, όμως περνάει που και που να βγάλει τα επαναστατικά του ένστικτα στις πανεπιστημιακές αίθουσες, θα θύμωνα; Θα εξαγριωνόμουν;

Αν η απάντηση στα παραπάνω υποθετικά ερωτήματα είναι καταφατική, μπορούμε να μπούμε στη μεγάλη συζήτηση της, εσφαλμένα λεγόμενης, κατάργησης του ασύλου. Αν είναι αρνητική, μην διαβάσετε παρακάτω, ζούμε σε διαφορετικούς κόσμους.

Το πανεπιστημιακό άσυλο συστήθηκε για να παραχωρήσει στην πανεπιστημιακή κοινότητα – αποκλειστικά σε αυτήν – απόλυτη ελευθερία στην επιλογή του προγράμματος και του τρόπου διδασκαλίας επιστημών και τεχνών.

Αποκλειστικός του σκοπός παραμένει η προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας.

Όση σχέση μπορεί να έχει η βιαιοπραγία με την εκπαιδευτική διαδικασία, άλλη τόσο έχει και η προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας με την ανεξέλεγκτη δυνατότητα πάσης φύσης παρανομίας εντός των χώρων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

Ένα ζήτημα ανομίας που επιτρέψαμε στο όνομα της ελευθερίας, συγχέοντας την με την ασυδοσία, να γίνει τόσο τεράστιο που τρομοκρατεί μεγάλο μέρος της κοινωνίας, παραβιάζοντας συλλήβδην όλες μαζί τις ατομικές ελευθερίες, δεν είναι από αυτά που προσφέρονται για λεονταρισμούς, επίδειξη πολιτικής ισχύος και συναγωνισμό δημοκρατικότητας.

Κι όσο κι αν βολεύει την πολιτική εκμετάλλευση η δημιουργία μιας «σημαίας» που σήμερα βαφτίσαμε άσυλο, και αύριο κάτι άλλο, η αλήθεια είναι ότι δεν οφείλονται οι χρόνιες παθογένειες στην ελληνική εκπαιδευτική διαδικασία στην ύπαρξη του πανεπιστημιακού ασύλου, το οποίο έτσι κι αλλιώς προστατεύεται συνταγματικά και θα συνεχίσει να προστατεύεται ως αυτό που πραγματικά είναι και αυτούς που πράγματι αφορά την πανεπιστημιακή κοινότητα (διδάσκοντες και φοιτητές).

Η όλη συζήτηση μάλλον θέλει να κρύψει κάτω από το χαλί μια απλή τρομακτική αλήθεια: Ο φόβος και η ατολμία, συνεπακόλουθα και η συρρίκνωση της ελευθερίας, είναι διάχυτη στα πανεπιστήμιά μας. Τόσο διάχυτη που ξεπερνά τη δημοκρατική ευθύνη των πανεπιστημιακών αρχών, που προτιμούν να παραμένουν απαθείς ή να κάνουν τους ανυποψίαστους μπροστά στην εξόφθαλμη παραβίαση του ασύλου από κάθε είδους ρωμαλέους μπαχαλάκηδες, συλλογικότητες λιανεμπόρων ναρκωτικών λοιπών μικροπωλητών λαθραίων και κάθε είδους παρανόμων.

Φτάνει άραγε η εξαγγελλόμενη κακώς λεγόμενη κατάργηση του ασύλου να απαλλάξει τα ΑΕΙ από τα τεράστια προβλήματά τους; Ασφαλώς όχι.

Η αποκατάσταση της έννοιας του πανεπιστημιακού ασύλου είναι μόνο μια καλή αρχή. Δείχνει μια πρόθεση αποκατάστασης της κανονικής λειτουργίας των πανεπιστημίων. Μέχρι εκεί μπορεί να φτάσει. Το νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει από το 2011. Η πολιτική βούληση έλειπε. Οι εξαγγελίες της νέας Κυβέρνησης περί άμεσης κατάργησης του ασύλου δεν θα λύσουν τα προβλήματα της παιδείας. Στην καλή περίπτωση περισσότερο μοιάζουν με ανανέωση μιας υπόσχεσης ότι ένας νέας άνεμος δημιουργίας θα αρχίσει να δροσίζει το ξερό αφιλόξενο τοπίο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Στη χειρότερη το άσυλο θα γίνει μια ακόμη μεγάλη «σημαία» που θα κρύψει τις πολιτικές ανεπάρκειές μας.

 

*Το άρθρο της κ. Κεφαλίδου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» την Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019