Άρθρο του Στέφανου Τανιμανίδη

Με τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία 40 χρόνια στην καυτή περιοχή της Μεσοποταμίας και με το ενδεχόμενο της δημιουργίας Κουρδικού κράτους, η Τουρκία φαίνεται πως βρίσκεται μπροστά στο ενδεχόμενο μιας πιθανής ομοσπονδοποίησης της και για αυτό εντείνει τις επιθέσεις της προς τους Κούρδους και φέρνει στην επιφάνεια τα σχέδια της για την αναβίωση των συνόρων της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Ο σημερινός Πρόεδρος της Τουρκίας κ. Ταγίπ Ερντογάν, που βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας του τα τελευταία είκοσι χρόνια, θέλοντας να αποδoμήσει τον Κεμαλισμό, που αποτέλεσε το θεμέλιο ιδεολογικό λίθο της δημιουργίας της σύγχρονής Τουρκικής Δημοκρατίας, επαναφέρει στο προσκήνιο το αυτοκρατορικό όραμα των Τούρκων με σημείο αναφοράς του όχι πια τον Κεμάλ, αλλά τον Μωάμεθ τον πορθητή και επιχειρεί έτσι να επαναφέρει τις εδαφικές βλέψεις και διεκδικήσεις της Τουρκίας, όπως αυτές προβλέπονται στο Εθνικό συμβόλαιο του 1920.

Όπως προκύπτει από έγγραφα που έχουν δει την δημοσιότητα, στις 28 Ιανουαρίου 1920 οι βουλευτές της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης υιοθέτησαν τον Εθνικό Όρκο η Εθνικό Συμβόλαιο, με το οποίο τα σύνορα της Τουρκίας έπρεπε να αποκατασταθούν όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί στις 17 Οκτωβρίου 1918 (το σημερινό δόγμα της Τουρκίας για την Γαλάζια Πατρίδα) με την υπογραφή από μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των δυνάμεων της Αντάτ, της συνθήκης του Μούδρου.

Με την απόφασή της αυτή η Εθνοσυνέλευση επιχείρησε τότε να θέσει τους όρους της προς τους νικητές του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, προκειμένου να υπογράψουν συνθήκη ειρήνης μαζί τους.

Αυτή την απόφαση υιοθέτησε και ο Μουσταφά Κεμάλ πασάς που στη συνέχεια μεταβίβασε ως μυστική διαθήκη στους πολιτικούς επιγόνους του. Αφού, σύμφωνα με δηλώσεις του τότε βουλευτή Γιαλτσίν Κοτσάκ, του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδας (ΑΝΑΡ), που ίδρυσε ο Τουργκούτ Οζάλ, ο Κεμάλ είχε μυστική διαθήκη για τη Μοσούλη.

Ο Μουσταφά Κεμάλ πασάς, σύμφωνα με επίσημα έγγραφα που έχουν δει την δημοσιότητα, σε συνομιλία που είχε το 1937 με τον Αμερικανό στρατηγό Μακάρθουρ, του είχε πει μεταξύ άλλων και τα εξής:

«Αν μου το επιτρέψει ο Θεός κατά τη διάρκεια της ζωής μου, θα ξαναπάρω πίσω τη Μοσούλη, το Κιρκούκ και τα νησιά. Θα προσαρτήσω και θα κάνω μέρος της τουρκικής επικράτειας τη Θεσσαλονίκη και τη δυτική Θράκη».

Στη συνέχεια, όπως ισχυρίζεται ο Κοτσάκ, ο μετέπειτα πρωθυπουργός και ενορχηστρωτής το 1974 της εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο, Μπουλέντ Ετζεβίτ, του εκμυστηρεύτηκε ότι και ο πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού του είπε:

«Δεν ήταν κατάλληλες οι συνθήκες τότε και δεν μπορέσαμε να τα πάρουμε. Αν οι συνθήκες το επιτρέψουν κάποτε, είναι καλό για την Τουρκία να πάρει τη Μοσούλη. Δεν πρέπει να το ξεχνάς αυτό».

Με τη σειρά του ο πρωθυπουργός στης εισβολής στην Κύπρο Ετζεβίτ, μεταβίβασε αυτή τη διαθήκη στον Πρόεδρο Αχμέτ Νετζτέτ Σεζέρ, λέγοντάς του ότι. «κ. Πρόεδρε εγώ, μόλις βρήκα κατάλληλες συνθήκες, πήρα την Κύπρο».

Ενώ, το 1991, ο τότε πρωθυπουργός Τουργκούτ Οζάλ επιχείρησε να κάνει πράξη αυτή τη διαθήκη, όταν δέχτηκε πρόταση του προέδρου των Η.Π.Α. Τζωρτζ Μπους να συμμετέχει η Τουρκία στην επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου», με αντάλλαγμα τη Μοσούλη.

Στο πρόσφατο παρελθόν ο πρώην πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου, στενός τότε συνεργάτης του κ. Ερντογάν, επιχειρώντας να αναβιώσει ένα νέο μουσουλμανικό τόξο δήλωσε πως «η Τουρκία πρέπει να ενδιαφέρεται για τους αδερφούς της στον ευρύτερο μουσουλμανικό, σουνιτικό κόσμο».

Επίσης το τελευταίο διάστημα ο Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, με συνεχείς δημόσιες δηλώσεις του όπως, «η Τουρκία δεν είναι μόνον η Τουρκία, αφού εκτός από τα σημερινά σύνορα της χώρας μας που ορίζουν διεθνείς συμβάσεις, υπάρχουν και τα σύνορα της καρδιάς μας που βρίσκονται από τη Μοσούλη, το Κιρκούκ, το Αρμπίλ, το Χαλέπι και το Βατούμ, μέχρι τα νησιά του Αιγαίου, τη Θράκη, τη Θεσσαλονίκη και τη Βάρνα» και ότι,

«τα 780.000 χιλ. τετραγωνικά χιλιόμετρα της σημερινής Τουρκίας είναι πού λίγα για να χωρέσουν τα 80.000.000 εκατομμύρια των Τούρκων !».

Ο ίδιος επιχειρεί, απευθυνόμενος προς κάθε κατεύθυνση, να καταστήσει σαφείς τις επικίνδυνες βλέψεις και επιδιώξεις του, αλλά και τη δεδηλωμένη πρόθεση του για αμφισβήτηση του εδαφικού “status guo” στη Θράκη και το Αιγαίο, παραβιάζοντας παράλληλα καθημερινά τον εναέριο χώρο μας και αμφισβητώντας τα όρια της υφαλοκρηπίδας της χώρας μας.

Διαπιστώνοντας ο Τούρκος πρόεδρος ότι η πιθανή εδαφική εξάπλωση του Ισλαμικού χαλιφάτου σε Ιράκ και Συρία και η αποτυχία της Δύσης να ανατρέψουν το καθεστώς Άσαντ, έχουν αποσταθεροποιήσει το «status guo» της περιοχής, σε συνδυασμό με την προ τριετίας προέλαση των Κούρδων της Συρίας δυτικά του Ευφράτη, που επιχειρούσαν να ενώσουν τα τρία καντόνια τους (Αφρίν, Κομπάνι, Αλ Τζατζίρα), θα μπορούσε να επιφέρει σειρά αλλαγών στις γύρω από την Τουρκία περιοχές, ακόμη και αλλαγή των συνόρων της, έχει στείλει στρατό στη βόρεια Συρία και το βόρειο Ιράκ, παρά την έντονη αντίδραση της Δαμασκού και της Βαγδάτης.

Εξάλλου, η Τουρκία το τελευταίο διάστημα εντείνει τις επιθέσεις της, με την ανοχή Ρωσίας και Η.Π.Α., σε βάρος του Κουρδικού λαού και των εδαφών του.

Έχει στείλει επίσης στρατό στην σπαρασσόμενη Λιβύη, υπογράφει με τους εγκάθετους της διορισμένης κυβέρνησης της, το παράνομο Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο με στόχο και την εκμετάλλευση για λογαριασμό της Τουρκίας των όποιων ενεργειακών θαλάσσιων πόρων στην περιοχή αυτή, ενώ συνεχίζει να υποστηρίζει τους Αζέρους στον πόλεμο με την Αρμενία στις περιοχές του Ναγκόρνο Καρμπάχ.

Εξ αιτίας των παραπάνω διαπιστώσεων και εν όψει διαπραγματεύσεων που πιθανόν μπορούν να καθορίσουν νέες γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην ευρύτερη περιοχή, επιχειρεί να βάλει στο μελλοντικό τραπέζι των συζητήσεων, ψηλά τον πήχη των Τουρκικών διεκδικήσεων.

Ενώ αρνείται να καταδικάσει έμπρακτα την παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και να εφαρμόσει τις κυρώσεις που της επέβαλαν Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ, με δηλώσεις του δικαιώνει την πολιτική Πούτιν, ενώ συναγελάζεται με τους εισβολείς και διαμεσολαβεί ως χώρα για το ξέπλυμα μαύρου ρωσικού χρήματος και την προώθηση των εμπορικών συναλλαγών Ρωσίας και ολιγαρχών.

Την ίδια ώρα που εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό σε βάρος της χώρας μας, απειλεί ευθέως την Ε.Ε. με κατάργηση της συμφωνίας για τους μετανάστες και τα εκατομμύρια πρόσφυγες που φιλοξενεί στο έδαφός της, εάν δεν πάρει τα οικονομικά και τα άλλα οφέλη που επιδιώκει και δεν καταργηθεί η υποχρέωση της έκδοσης βίζας για τους Τούρκους πολίτες για την είσοδο τους σε χώρες της Ε.Ε. Απειλή που εάν εφαρμόσει η Τουρκία ασφαλώς και θα φέρει σε δύσκολη θέση πρωτίστως την Ελλάδα.

Αφού οι Νεοθωμανοί και ο εκφραστής της πολιτικής τους κ. Ερντογάν, έχοντας συνείδηση την στρατηγικής σημασίας της πληθυσμιακή υπεροχής τους, θεωρούν ότι μέσω του μεταναστευτικού ρεύματος μουσουλμανικών πληθυσμών στα Ελληνικά νησιά και τη δημιουργία θυλάκων σε αυτά, μπορούν στο μέλλον εν δυνάμει, να δημιουργήσουν γεωπολιτικά ερείσματα προς όφελος τους.

Παράλληλα στο εσωτερικό της Τουρκίας, ο κ.Ερντογάν κλιμακώνει την φιλοϊσλαμική πολιτική του επιδιώκοντας την επιστροφή των πραγμάτων στην περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Αφού μετά την προ τριετίας μετατροπή της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και προ δεκαετίας της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας σε τζαμί, παρά τις αντιδράσεις αρχαιολόγων, προοδευτικών δυνάμεων στην Τουρκία αλλά και του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου που εξέδωσε σχετική απόφαση το 2013, σε μια προσπάθεια επίδειξης δύναμης. διόρισε και ιμάμηδες στέλνοντας μήνυμα στην Ελλάδα, ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο για ότι ισχύει δεκαετίες τώρα στις μεταξύ μας σχέσεις.

Την ίδια ώρα με αφορμή και δικαιολογία το καταδικαστέο πραξικόπημα, που επιχειρήθηκε το 2016 στην Τουρκία, με πιθανό στόχο την ανατροπή του κ. Ερντογάν και επομένως την αλλοίωση της θέλησης του Τουρκικού λαού, το Τουρκικό καθεστώς διέταξε ένα πογκρόμ διώξεων και φυλακίσεων σε βάρος χιλιάδων πολιτικών αντιπάλων του, ακόμη και σε βάρος εκλεγμένων στελεχών του φιλοκουρδικού κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (H.D.P.), Μ.Μ.Ε., δημοσιογράφων, στρατιωτικών, δικαστικών, συγγραφέων, επιχειρηματιών, αλλά και απλών Τούρκων πολιτών, που συνεχίζεται αμείωτο μέχρι σήμερα.

Η χαλαρή όσο και αποδυναμωμένη πολιτικά στάση του ΝΑΤΟ αλλά και χωρών της Ευρώπης, με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως αυτή της Γαλλίας, απέναντι στην συνεχιζόμενη, επιθετική όσο και προκλητική πολιτική της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδος, της Κύπρου αλλά και άλλων όμορων χωρών της, που τοποθετούν τα οικονομικά συμφέροντα των χωρών τους, πάνω από την υποχρέωση της Τουρκίας σεβασμού της ανεξαρτησίας, των χερσαίων, εναέριων και θαλάσσιων συνόρων κάθε χώρας, της συμμόρφωσης της με το Διεθνές Δίκαιο και τις ισχύουσες συνθήκες, που ενώ καταδικάζουν την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, εδώ και 48 χρόνια ουσιαστικά εθελοτυφλούν και κωφεύουν για την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, αποθρασύνει όλο και περισσότερο τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες της Τουρκίας.

Αλλά και οι όποιες κατά καιρούς επικριτικές δηλώσεις του Προέδρου των Η.Π.Α., της Γερουσίας και του Στεϊτ Ντιπάρτμεντ και του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, για την επιθετική και επαμφοτερίζουσα στάση της Τουρκίας, που συνεχίζουν να θεωρούν για τα συμφέροντά τους, απαραίτητη την παρουσία της Τουρκίας στο άρμα τους, φαίνεται πως δεν είναι αρκούντως ισχυρές για να υποχρεώσουν την Τουρκική ηγεσία να αναθεωρήσει την επιθετική στάση έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου.

Μάλιστα μετά τις προ ημερών συνεχιζόμενες προκλητικές δηλώσεις και ενέργειες της Τουρκικής ηγεσίας και την προσπάθεια νομιμοποίησης του κατεχόμενου επί 48 χρόνια εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως κράτους παρατηρητή στην σύναξη των τουρκόφωνων κρατών και τις πιέσεις που δέχονται η Κυπριακή, αλλά και Ελληνική κυβέρνηση, συμπεραίνουμε ότι έχουν στόχο την άρση της άρνησης τους, συνυπογραφής με την Τουρκία «εγγυήσεων» για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος.

Αφού, έτσι μόνον, η Τουρκία θα μπορέσει να διατηρήσει τον στρατό κατοχής στο νησί, αλλά και στην συνέχεια να εγείρει δικαιώματα στη Μεσόγειο (βλ. Α.Ο.Ζ,. πετρέλαια, φυσικό αέριο κ.λ.π.).

Μετά μάλιστα, εφόσον ερμηνεύονται σωστά οι όποιες φιλοτουρκικές δηλώσεις ακούγονται κατά καιρούς ένθεν κακείθεν, ότι πιθανόν η Ελληνική κυβέρνηση θα δεχτεί σειρά νέων πιέσεων όχι μόνο για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος, αλλά και την συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, ασφαλώς πρωτίστως προς όφελος των Η.Π.Α. της Μεγάλης Βρετανίας, της Τουρκίας, αλλά και των μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί και κατάλληλα προετοιμασμένοι, για τις όποιες πιθανές εξελίξεις στην περιοχή μας.

Αν λάβουμε υπόψη και τις δηλώσεις των άλλων πολιτικών ηγετών της Τουρκίας, που παρασύρονται από την εθνικιστικό παραλήρημα Ερντογάν – Μπαχτσελί και πλειοδοτούν σε εθνικιστική έξαρση υπερακοντίζοντας σε προκλητικές διεκδικήσεις σε βάρος της χώρας μας και της Κύπρου, θεωρώ ότι ο παραληρηματικός λόγος, αλλά και ο αναθεωρητισμός του κ. Ταγίπ Ερντογάν για όσο διάστημα βρίσκεται στην εξουσία, δεν είναι ένας λόγος που απευθύνεται ευκαιριακά μόνο προς το εσωτερικό της Τουρκίας και τους εν δυνάμει ψηφοφόρους του.

Αλλά ούτε είναι ακόμη ένας τακτικός ελιγμός του Τούρκου ηγέτη, αλλά η κύρια συνιστώσα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής του και μια στρατηγική μακροχρόνιας παραμονής του ως νέου Σουλτάνου στην εξουσία της χώρας του.

Η Ελληνική κυβέρνηση, αλλά και τα άλλα κόμματα, εκτός της διπλωματικής συνεχούς προσπάθειας τους για ανάπτυξη ισχυρών δεσμών και συμμαχιών με όμορες και όχι μόνον χώρες, της συνεχούς ενημέρωσης των Διεθνών Οργανισμών, την ενίσχυση της αμυντικής μας δύναμης και παράλληλη ανάπτυξή της στρατιωτικής μας βιομηχανίας, θεωρώ ότι ήρθε η ώρα (τώρα είναι το σωστό πολιτικά timing), να αλλάξουν το δόγμα που για δεκαετίες ακολουθείται στην πολιτική του Υπουργείου Εξωτερικών (μετά το σύμφωνο της Ελληνοτουρκικής φιλίας που υπογράφτηκε το 1930, μεταξύ Βενιζέλου και Κεμάλ πασά, αλλά και αργότερα της υιοθέτησης από μέρους μας του Νατοϊκού δόγματος περί διασφάλισης της ακεραιότητας της Τουρκίας) και αντί του «Δεν διεκδικούμε τίποτε από την Τουρκία», να το μετατρέψουμε σε «Τι διεκδικούμε από την Τουρκία».

Να βάλουν επιτέλους, ως οφείλουν, μετά και την ομόφωνη απόφαση της 24-2-1994 του Ελληνικού Κοινοβουλίου και τον ορισμό της 19ης Μαΐου ως ημέρας μνήμης της Γενοκτονίας του Ελληνισμού του Πόντου, στην ατζέντα των διπλωματικών επιχειρημάτων τους θέματα που αναδεικνύουν διαχρονικά την πολιτική της Γενοκτονίας που εφαρμόζει η Τουρκία σε βάρος άλλων λαών, Αρμενίων, Ασσυρίων, Ελλήνων, λόγω της εθνοτικής διαφορετικότητάς τους και του μη σεβασμού των θρησκευτικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων τους. Ετσι:

α) Το αίτημα της αναγνώρισης από την Τουρκία ότι τα όσα έγιναν την περίοδο 1914-1922 από μέρους τους, σε βάρος των χριστιανικών πληθυσμών, Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων, αποτελούν πράξεις Γενοκτονίας.

β) Του σεβασμού των θρησκευτικών, πολιτιστικών και ατομικών δικαιωμάτων των χιλιάδων ποντιόφωνων μουσουλμάνων που ζουν καταπιεζόμενοι στην Τουρκία.

γ) Την επαναφορά λειτουργίας των Ναών της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, Τραπεζούντας και Βιθυνίας, από τζαμιά που έχουν μετατραπεί τα τελευταία χρόνια, σε Μουσεία.

δ) Την τοποθέτηση των 50 κειμηλίων της ιστορικής Μονής της Παναγίας Σουμελά, που αφού έκλεψαν το 1922 από τη Μονή, κρατούν φυλακισμένα στις αποθήκες του Μουσείου της Άγκυρας, στην ανακαινισμένη μόνη της Παναγίας Σουμελά σε ειδικές προθήκες με ανάλογες λεζάντες για την προέλευση και το ρόλο ενός εκάστου.

ε) Την επαναλειτουργία του Ελληνικού Προξενείου στην Τραπεζούντα όπου ζουν χιλιάδες ποντιόφωνοι που αναζητούν την Εθνική τους ταυτότητα.

στ) Την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.

Τέλος, ανεξαρτήτως της δύσκολής οικονομικής θέσης που βρισκόμαστε λόγω και του ενεργειακού προβλήματος που προέκυψε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τον πόλεμο που συνεχίζεται, θεωρώ ότι η Κυβέρνηση και τα Κόμματα, θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι, τα όσα το τελευταίο διάστημα, με δηλώσεις του στοχευμένα δρομολογεί ο κ. Ερντογάν, αφορούν πρωτίστως την πατρίδα μας και την Κύπρο, να επαγρυπνούν και να βρίσκονται σε ετοιμότητα, όχι μόνον σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, αλλά και σε στρατιωτικό, γιατί «οι καιροί ου μενετοί».

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΑΝΙΜΑΝΙΔΗΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ – ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ –

ΕΠΙΤΙΜΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ της,

Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων (Π.Ο.Π.Σ.).

e-mail.: [email protected]