ΑΙΧΜΕΣ

Γράφει ο Σίμος Ματεντζόγλου

Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας

Απόφοιτος Τμήματος ΔΕΟΠΣ (Πολιτικών Σπουδών και Διπλωματίας) Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Μ.Α. «Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές» Παντείου Πανεπιστημίου

Email: simosmat@gmail.com

 

Η δριμεία οικονομική κρίση, η οποία έλαβε την μορφή της κρίσης χρέους στις χώρες της ευρωζώνης και η διαχείρισή της προς ορισμένη κατεύθυνση, απεχθής για τους λαούς και προς όφελος της Γερμανίας, η οποία έφερε στην επιφάνεια τα διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης και ισχύος μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, καθώς και τους εθνικούς ανταγωνισμούς και τα διαφορετικά εθνικά συμφέροντα των χωρών-μελών, οι συνεχώς μετακινούμενες μεταψυχροπολεμικά τεκτονικές στρατηγικές σεισμικές πλάκες και οι αναδιατάξεις στη διεθνή κατανομή ισχύος, οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση να βρίσκεται αντιμέτωπη αυτό το διάστημα με την πιο σοβαρή από την ίδρυση της υπαρξιακή κρίση. Ο κίνδυνος διάσπασης της συνοχής της και οι διαλυτικές τάσεις, τουλάχιστον με την μορφή που είναι δομημένη σήμερα, καταδεικνύουν τις τάσεις, τα ρεύματα και τους προσανατολισμούς των εξελίξεων στο ορατό ή απώτερο μέλλον.

Εξάλλου, η διαμορφωμένη ευρωενωσιακή αρχιτεκτονική από την ίδρυση των Κοινοτήτων το 1951 μέχρι και τη δημιουργία του ευρώ, ποτέ δεν αποτέλεσε ένα συνεκτικό, σταθερό και μόνιμο σχηματισμό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, εγγενώς, μαζί με τα σπέρματα της εμβάθυνσης, της διεύρυνσης και της εδραίωσής της, εμπεριέχει ταυτόχρονα και αυτά της κρίσης και της αυτοδιάλυσης. Εκ ιδρύσεώς της, αποτελούσε ένα θολό εγχείρημα, μία σχοινοβασία υπερεθνικής ολοκλήρωσης, όπου με βάση την φιλελεύθερη ιδεαλιστική τελεολογία, θεωρήθηκε ότι θα υπάρξει «διάχυση» από την εμπορική, οικονομική και νομισματική συνεργασία και ενοποίηση στην πολιτική ένωση, καθ’ υπέρβαση των ανελέητων εθνοκρατικών λογικών και ανταγωνισμών.

Όμως, η διακυβερνητική τάση αποδείχθηκε κυρίαρχη και επισκίασε τις όποιες τάσεις ομοσπονδοποίησης και παραγωγής υπερεθνικότητας. Το έθνος-κράτος αποτέλεσε την κύρια πηγή ισχύος στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι Συνθήκες δημιουργίας και μεταρρύθμισης της ΕΕ ήταν προϊόν της βούλησης και των προσπαθειών των εθνικών κυβερνήσεων.

Σήμερα, η επανάδειξη της επανενωμένης πλέον Γερμανίας ως πολιτικοοικονομικής υπερδύναμης, με τάσεις στρατικοποίησης της ισχύος της, η κατασκευή μίας Ενωμένης Ευρώπης με δυσμενέστατες γερμανικές προδιαγραφές προς συσσώρευση γερμανικών εμπορικών πλεονασμάτων, μέσω της απομύζησης των λαών και των χωρών του Νότου, οι εξισορροπητικές αντι-συσπειρώσεις, που προκαλεί ο γερμανικός ηγεμονισμός, το Brexit ως ένας στρατηγικός ελιγμός της Μεγάλης Βρετανίας, που σε συνδυασμό με την ειδική σχέση με τις ΗΠΑ, την επαναφέρει σε ρόλο εξωτερικού εξισορροπητή στην Ευρώπη, απέναντι στον κίνδυνο γερμανικής επικυριαρχίας, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και η πολιτική αστάθεια στην Ιταλία, ο εκλογικός κύκλος σε Αστρία, Ολλανδία και Γαλλία, όπου ισχυροποιήθηκαν εθνικιστικά ευρωσκεπτικιστικά κόμματα, με ενδεχόμενο να αναδειχθούν σε κυβερνητικές δυνάμεις σε επόμενες εκλογικές φάσεις, έχουν οδηγήσει την ενωμένη Ευρώπη σε ένα οριακό, μεταιχμιακό σημείο, με όλα τα σενάριο για το μέλλον να παραμένουν ανοικτά.

Στην κρίση αυτή στην ευρωπαϊκή πολιτική έρχονται να προστεθούν και οι εξελίξεις στο ευρύτερο διεθνές περιβάλλον και οι τάσεις στο παγκόσμιο σύστημα ισχύος. Η με διαλυτικές επιπτώσεις μαζική ροή μουσουλμάνων προσφύγων και μεταναστών στην Δυτική Ευρώπη, ο επαναπροσδιορισμός του στρατηγικού προσανατολισμού των ΗΠΑ υπό την προεδρία Τραμπ, η τάση για αποδέσμευση της αμερικανικής εμπλοκής στην Ευρώπη και η συνακόλουθη κρίση στις παραδοσιακές ευρωατλαντικές σχέσεις, όπως διαφάνηκε και από την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, η αναθέρμανση του «Ανατολικού Μετώπου», με την επανάκαμψη της Ρωσίας, καθώς και η ανάδυση της Κίνας, που συνεπάγεται μετατόπιση του βάρους της παγκόσμιας ισχύος στην Ανατολική Ασία, εκτός δηλαδή της ευρωπαϊκής ηπείρου, φαίνεται να οξύνουν ακόμα περισσότερο τις ρωγμές στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Απέναντι στην υπαρξιακή αυτή κρίση και τις διαβρωτικές τάσεις στην ευρωενωσιακή συνοχή και μπροστά στην ανάγκη χάραξης μίας νέας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής, η Γερμανία – σε συμπόρευση με τα υπόλοιπα κράτη του «σκληρού πυρήνα» – φαίνεται να προκρίνει το πραγματιστικό σενάριο της «Ευρώπης των πολλαπλών ταχυτήτων». Η νέα δομη προτάσσεται σαν την απάντηση, προκειμένου η Ευρωπαϊκή Ένωση να επαναθεμελιωθεί σε νέες βάσεις και με ευελιξία να ανταποκριθεί στις νέες δύσκολες συνθήκες.

Πράγματι, στη σύνοδο των τεσσάρων μεγάλων της ΕΕ που πραγματοποιήθηκε στις 6 Μαρτίου στις Βερσαλλίες, δρομολογήθηκε η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, η οποία και θεσμοθετήθηκε επίσημα ως κυρίαρχη επιλογή στη Σύνοδο Κορυφής της Ρώμης της 25ης Μαρτίου. Η μεθόδευση αποτυπώθηκε και στην περίφημη «Λευκή Βίβλο για το μέλλον της Ευρώπης», που παρουσίασε σαν «λαγός» ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούγκερ. Η Λευκή Βίβλος σκιαγραφεί πέντε σενάρια για τον τρόπο που θα μπορούσε να εξελιχθεί η ΕΕ κατά την προσεχή δεκαετία, ανάλογα με το πώς θα επιλέξει να ανταποκριθεί. Τα σενάρια κυμαίνονται από την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων μέχρι και την ομοσπονδοποίηση, ενώ σημειώνεται ότι αυτά καλύπτουν ένα φάσμα πιθανοτήτων, είναι ενδεικτικού χαρακτήρα και τέλος, δεν αλληλοαναιρούνται ούτε είναι τα μόνα που μπορεί να υπάρξουν.

Με γνώμονα τις προτάσεις στην «Λευκή Βίβλο», έχει ανοίξει ένας ευρύς διάλογος, που αναμένεται να κορυφωθεί από τον Σεπτέμβριο, στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των ενδιαφερόμενων εθνικών κρατών. Τα πρώτα συμπεράσματα θα συναχθούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου του 2017.

Το δρομολογημένο πλέον σενάριο των πολλαπλών ταχυτήτων φαίνεται να κυριαρχεί και να τέμνει τα υπόλοιπα, ενώ επισκίασε τις συζητήσεις μεταξύ των ηγετών των κρατών-μελών και των αξιωματούχων της ΕΕ στη τελευταία Σύνοδο Κορυφής. Αναφέρεται ως το σενάριο όπου «αυτοί που θέλουν και μπορούν κάνουν περισσότερα». Η ΕΕ των 27 προχωρά όπως σήμερα, αλλά ταυτόχρονα θα μετεξελιχθεί σε μία Ένωση όπου θα επιτρέπει στα κράτη-μέλη που το επιθυμούν να αναπτύξουν μεγαλύτερη δράση σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η άμυνα, η ασφάλεια, το μεταναστευτικό, ο δημοσιονομικός τομέας και τα κοινωνικά θέματα. Με τον τρόπο αυτό, θα διαμορφωθούν μία ή περισσότερες συμμαχίες πρόθυμων κρατών.

Η συζήτηση για διαφορετικές ταχύτητες δεν είναι καινούργια στην ιστορία του ενωσιακού εγχειρήματος. Το 1974, προσπαθώντας να υπερκεράσει τον παραδοσιακό ευρωσκεπτικισμό της Μεγάλης Βρετανίας, ο τότε Γερμανός Καγκελάριος Βίλι Μπραντ κατάθεσε σχετική πρόταση. Στη βάση του σκεπτικού αυτής της πρότασης θεσμοθετήθηκε αργότερα και η δυνατότητα των «ενισχυμένων συνεργασιών». Μία μορφή πολλαπλών ταχυτήτων άλλωστε αποτελεί η ζώνη του ευρώ και η ζώνη του Σένγκεν για ελεύθερη διακίνηση. Άλλωστε, η Συνθήκη της Λισαβόνας του 2007 (γνωστή και ως Μεταρρυθμιστική Συνθήκη) προβλέπει ότι τουλάχιστον εννέα κράτη-μέλη μπορούν να προχωρήσουν σε βήματα περαιτέρω ολοκλήρωσης.

Στην θεωρία και την πρακτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η έννοια των «πολλαπλών ταχυτήτων», η οποία αποτελεί την πιο ακραία μορφή διαφοροποιημένης ολοκλήρωσης, συναντάται και με την μορφή των σχημάτων της “ả la carte” συνεργασίας, της «μεταβλητής γεωμετρίας» και των «ομόκεντρων κύκλων», παρά τις όποιες δευτερεύουσας σημασίας διαφορές. Συχνά, οι χώρες-μέλη που επιθυμούν και είναι ικανές να προχωρήσουν σε παραπέρα βήματα ενοποίησης, έχουν αναφερθεί ως «εμπροσθοφυλακή» ή «νηοπομπή» της Ένωσης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε προηγούμενες φάσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης, τα κράτη-μέλη που προχωρούσαν σε μορφές ενισχυμένων συνεργασιών σε έναν τομέα πολιτικής δεν εμπόδιζαν τα υπόλοιπα κράτη να εισέλθουν στο μέλλον και ο απώτερος σκοπός ήταν η ενθάρρυνση της εμβάθυνσης, χωρίς να αλλοιώνονται οι αρχές της ισοτιμίας και της κοινοτικής αλληλεγγύης.

Σήμερα, όμως, τα πράγματα κινούνται σε διαφορετική κατεύθυνση. Διαφαίνεται ότι εν μέσω της κρίσης χρέους στις χώρες-μέλη του Νότου και την αυξανόμενη δυσπιστία και αγανάκτηση των πολιτών απέναντι στις πολιτικές της Ένωσης, επιδιώκεται με γερμανική προτροπή να δρομολογηθεί ο διαχωρισμός της ΕΕ σε ευρωπαϊκό πυρήνα και σε ευρωπαϊκή περιφέρεια. Να θεσμοθετηθεί δηλαδή η διαίρεση σε κράτη-μέλη πρώτης και κράτη-μέλη δεύτερης κατηγορίας.

Στις χώρες του σκληρού πυρήνα αναμένεται να περιληφθούν η Γαλλία, η οποία ιδίως μετά την εκλογή Μακρόν δεν θα αποτελεί τίποτα άλλο παρά κομπάρσο σε ρόλο ουραγού και συμπληρώματος της γερμανικής πρωτοκαθεδρίας, καθώς και η Ισπανία και η Ιταλία, με αντάλλαγμα για την ευθυγράμμιση τους με το Βερολίνο ειδική μεταχείριση, κυρίως στα δημοσιονομικά.

Ειδικότερα, επιδιώκεται η έναρξη των ταχυτήτων να ξεκινήσει με τη δημιουργία του «ευρωπαϊκού αμυντικού πυλώνα», που στην πράξη θα σημάνει την συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού υπερστρατού υπό γερμανική διοίκηση. Η προσπάθεια αυτή αυτονόμησης της ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας υποκρύπτει μία προσπάθεια γερμανικής απάντησης στις τάσεις απόσυρσης των ΗΠΑ από την στρατηγική προστασία της Ευρώπης, αλλά και επανεξοπλισμού της μεταπολεμικά στρατιωτικά αδύναμης Γερμανίας. Επίσης, συμμαχία των προθύμων των χωρών του σκληρού πυρήνα αναμένεται να μεθοδευθεί και στο προσφυγικό, με απώτερη επιδίωξη να προστατευθεί ο Βορράς από τις αθρόες μεταναστευτικές ροές, με την μετάλλαξή του σε ζώνη-φρούριο, με κίνδυνο οι χώρες της Νοτιανατολικής Ευρώπης να μετατραπούν σε αποθήκες ψυχών προσφύγων. Θα επιδιωχθεί επίσης βάθεμα της συνεργασίας του κέντρου στα δημοσιονομικά και κοινωνικά θέματα, με συνέπεια η Ένωση να διολισθήσει σε μία οικονομική και κοινωνική άβυσσο, μία ζούγκλα για τον κόσμο της εργασίας, τόσο στο Βορρά, όσο και κυρίως, στο Νότο.

Όπως και να έχει, ενώ μέχρι τώρα, η τελεολογική μυθοπλασία της ευρωπαϊκής ιδέας θεωρούσε ότι το ευρωπαϊκό ενοποιητικό εγχείρημα βαδίζει μόνο προς τα εμπρός, κάτι το οποίο εκλαμβανόταν σαν δεδομένο, η νέα Ευρώπη, αυτή της αρχιτεκτονικής των πολλαπλών ταχυτήτων, αποτελεί μία κίνηση προς τα πίσω. Πρόκειται για μία οπισθοδρόμηση, μία καθοδική αναθεώρηση των δομών και των μηχανισμών της Ένωσης. Οι νέες διαχωριστικές γραμμές με βάση τις διαφορετικές ταχύτητες συνεργασίας και ολοκλήρωσης, όπου θα καταργείται κάθε έννοια ισότητας μεταξύ των κρατών-μελών και θα θεσμίζονται αποκλεισμοί και εξαιρέσεις, θα έχουν αποσταθεροποιητικές συνέπειες για το ευρωενωσιακό οικοδόμημα. Θα οδηγήσουν σε κατακερματισμό της Ένωσης, αναίρεση των νομιμοποιητικών της θεμελίων και ενίσχυση των φυγόκεντρων τάσεων, καθώς και σε επαναφορά στους ήδη υποβόσκοντες εθνικοκρατικούς ανταγωνισμούς.

Οι διαφορετικές ταχύτητες υποκρύπτουν διαφορετικές ιεραρχήσεις ισχύος και διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης. Σημαίνουν επάνοδο στην λογική της άνισης ανάπτυξης και ανάδειξη των αντιθέσεων κρατών με διαφορετικό μέγεθος, διαφορετική ισχύς και διαφορετικές οικονομικές δυνατότητες. Ως γνωστόν, από την ιστορία και εν είδει την ευρωπαϊκή (βλέπε ξέσπασμα Πρώτου και Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου), η άνιση ανάπτυξη θρέφει τις ανισότητες και τις ανισορροπίες, οδηγώντας με μαθηματική ακρίβεια στην αστάθεια. Με τη νέα διάρθρωση των πολλαπλών ταχυτήτων, το ευρωπαϊκό διακρατικό σύστημα επανέρχεται στο παραδοσιακό σύστημα ισορροπίας δυνάμεων, όπου μέσα από συνεχείς εξισορροπήσεις ισχύος, επιστρέφουν τα κλασικά διλλήματα ασφάλειας των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων.

Για παράδειγμα, η εδραίωση του καθεστώτος της «γερμανικής Ευρώπης», είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει αναταράξεις, καθώς εξαιτίας της ανισορροπίας που θα δημιουργήσει, θα ενεργοποιήσει αντι-γερμανικές συσπειρώσεις και πολλών μορφών εξισορροπητικές διαδικασίες.

Οι εξελίξεις αυτές επαναθέτουν εκ νέου το ζήτημα του πολέμου και της ειρήνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο, έστω και με διαφορετικό στρατηγικό περιβάλλον από το όχι και πολύ μακρινό παρελθόν. Ανοίγουν ξανά, για πρώτη φορά μεταπολεμικά, το κουτί της Πανδώρας των αιτιών πολέμου.

Βέβαια, χρήζει να διευκρινιστεί ότι η ενεργοποίηση των διλημμάτων ασφάλειας και των αιτιών πολέμου στην γηραιά ήπειρο σήμερα εξαρτάται από άλλους παράγοντες, που δεν σχετίζονται με την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Διανύοντας τον 21ο αιώνα, το κέντρο βάρους και παγκόσμιας ισχύος έχει μετατοπιστεί στην Ευρασία και την Ανατολική Ασία και νέοι παίκτες εκτός ευρωπαϊκής ηπείρου με ισχυρές στρατηγικές αξιώσεις έχουν κάνει την εμφάνισή τους, όπως η Κίνα και η Ινδία. Επιπρόσθετα, η ύπαρξη πλέον των πυρηνικών όπλων, ανείπωτης καταστροφικότητας και ο κίνδυνος πυρηνικής κλιμάκωσης, μέχρι ενός σημείου και υπό ορισμένες συνθήκες αποτρέπει την προσφυγή σε εκτεταμένο κεντρικό πόλεμο μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων.

Οπωσδήποτε, η αποδόμηση της Ένωσης, ως απόρροια της διάβρωσης της συνοχής της και των διαλυτικών τάσεων που θα πυροδοτηθούν, θα είναι μία αργόσυρτη διαδικασία, που θα συντελεστεί σε μακρύ χρόνο, δεδομένων των ισχυρών δομών αλληλεξάρτησης και των μεγάλων επενδεδυμένων συμφερόντων στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Εξάλλου, ο πολιτικός χρόνος είναι ιστορικά πιο βραδύς, πιο αργόσυρτος από τον πραγματικό.