ΑΡΘΡΟ
Του Χάρη Δαμιανίδη
Απόφοιτου του τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης
Όταν ο κ. Τσίπρας κέρδισε τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015 η Νέα Δημοκρατία εισέρχονταν στη περίοδο των εσωκομματικών διαδικασιών για την εκλογή νέου Προέδρου μετά την ήττα στις εκλογές. Έψαχνε τον αντί – Τσίπρα που θα ηγούνταν της παράταξης. Αφού εκλέχτηκε ο κ. Μητσοτάκης με τη δεύτερη Κυριακή, διάφοροι αρθρογράφοι και τα Μ.Μ.Ε. εστίαζαν βασικά στα ιδιαίτερα ατομικά χαρακτηριστικά που διέθετε και δεν κέντριζαν το ενδιαφέρον των αναγνωστών και της κοινής γνώμης γενικότερα να ψάξει για το περιεχόμενο του πολιτικού λόγου, για την ουσία του μηνύματος. Επιχειρούσαν να αισθητικοποιήσουν την πολιτική. O όρος «αισθητικοποίηση της πολιτικής» περιγράφει μία κατάσταση κατά την οποία η έμφαση του κοινού, επικεντρώνεται κυρίως στην πολιτική «μορφή» (ύφος, πρόσωπα, εικόνα) και όχι στο πολιτικό περιεχόμενο. Η μετατόπιση της πολιτικής από την ουσία στην εικόνα προβάλλεται με περίτεχνο πλέον τρόπο από τα μέσα ενημέρωσης, κυρίως βέβαια μέσα από την τηλεόραση. Τους ενδιέφερε να προτάξουν την εικόνα και όχι την ουσία. Να αποσιωποιήσουν το κοινό προγραμματικό μοτίβο της Νέας Δημοκρατίας με τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και να εστιάσουν στην εικόνα των αρχηγών. Αυτό να έμενε και να δημιουργούσαν κριτήριο οι εργαζόμενοι. Τους ενδιαφέρει να εντυπωσιάσουν και όχι να προβληματίσουν. Το επίπεδο αντιπαράθεσης από το στεγνά ιδεολογικό επίπεδο έχει πλέον μεταφερθεί σε εικόνα και δεξιότητες, το πως δηλαδή θα αναδείξει ο καθένας τα ατομικά χαρακτηριστικά του. Η ρεαλιστική απεικόνιση των σύγχρονων προβλημάτων σχεδόν απαξιώνονται δίνοντας βαρύτητα στο μέσο, στην εικονικότητα. Η εικονικότητα αυτή προωθημένη με τον κατάλληλο τρόπο από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης παραπλανούν μεγάλο μέρος του κοινού.
Αυτή η εικονοποίηση της πολιτικής, η συνεχής ενασχόληση με τις ανούσιες μικροδιαφορές σε επίπεδο εικόνας, στόχο έχει να συγκαλύψει τις προγραμματικές ταυτίσεις και να χειραγωγήσει τους εργαζόμενους για να μην προβληματιστούν για τα υπαρκτά τους προβλήματα και κυρίως η σκέψη τους να μην φτάσει στη πρωτογενή αιτία αυτών. Τα ανέκδοτα, οι εξυπνακισμοί και οι ατάκες μέσα και έξω από τη Βουλή εκεί αποσκοπούν. Αυτός ο ναρκισσισμός των μικροδιαφορών ναρκοθετεί τη προσπάθεια ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων να χειραφετηθούν από τη κυρίαρχη ιδεολογία και να μην αποκτήσουν ταξική συνείδηση. Η μετατόπιση της πολιτικής από το μήνυμα στο μέσο είναι άμεση απόρροια της σύγκλισης σε πολιτικά προγράμμα και πολιτικές πρακτικές. Σήμερα, που οι δεσμοί πολιτικής και ΜΜΕ είναι ισχυροί, η κατεξοχήν προβολή του μέσου επισκιάζοντας το μήνυμα αποκτά δογματικό χαρακτήρα. Δε γίνεται τυχαία. Οι πολιτικοί αναλογιζόμενοι την αδυναμία τους να πείσουν τους πολίτες με πολιτικά επιχειρήματα, υποδύονται τον ρόλο ενός «μυθοπλάστη» και προσπαθούν με κάθε μέσο, προκειμένου να πείσουν τον λαό να συνηγορήσει στις πολιτικές που βλάπτουν τα συμφέροντά του. Με την αισθητικοποίηση της πολιτικής επιχειρείται να διαιωνισθεί η πολιτική και η οικονομική εξουσία της αστικής τάξης. Επιχειρούν να αντιμετωπίσουν τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά αδιέξοδα του καπιταλισμού. Για αυτό συσκοτίζουν την πραγματικότητα. Ο πολιτικός λόγος τείνει προς μια κατεύθυνση στην οποία ο εντυπωσιασμός του δέκτη, των εργαζομένων, αποτελεί μοναδική επιδίωξη. Το πολιτικό περιεχόμενο στερείται κάθε ουσίας και ο λαός βρίσκεται στο δίλημμα μυθοπλασίας και πραγματικότητας.
H αναξιοπιστία του πολιτικού συστήματος, η απαξίωση των συνδικαλιστικών οργανώσεων, η ατελέσφορη δράση των μέχρι σήμερα συμβατικών μορφών κινητοποίησης των εργαζομένων και η ισχνή συμμετοχή των ίδιων έχει οδηγήσει έναν κόσμο σε «εναλλακτικές» μορφές διαμαρτυρίας που πολύ έντονα αναδεικνύουν το μέσο σε βάρος του μηνύματος. Σε αυτές τις μορφές διαμαρτυρίας το αισθητικό περιεχόμενο κυριαρχεί. Αυτό γίνεται εμφανές εάν δούμε διαμαρτυρίες όπου οι πολίτες καλύπτουν το πρόσωπό τους με λευκό προσωπείο ή παραμένουν βουβοί σε συγκεκριμένο κοινωνικό χώρο ή χρησιμοποιούν συμβολικά τις αλυσίδες για να δεθούν. Όλα αυτά, παραπέμπουν μάλλον σε εικαστική παρά σε πολιτική διαμαρτυρία. Το μήνυμα που εκπέμπουν αυτές οι μορφές διαμαρτυρίας είναι θολό και ασαφές αφού δεν βοηθάει την κοινωνία να αντιληφθεί την αιτία του προβλήματος. Μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνεται ακομμάτιστο και απολίτικο αλλά δεν είναι. Αντίθετα, είναι βαθύτατα πολιτικό γιατί έτσι στερεί τη δυνατότητα από την κοινωνία, από το συμβολικό να περάσει στο πολιτικό, δηλαδή να αναλάβει δράση. Να αλλάξει πράγματα και καταστάσεις. Η τέχνη ασφαλώς και χρειάζεται αλλά δεν μπορεί να αλλάξει την κοινωνία. Αυτό μπορεί να το κάνει μόνο η πολιτική.
Το σημαντικό είναι όλοι εμείς, οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι να προσπαθούμε να διατηρούμε την αυτονομία μας και να μην δελεαζόμαστε από την εικόνα και να μην υποτασσόμαστε στην εικονική πραγματικότητα. Πολύ περισσότερο σήμερα που το διαδίκτυο έχει εξαπλωθεί πλήρως και εκεί το μέσο τείνει να ταυτιστεί με το μήνυμα.