ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ» ΑΠΟ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ ΜΑΡΙΝΑ ΖΙΩΖΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΕΧΗ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ

Εκτενές ρεπορτάζ για την επικείμενη λειτουργία τον προσεχή Δεκαπενταύγουστο στην Παναγία Σουμελά του Πόντου φιλοξένησε η εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής», στην έκδοση της Κυριακής 22 Απριλίου 2018.

Το σχετικό ρεπορτάζ της δημοσιογράφου Μαρίνας Σιώζιου είχε ως εξής:

«Η Παναΐα λειτουργά

Τα σήμαντρα κτυπούνε

Βροντούνε τα καμπανασά

Τ’ Ορμάνια αντιβροντούνε»

Τα σήμαντρα της Παναγίας Σουμελά στο Όρος Μελά του Πόντου θα ηχήσουν και πάλι φέτος, ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο, εκεί που χτυπάει η καρδιά του Ποντιακού Ελληνισμού. Για τους όπου γης Ποντίους, ένα προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά στην Τραπεζούντα είναι ένα όνειρο ζωής που πρέπει να εκπληρώσουν.

Η παράδοση της τέλεσης της ετήσιας Θείας Λειτουργίας στον ναό την Ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, που επαναφέρθηκε τον Αύγουστο του 2010, πρώτη φορά μετά την ανταλλαγή, διεκόπη λόγω πραγματοποίησης αναστηλωτικών εργασιών.

Ο τόπος που βρίσκεται το Μοναστήρι είναι βραχώδης και υγρός. Χρειαζόταν λοιπόν να γίνουν κάποιες εργασίες στο φυσικό περιβάλλον, αλλά και στα κτίσματα της μονής, που από το 1922 και μετά ήταν εκτεθειμένα στις φυσικές φθορές και αλλοιώσεις που επιφέρει η εγκατάλειψη.

Ύστερα από δυόμισι χρόνια «σιωπής», καθώς η τελευταία Λειτουργία τελέστηκε τον Αύγουστο του 2015 προεξάρχοντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, η τουρκική κυβέρνηση έδωσε το «πράσινο φως» να ανοίξει και πάλι το ιστορικό μοναστήρι.

Όπως είχε δηλώσει συγκινημένος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας τον Αύγουστο του 2014, «δεν έπαυσε να είναι ποτέ για τους χριστιανούς οίκος και Θεού και πύλη του ουρανού. Γι’ αυτό και ελκύει διαμέσου των αιώνων πιστούς εκ θαλάσσης και λίβα και εξ ανατολών. Και ας μην έχει ηγούμενο και καλογήρους να μας υποδεχτούν, ας μην έχει καμπάνα να χτυπά και να αντιλαλεί στα γύρω βουνά».

Η είδηση ότι το 2016 και το 2017 δεν θα πραγματοποιούνταν Θεία Λειτουργία στον Πόντο προκάλεσε μεγάλη απογοήτευση σε χιλιάδες προσκυνητές που επιθυμούσαν να κάνουν το μακρινό ταξίδι, ώστε να βρεθούν στα πάτρια εδάφη.

Η συνάντηση του Πόντιου επιχειρηματία κ. Ιβάν Σαββίδη, με την ιδιότητα του συντονιστή του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού της Περιφέρειας των χωρών της πρώην ΕΣΣ∆, με τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πριν από λίγες μέρες, του έδωσε την ευκαιρία να εκφράσει την ικανοποίησή του για την επαναλειτουργία της μονής τον Δεκαπενταύγουστο. Άλλωστε, είναι γνωστή η διακριτικότητα με την οποία ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έχει χειριστεί το συγκεκριμένο ζήτημα όλα αυτά τα χρόνια.

Τόσο οι επαφές που είχε κατά το παρελθόν ο ομογενής επιχειρηματίας με την τουρκική πλευρά όσο και οι πρόσφατες εντάσσονται στο πλαίσιο των καλών σχέσεων που διατηρεί αυτή την περίοδο η Ρωσία με την Τουρκία. Αναμφισβήτητα πρόκειται για μια πράξη που μοναδικό σκοπό έχει την ανάδειξη των μνημείων του Ποντιακού Ελληνισμού στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.

Επιπρόσθετα, γίνεται πλέον σαφές ότι ο κ. Σαββίδης δεν είναι «διαπιστευμένος» του Πατριαρχείου Ρωσίας, όπως κάποιοι προσπάθησαν να τον εμφανίσουν στο παρελθόν και συγκεκριμένα όταν πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες Λειτουργίες στην Παναγία Σουμελά το 2010 επειδή έλεγε τότε ότι θα φέρουμε κόσμο από τη Ρωσία, ενώ ήταν προφανές ότι εννοούσε ομογενείς ποντιακής καταγωγής τους οποίους το ελληνικό κράτος έχει ξεχάσει παντελώς.

 

ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑΣ

 

Στη συνάντηση του κ. Σαββίδη με τον κ. Τσαβούσογλου συζητήθηκε και το ζήτημα της πιθανής ετήσιας τέλεσης Ορθόδοξης Λειτουργίας στον ναό της Αγίας Σοφίας στην Τραπεζούντα, την ημέρα του εορτασμού της, στις 6 Αυγούστου, της Μεταμορφώσεως. Μάλιστα, ο επιχειρηματίας έκανε και ένα βήμα παραπέρα και ζήτησε να συμμετάσχει μια πολυπληθής αντιπροσωπεία νεολαίας Ποντίων από διάφορες χώρες του κόσμου, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επανασυνδεθούν με την ιστορική τους πατρίδα και ιδίως με το ιερότερο προσκύνημα των Ελλήνων του Πόντου.

Πρόσφατα το δικαστήριο της Αμισού ακύρωσε τη μετατροπή της σε τζαμί και έκανε δεκτή την ένσταση που είχε υποβάλει το Επιμελητήριο Αρχιτεκτόνων της ιστορικής πόλης του Πόντου. Η Αγία Σοφία είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της πόλης και επειδή ο Ναός δεσπόζει πάνω από τη θάλασσα δίδει τη μαρτυρία και το στίγμα ότι η Τραπεζούντα ήταν μια χριστιανική πόλη.

 

ΠΛΟΥΣΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

 

Η Παναγία Σουμελά, σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε στην πλαγιά του όρους Μελά τον 4ο αιώνα (386 μ.Χ.) από τους Αθηναίους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο για να στεγαστεί εκεί η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας, φιλοτεχνηθείσα από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Βρέθηκε στο απόγειο της δόξας της την περίοδο της αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας (1204-1461).

Το 1922 με την ανταλλαγή των πληθυσμών το μοναστήρι εγκαταλείφθηκε από τους μοναχούς, λεηλατήθηκε και παραδόθηκε στη φθορά του χρόνου. Οι μοναχοί πριν από την αναγκαστική έξοδο το 1923 έκρυψαν μέσα στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας τη θαυματουργή εικόνα, το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και τον σταυρό του Εμμανουήλ Κομνηνού. Το προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά είναι ο κορυφαίος πνευματικός θεσμός, με μια ιστορία που σεβάστηκαν ακόμη και οι Οθωμανοί σουλτάνοι. Όπως λέει και ο ιστορικός του Πόντου, ο Περικλής Τριανταφυλλίδης, όπου υπήρχαν μοναστήρια στον Πόντο εκεί ο Ελληνισμός διατηρήθηκε ζωντανός, ζωηρός και ακμαίος, ενώ όπου δεν υπήρχαν ο τόπος ριζοτομήθηκε από το Ισλάμ.

 

Ο ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ

 

Στις 19 Μαΐου 1919, με την απόβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αργότερα γνωστού ως Ατατούρκ, άρχισε η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Οι ξεριζωθέντες εγκατέλειψαν την πατρώα γη και όλα τα υπάρχοντά τους, φτάνοντας στην Ελλάδα. Πήραν μαζί τους ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντου, αλλά άφησαν πίσω τους 353.000 νεκρούς και το μοναστήρι, την προστάτιδα και παρηγορήτριά τους, την Παναγία Σουμελά.

Λίγα χρόνια μετά, ο Μητροπολίτης Δράμας Λαυρέντιος έχτισε ένα μικρό εκκλησάκι και τοποθέτησε μέσα σ’ αυτό ένα αντίγραφο της εικόνας, που το ονόμασε Νέα Σουμελά και εκεί εγκαταβίωσαν δυο εκ των τελευταίων μοναχών της μονής, ο ηγούμενος Άνθιμος Μασμανίδης και ο ιερομόναχος Πολύκαρπος Αδάκτυλος. Το 1931, με πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Ξάνθης Πολύκαρπου Ψωμιάδη, ο οποίος πολιτικά ανήκε στη βενιζελική παράταξη, ζητήθηκε από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας, Ελευθέριο Βενιζέλο, να ενεργήσει για τη μεταφορά της εικόνας της Παναγίας Σουμελά στην Ελλάδα. Με δικές του λοιπόν ενέργειες και στο πλαίσιο της προωθούμενης τότε ελληνοτουρκικής φιλίας ο Τούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού επισκέφτηκε την Αθήνα, δέχτηκε μια αντιπροσωπεία να πάει στον Πόντο και να παραλάβει τα σύμβολα της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού.

Σε ένα από τα επίσημα δείπνα που παρέθεσε η ελληνική πλευρά, ο Βενιζέλος έβαλε τον τότε συνεργάτη του Υπουργό Προνοίας και Βορείου Ελλάδος μετέπειτα, Λεωνίδα Ιασωνίδη, και προσφώνησε τον Τούρκο προσκεκλημένο «τουρκιστί». Εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από τα τουρκικά του Ιασωνίδη ο Ινονού και τον ρώτησε πώς γνωρίζει την τουρκική και τότε πληροφορήθηκε ότι ήταν απόφοιτος του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως και υπότροφος του τουρκικού κράτους, κατ’ αρχάς στο Παρίσι. Μετά τη συγκατάθεση του Ινονού επιστρατεύθηκε ο εκ των επιζώντων ιερομονάχων της μονής, ο Αμβρόσιος Σουμελιώτης, ο οποίος τον Οκτώβριο του 1931 πήγε στον Πόντο, πραγματοποίησε την ανασκαφή, βρήκε την εικόνα και τα άλλα δύο κειμήλια και τα έφερε στην Αθήνα. Ο τότε Μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος, εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Εκκλησία της Ελλάδος, τα τοποθέτησε στο Βυζαντινό Μουσείο, όπου έμειναν για 20 χρόνια, από το ’31 έως το ’51. Ο ιατρός Φίλων Κτενίδης συνέλαβε την ιδέα της ανιστόρησης της Παναγίας Σουμελά, συνήγειρε όλο τον ποντιακό κόσμο και επιλέχθηκε το Βέρμιο ως η καταλληλότερη τοποθεσία, γιατί ομοίαζε κάπως με το τοπίο του Πόντου γενικότερα, αλλά και επειδή ήταν πάνω στον δρόμο που τότε συνέδεε τη Μακεδονία με την Αθήνα. Έτσι λοιπόν ανιστορήθηκε το Προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά στο χωριό Καστανιά του όρους Βερμίου, σε μια έκταση 500 στρεμμάτων που δώρισαν οι κάτοικοι που κατάγονται από τη Σάντα του Πόντου, όπου εκεί οι Πόντιοι κατέθεσαν όλη τους την ευλάβεια για την Παναγία, αλλά και ήταν ένας τόπος που θεραπευόταν η νοσταλγία για τους τόπους που έχασαν…