ΑΡΘΡΟ

Της Σωτηρίας Γιαννακοπούλου

Πτυχιούχου του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.

Σε τεντωμένο σχοινί βρίσκονται οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, έπειτα από την επιβολή κυρώσεων έναντι της Άγκυρας, ως αντίδραση στην αγορά του ρωσικού πυραυλικού αμυντικού συστήματος S-400. Οι εν λόγω «ποινές» καθιστούν δείγμα της αποφασιστικής διάθεσης των ΗΠΑ για ενεργή συμμετοχή στις διεθνείς εξελίξεις, η οποία σηματοδοτείται από την αλλαγή ηγεσίας στο τιμόνι της αμερικανικής προεδρίας, με την είσοδο του Joe Biden στο Λευκό Οίκο.

Μέχρι πρόσφατα, τα αμερικανικά αντανακλαστικά έναντι της αγοράς των ρωσικών πυραύλων περιορίζονταν στον αποκλεισμό της Τουρκίας από τη συμπαραγωγή και την αγορά των αμερικανικών πολεμικών αεροσκαφών F-35, θέση η οποία δεν ικανοποίησε ιδιαίτερα τη διεθνή κοινότητα, αλλά ούτε και τους εσωτερικούς αμερικανικούς κύκλους, αιτούμενοι την υποδειγματική «τιμωρία» της Τουρκίας, θέτοντας την προ των ευθυνών της για τις στενές στρατιωτικές σχέσεις της με τη Ρωσία. Οι σχέσεις των δύο κρατών όχι μόνο απειλούν τις στρατιωτικές αμερικανικές δυνάμεις, δυσχεραίνοντας τα σχέδια των ΗΠΑ, αλλά υποβαθμίζουν και την βορειοατλαντική συμμαχία, προκαλώντας εσωτερικές εντάσεις και ταλαντώσεις στα θεμέλια του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με την Ουάσιγκτον, τα S-400 είναι ασυμβίβαστα με τα οπλικά συστήματα του ΝΑΤΟ, δημιουργώντας προβλήματα στον εξοπλισμό της συμμαχίας, ενώ η Άγκυρα από πλευράς της υπογραμμίζει ότι δεν επρόκειτο για εξοπλισμό, ο οποίος θα τροφοδοτήσει τα νατοϊκά συστήματα και συνεπώς δεν θέτει σε κίνδυνο τη συμμαχία.

Παρά τις εισηγήσεις της Τουρκίας και τις διαβεβαιώσεις της ως προς τη χρήση των ρωσικών οπλικών συστημάτων, το Κογκρέσο κατάφερε, συμπεριλαμβάνοντας τις τουρκικές κυρώσεις στον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ, να περάσει το νομοσχέδιο, αποφεύγοντας μια πιθανή παρέμβαση Trump ως προς το περιεχόμενο του. Τόσο η Βουλή των αντιπροσώπων, η οποία υπερψήφισε το νομοσχέδιο με 355 ψήφους υπέρ έναντι 78 κατά, όσο και η Γερουσία, η οποία το ενέκρινε με συντριπτική πλειοψηφία 84 ψήφων έναντι 13 κατά, έδωσαν οριστικό τέλος στα σενάρια περί ενδεχόμενου βέτο από πλευράς Trump, εγκρίνοντας το Νόμο Εθνικής Άμυνας με ποσοστό μεγαλύτερο των δύο τρίτων, που απαιτούνται, ούτως ώστε να παρακαμφθεί ο Πρόεδρος, ο οποίος είχε μάλιστα εκφράσει τις ενστάσεις του σχετικά με το νομοσχέδιο.

Τι περιλαμβάνουν ωστόσο οι αμερικανικές κυρώσεις; Το περιεχόμενο των κυρώσεων προβλέπει πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων και περιορισμούς χορήγησης ταξιδιωτικών θεωρήσεων στον Πρόεδρο της SSB Ismail Demir και τριών ακόμη Τούρκων εργαζομένων της εταιρείας, καθώς και απαγόρευση έκδοσης αδειών εξαγωγής και εξουσιοδοτήσεων στην SSB. Ασφαλώς, η απαγόρευση εξαγωγής της αμερικανικής τεχνολογίας σε οπλικά συστήματα καθιστά βασικό πρόβλημα για τον Erdogan, ο οποίος δήλωσε ότι «από το σύμμαχό μας στο ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ, περιμένουμε υποστήριξη στον αγώνα μας έναντι των τρομοκρατικών οργανώσεων και δυνάμεων που έχουν τα δικά τους σχέδια για την περιοχή μας, όχι κυρώσεις». Σφοδρές, ωστόσο, ήταν και οι αντιδράσεις από το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας, το οποίο χαρακτήρισε τις κυρώσεις ως ένα βαρύ σφάλμα των ΗΠΑ, τονίζοντας ότι η Άγκυρα «θα λάβει τα απαραίτητα μέτρα, τα οποία αναπόφευκτα θα επηρεάσουν αρνητικά τις σχέσεις μας και θα απαντήσει ανάλογα όπως και όποτε το κρίνει σκόπιμο». Την ίδια στάση κράτησε και ο Ρώσος Εξωτερικών Sergey Lavrov, υπογραμμίζοντας ότι «οι κυρώσεις θεωρούνται παράνομες, καθώς δεν στηρίζονται στο διεθνές δίκαιο και απηχούν την αλαζονεία των ΗΠΑ έναντι της διεθνούς κοινότητας».

Οι κόκκινες γραμμές που επέβαλαν οι ΗΠΑ έναντι της Τουρκικής προκλητικότητας ερμηνεύονται ως μία προσπάθεια για ισχυροποίηση της θέση τους εντός των διπλωματικών κύκλων, ενισχύοντας τη συμμετοχή τους στο πεδίο των διεθνών εξελίξεων, έπειτα από ένα εκτεταμένο διάστημα εσωστρέφειας και αποστασιοποίησης, το οποίο εισήγαγε ο Πρόεδρος Trump κατά την προεδρία του. Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Ανατολική Μεσόγειο φαίνεται ότι έχει αναζωπυρωθεί, ενώ μέσω των κυρώσεων στέλνουν ένα σαφές μήνυμα στην Ευρώπη, παρακινώντας για λήψη δυναμικών μέτρων από πλευράς της, με σκοπό τον περιορισμό των κινήσεων Erdogan. Η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής ασφαλώς δεν είναι τυχαία. Με την υποβολή κυρώσεων, οι ΗΠΑ βάζουν φρένο στα σχέδια της Τουρκίας για το κρίσιμο και ασταθές αυτό διάστημα, μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων της προεδρίας από τον Biden, κατά το οποίο υπήρχαν φόβοι για έντονη κινητικότητα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και στη Συρία, θέτοντας τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας σε ένα νέο πλαίσιο αυτή τη φορά υπό αμερικανικούς όρους.

Το κύριο αίνιγμα της όλης υπόθεσης είναι ασφαλώς η στάση του Trump, ο οποίος ως γνωστόν είχε αναπτύξει κατά τη διάρκεια της προεδρίας του στενές σχέσεις με τον Πρόεδρο Erdogan, ενώ είχε εκφράσει δημόσια τις επιφυλάξεις του όσον αφορά τις τουρκικές κυρώσεις. Βάσει όλων των παραπάνω θα αναμέναμε την παρέμβασή του επί του ζητήματος, προκειμένου να περιορίσει τις εν λόγω κυρώσεις, ωστόσο ο απερχόμενος Πρόεδρος επέλεξε να σιωπήσει έναντι των εξελίξεων. Πού αποδίδεται η -σπάνια- σιγή του; Ο βασικός λόγος για τον οποίο επέλεξε να μην ασκήσει βέτο είναι διότι ο Αμερικανός Πρόεδρος ήθελε να αποφύγει τις συγκρούσεις κυρίως με το ίδιο του το κόμμα, δεδομένου ότι πλησιάζουν οι κρίσιμες εκλογές για δύο έδρες στη Γερουσία τον Ιανουάριο, θέλοντας να ακυρώσει με αυτόν τον τρόπο κάθε προσπάθεια των Δημοκρατικών να παρουσιάσουν τους Ρεπουμπλικάνους ως έμμεσους υποστηρικτές τους Erdogan. Για τους επιτελείς του Λευκού Οίκου και τους συμμάχους τους στη Γερουσία η επιβολή των κυρώσεων αποστομώνει όσους κατηγορούν τον νυν Πρόεδρο ότι εθελοτυφλεί έναντι των Τουρκικών και Ρωσικών παιγνίων έναντι του ΝΑΤΟ.

Από την άλλη, τόσο η έγκριση των κυρώσεων, όσο και η στάση του Trump έχει τεράστια οφέλη για τον διάδοχό του στην προεδρία Joe Biden. Η επιβολή των κυρώσεων τον απαλλάσσει από τις πιέσεις των Δημοκρατικών Γερουσιαστών και του Κογκρέσου γενικότερα, για επιβολή αυστηρών κυρώσεων έναντι της Τουρκίας, περιορίζοντας τα αιτήματά τους στη διεύρυνση ή την ενίσχυση των υπαρχόντων μέτρων. Το γεγονός αυτό αφαιρεί από τον Erdogan το επιχείρημα περί ισλαμοφοβικής ρητορικής της εναντίον της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, καθώς τα εν λόγω μέτρα αποτελούν έργο της κυβέρνησης Trump. Παράλληλα, οι εν λόγω κυρώσεις εγκαινιάζουν ένα νέο πλαίσιο συζητήσεων μεταξύ των δύο κρατών, με τον Αμερικανό Πρόεδρο να βρίσκεται σε θέση ισχύος έναντι του Τούρκου ομόλογού του, σε περίπτωση πάντα που η Τουρκία επιθυμεί την άρση των κυρώσεων σε βάρος της.

Το τελευταίο σενάριο ωστόσο μοιάζει μάλλον ουτοπικό, δεδομένου ότι ο Erdogan πολλάκις έχει χρησιμοποιήσει τέτοιου είδους κυρώσεις προκειμένου να θυματοποιηθεί και να κατηγορήσει τη Δύση για μεροληψία εναντίον του, πόσο μάλλον όταν ο Biden έχει δηλώσει ανοιχτά τις προθέσεις και την περιορισμένη ανοχή του έναντι της τουρκικής προκλητικότητας.

Εξαιρετικής σημασία ασφαλώς είναι το αντίκτυπο των αμερικανικών κυρώσεων στο ΝΑΤΟ. Η ρωγμή που επέφερε ο αποκλεισμός της Τουρκίας από τα F-35 καθώς και οι εξοπλιστικές κρούσεις της Τουρκίας στη Ρωσία αναδεικνύουν την απόκλιση των στρατηγικών αναγκών των δύο εταίρων του ΝΑΤΟ. Το χάσμα μεταξύ των δύο κρατών όλο και μεγαλώνει, απειλώντας την συνοχή αλλά και την ύπαρξη της συμμαχίας, δεδομένου ότι η Τουρκία αποτελεί το μεγαλύτερο συντελεστή στρατιωτικού προσωπικού μετά τις ΗΠΑ. Οι θεσπισμένες κυρώσεις έχουν σαν στόχο την κρατική αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας, αποσκοπώντας στον περιορισμό της ταχέως αναπτυσσόμενης στρατιωτικής βιομηχανίας της, πλήττοντας κατά βάση τις αεροπορικές της δυνάμεις. Βάσει όλων των παραπάνω, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι σχέσεις τουρκικών και αμερικανικών αμυντικών εταιρειών βρίσκεται σε αναστολή, ενώ αν αναλογιστούμε και το τεταμένο κλίμα μεταξύ Erdogan και Macron, η εναλλακτική της Γαλλίας μοιάζει μάλλον απίθανο σενάριο για την Άγκυρα. Συνεπώς, η μοναδική λύση στο αδιέξοδο του Erdogan είναι ασφαλώς η Ρωσία, η συνεργασία των οποίων θα επέφερε απρόσμενες εξελίξεις, επηρεάζοντας άμεσα το μέλλον του ΝΑΤΟ, με την συμμετοχή της Τουρκίας να κρίνεται πλέον αβέβαιη, εγκαινιάζοντας ένα νέο κύκλο συζητήσεων περί σκοπιμότητας της ύπαρξης της συμμαχίας, ευνοώντας άμεσα τις ρωσικές φιλοδοξίες.

 

*Το άρθρο της κ. Γιαννακοπούλου δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα www.offlinepost.gr