ΑΡΘΡΟ

Του Θεόφιλου Ξανθόπουλου

Βουλευτή Ν. Δράμας

Τομεάρχη Δικαιοσύνης Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία

Η πολιτική ζωή της χώρας δοκιμάζεται από το σκάνδαλο των υποκλοπών. Με μια αδιανόητη μεθοδολογία, που θυμίζει εποχές που όλοι θέλουμε να ξεχάσουμε, η Κυβέρνηση παρακολουθούσε τις συνομιλίες του δημοσιογράφου Θ. Κουκάκη και του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ Ν. Ανδρουλάκη. Τώρα αποκαλύπτεται ότι ίχνη του παράνομου λογισμικό παρακολούθησης predator που είχαν βρεθεί στα τηλέφωνά τους, εντοπίσθηκαν και στο κινητό τηλέφωνο του Χρ. Σπίρτζη, Βουλευτή, πρώην Υπουργού και Τομεάρχη Προστασίας του Πολίτη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, γεγονός που παραπέμπει σε οργανωμένη παρακρατική δράση της Κυβέρνησης σε βάρος των πολιτικών της αντιπάλων και των δημοκρατικών θεσμών.

Η ΕΥΠ έχει σκοπό την πρόληψη, αποτροπή, ανάσχεση και εξουδετέρωση της κατασκοπευτικής και τρομοκρατικής απειλής, με στόχο τη θωράκιση της χώρας και τη προάσπιση των εθνικών συμφερόντων. Αντ’ αυτού μετατράπηκε σε υπηρεσία παρακολούθησης πολιτικών αντιπάλων του Πρωθυπουργού αλλά και «ενοχλητικών» δημοσιογράφων.

Το θέμα είναι μείζον και δεν εντάσσεται στη συνήθη πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων, που και θεμιτή είναι και απαραίτητη. Έχει να κάνει με τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου και την προσβολή θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων, όπως αυτό της επικοινωνίας.

Τα πολιτικά κόμματα αντέδρασαν θεσμικά και κατ’ αρχάς ανέθεσαν στην Επιτροπή Θεσμών & Διαφάνειας της Βουλής να ερευνήσει το θέμα. Η έρευνα όμως, παρ’ όλες τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών που κατέληγαν στην επωδό «όλα στο φως», σκάλωσε στην επίκληση του απορρήτου, το οποίο επικαλέσθηκαν ενώπιον της Επιτροπής κάποιοι από τους εξεταζόμενους. Ταυτόχρονα, η Βουλή αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ. 2 του Συντάγματος, να συστήσει εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή, η οποία θα διερευνήσει αφενός μεν την υποκλοπή των συνδιαλέξεων των Θ. Κουκάκη & Ν. Ανδρουλάκη και αφετέρου τις καταγγελίες για την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων στην έδρα της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε.

Αυτή η δυνατότητα της μειοψηφίας να συστήνει εξεταστικές επιτροπές, κάτι που μέχρι τώρα ανήκε μόνον στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ρυθμίσθηκε στην πρόσφατη συνταγματική αναθεώρηση. Καθοριστικής σημασίας για την σημαντική αυτή τομή στον κοινοβουλευτικό έλεγχο υπήρξε η συναίνεση της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. Η μεν πρόταση προήλθε από τη Ν.Δ. κατά την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και έγινε αποδεκτή από την τότε πλειοψηφία (ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ), με αποτέλεσμα να καταστεί πρόταση της προτείνουσας προς την αναθεωρητική Βουλή. Στην δε παρούσα αναθεωρητική Βουλή, όπου την πλειοψηφία έχει η Ν.Δ., και ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. υπερψήφισε την συγκεκριμένη διάταξη, η οποία πλέον κατέστη άρθρο του Συντάγματος. Και ενώ η επιδειχθείσα συναίνεση θα έπρεπε να αποτελεί σημείο αναφοράς για την πολιτική πραγματικότητα, η Ν.Δ. παραποίησε την πραγματικότητα, αναγνώρισε τη μισή αλήθεια, αγνόησε την επιτευχθείσα συναίνεση και ισχυρίσθηκε ότι αυτή η τροποποίηση είναι δικό της έργο… Δηλ. σε μία διαδικασία, όπου εκ των πραγμάτων επιτεύχθηκε συναίνεση, χωρίς την οποία θα ήταν αδύνατη η τροποποίηση του συγκεκριμένου άρθρου, η Ν.Δ. διαφωνεί με την πραγματικότητα.

Στα πλαίσια αυτής της συναίνεσης, κατ’ αναλογίαν θα έπρεπε να υπάρξει και αντιπροσωπευτικό προεδρείο. Εφόσον η σύσταση της επιτροπής αποτελεί προνόμιο της Αντιπολίτευσης, είναι δε μέρος του κοινοβουλευτικού ελέγχου, λογικά θα έπρεπε το Προεδρείο να είναι συλλογικό και να εκπροσωπείται και η αντιπολίτευση. Υπάρχουν επιτροπές της Βουλής, όπου πράγματι εκλέγεται αντιπροσωπευτικό προεδρείο.

Όμως η Κυβέρνηση δεν μπορεί να κρύψει την αγωνία και τον πανικό της. Γι’ αυτό θέλει να ελέγχει όλη την διαδικασία. Γι’ αυτό και αρνήθηκε την εκλογή αντιπροσωπευτικού προεδρείου. Και αυτό ήταν «το πρελούδιο» των όσων επακολούθησαν. Όπως και στην εξεταστική για τη Λίστα Πέτσα έτσι και εδώ ο κατάλογος των μαρτύρων διαμορφώθηκε από την πλειοψηφία ενώ αποκλείσθηκαν οι προτεινόμενοι από την μειοψηφία μάρτυρες. Μάλιστα η κυβερνητική πλειοψηφία όρισε και τη σειρά εξέτασης. Για να απαλύνει δε τις αντιδράσεις, ισχυρίσθηκε ότι ο κατάλογος είναι «δυναμικός» και εφόσον χρειασθεί θα κληθούν και άλλοι μάρτυρες. Είναι δε τόση η υποκρισία της ώστε αρνήθηκε να καλέσει τους ήδη παραιτηθέντες κ.κ. Δημητριάδη & Κοντολέοντα καθώς και άλλα πολιτικά στελέχη της, ενώ κάλεσε τον κ. Ανδρουλάκη.

Με κατάλογο μαρτύρων «κομμένο και ραμμένο» στα μέτρα της Κυβέρνησης, με την επίκληση του απορρήτου από πλευράς κυβερνητικών στελεχών, ώστε τίποτε να μην υπάρξει προς έλεγχο, είναι προφανές που οδηγείται και αυτή η Εξεταστική. Θυμίζω ότι και στην προηγούμενη τα ίδια έπραξαν. Ήταν μια εξεταστική για τη λίστα Πέτσα αλλά χωρίς τον Πέτσα.

Η αντιπολίτευση σε μία κίνηση με σαφή συμβολισμό αποχώρησε από τη συνεδρίαση και κατήγγειλε τις μεθοδεύσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας, που καταφανώς εμποδίζουν το έργο της επιτροπής και υπονομεύουν την αποστολή της.

Θα δώσει όμως τη μάχη της αναζήτησης της αλήθειας, που είναι μάχη για τη Δημοκρατία. Γιατί η πολιτική ευθύνη της Κυβέρνησης και προσωπικά του Πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη είναι αυταπόδεικτη και αυτό, όσες μεθοδεύσεις και αν επιχειρήσει η Ν.Δ. η αλήθεια θα λάμψει και ο ελληνικός λαός θα πληροφορηθεί ποιος μετέτρεψε την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών σε παραμάγαζο του Μαξίμου.

 

*Το άρθρο του κ. Ξανθόπουλου δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα 1Voice.gr