ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Σήμερα γίνεται ευρύτατα λόγος για ένα διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο οι λαοί της γης προσεγγίζουν ολοένα και περισσότερο ο ένας τον άλλο αποβάλλοντας συστατικά και γνωρίσματα που κληροδότησε το παρελθόν για τον καθένα ξεχωριστά. Μέσα από αλλαγές οι οποίες συντελούνται σε όλους τους τομείς της ζωής, δημόσιας και ιδιωτικής, προκύπτει βαθμηδόν ένα νέο κράμα κοινωνίας: είναι κοινωνία απρόσωπη, χωρίς συγκεκριμένους προσανατολισμούς διαχρονικής αξίας, δίχως τη σφραγίδα του ανθρώπου ως όντος λογικού με συνειδητές επιλογές οι οποίες είναι αποτέλεσμα και της ιδιοσυστασίας λαών και ατόμων. Είναι όμως η παγκοσμιοποίηση δεδομένο ή μήπως ενδεχόμενο;

Στο ερώτημα αυτό είναι δυνατόν να απαντήσει κάποιος με διάφορους τρόπους χρησιμοποιώντας μάλιστα πειστικά επιχειρήματα. Αυτή η δυνατότητα αίρεται μόνον όταν θελήσουμε να εισδύσουμε στην ουσία του προβλήματος. Μπορούμε π.χ. να περιγράψουμε με τρόπο ακριβή όσο και γλαφυρό τη σημερινή παγκόσμια κοινωνία η οποία απολαμβάνει πλήθος αγαθών, έχει στην υπηρεσία της επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα ασύλληπτα για τον κοινό νου μέχρι και πριν από λίγα χρόνια, οραματίζεται ένα κοντινό μέλλον στο οποίο τίποτε δεν θα είναι ακατόρθωτο. Είμαστε συγχρόνως σε θέση να διαπιστώσουμε πως στις μέρες μας έχουν αναπτυχθεί και διαμορφωθεί πάνω στον πλανήτη μας δυνάμεις και σχηματισμοί που μπορούν να επιβάλλουν μια άποψη και να παγιώνουν καταστάσεις, να αντιμετωπίζουν απειλές και να κονιορτοποιούν αντιπάλους, να περιφρονούν κινδύνους και να υψώνουν τρόπαια. Έχουμε όμως πείρα και των δεινών που σωρεύονται: αποξένωση των ανθρώπων με παράλληλη διάρρηξη των μεταξύ τους σχέσεων, απομάκρυνση από αξίες οι οποίες ήταν ανέκαθεν σταθερός οδοδείκτης της ανθρωπότητας, καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος εξαιτίας της βουλιμίας μα και της αφροσύνης της εποχής μας.

Αυτά και πολλά ακόμη που θα μπορούσε κάποιος να θυμηθεί είναι πτυχές της σημερινής παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας. Όμως, ο πυρήνας του θέματος βρίσκεται σε άλλο σημείο: στο ότι ο άνθρωπος τείνει να εξομοιωθεί με τα υπόλοιπα όντα, καθώς χάνει τα γνωρίσματά του ως άνθρωπος, ως ον με αξία ανεκτίμητη. Πρόκειται για πορεία πτώσης και κατάπτωσης, την οποία δεν επιλέγει αυτοβούλως και ασμένως το άτομο – θα ήταν παράδοξο να συνέβαινε αυτό. Σχεδιάζεται, εξυφαίνεται και επιβάλλεται ως ο μόνος τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος είναι δυνατόν να συνεχίσει την πορεία του πάνω στη γη. Είναι έργο εκείνων οι οποίοι και συμφέρον έχουν και την απαιτούμενη δύναμη διαθέτουν για την επιβολή της. Οι υπόλοιποι, το μέγα πλήθος, είτε ως άτομα είτε ως σύνολα (λαών, κοινωνιών) πειθαναγκάζονται, υποκύπτουν και ακολουθούν. Παρηγορούνται με τη σκέψη ή με την ελπίδα πως ἡ νέα κατάσταση που την ονόμασαν παγκοσμιοποίηση θα φέρει καλύτερες ημέρες στη ζωή τους. Νιώθουν να είναι εγκλωβισμένοι, δεσμώτες χωρίς δυνατότητα διαφυγής ή άλλης επιλογής.

Μια απλή όμως όσο και εύκολη κίνηση θα ήταν δυνατόν να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων. Επιστροφή στο παρελθόν και αναδίφησή του διδάσκει ότι στην ιστορία των ανθρώπων και άλλοτε είχε διαμορφωθεί μια κοινωνία παγκόσμια, με χαρακτηριστικά τα οποία, τηρουμένων των αναλογιών, δεν διέφεραν πολύ από αυτά της εποχής μας. Ήταν τότε που η Ρώμη είχε κυριαρχήσει και είχε επιβάλει στους κατακτημένους λαούς το πρότυπο της ρωμαϊκής ζωής. Ήταν η εποχή κατά την οποία ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και ο Θεός εξαπέστειλε τον Υιόν αυτού τον Μονογενή.

Η Ρώμη τότε είχε κυριαρχήσει σε ολόκληρη σχεδόν την οικουμένη. Η αυτοκρατορία την οποία είχε συστήσει παρείχε στους υπηκόους της την αίσθηση πλήρους κρατικής ευημερίας. Ἡ ρωμαϊκή ειρήνη (pax romana), αποδιδόμενη στον αυτοκράτορα, είχε περίπου θεοποιηθεί, αφού βωμός της στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας υπενθύμιζε σε όλους το ιερό χρέος που είχαν. Σε άλλες πόλεις του αχανούς κράτους κυρίαρχα στοιχεία ήταν η μεγαλοπρέπεια και η λαμπρότητα, τα επιβλητικά σε όγκο κτήρια, η ρυμοτομία και ο φωτισμός, τα κέντρα διασκεδάσεως, η έντονη πνευματική κίνηση. Η εικόνα αυτή της συνολικής υλικής ευημερίας συμπληρωνόταν με την ευχαρίστηση την οποία αισθάνονταν ως άτομα οι υπήκοοι της Ρώμης λόγω της ειρήνης που είχε παγιωθεί και της αρραγούς ενότητας της αυτοκρατορίας.

Κάτω από αυτές τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες πλούτος πολύς είχε κάμει την εμφάνισή του. Όμως οι φτωχοί και πολλοί ήσαν και σε μεγάλη δυστυχία ζούσαν. Η αντίθεση μεταξύ πλουσίων και φτωχών ήταν μεγάλη. Οι πρώτοι ζούσαν σε πολυτελείς κατοικίες, οι δεύτεροι αντιμετώπιζαν οξύτατο πρόβλημα στέγης. Η αφθονία του πλούτου οδήγησε στην επικράτηση υλιστικών τάσεων και στην επιδίωξη πλουτισμού με κάθε τρόπο – ακόμα και με προσευχές. Την ίδια στιγμή η οικογένεια και ο οικογενειακός βίος βρίσκονταν σε μεγάλη δοκιμασία. Ο γάμος ήταν κάτι το εντελώς ανθρώπινο, χωρίς ιερό χαρακτήρα, δίχως ηθική διάσταση. Για τη σύναψή του πρωτεύον κριτήριο ήταν το οικονομικό μέρος και οι εξ αυτού υπολογισμοί. Η γυναίκα ήταν σχεδόν πλήρως χειραφετημένη, ευρύτατα δε κυκλοφορούσαν εταίρες. Νομοτελειακή συνέπεια είχαν όλα αυτά την πολυγαμία, τους οικογενειακούς φόνους, την εύκολη διάλυση του γάμου, την ανοχή προς τη μοιχεία, την έξαρση της πορνείας, γενικά την έκλυση των ηθών και τη διαφθορά.

Πολλοί ήσαν εκείνοι που έβλεπαν την κατάσταση και την αποδοκίμαζαν. Επεσήμαιναν τους κινδύνους, στηλίτευαν την κατάπτωση, προσπαθούσαν να συμβουλεύσουν και να νουθετήσουν. Και αξίζει να επισημανθεί το ότι η εξαχρείωση για την οποία μιλούσαν ήταν το άλλο πρόσωπο, η οδυνηρή πραγματικότητα στην οποία είχε εγκλωβίσει τους ανθρώπους η παγκόσμια κοινωνία της αυτοκρατορίας. Για το λόγο αυτό, παρά το ότι σημαντικοί πνευματικοί άνθρωποι της εποχής και αξιωματούχοι με κορυφαίες θέσεις ήσαν μεταξύ των ανησυχούντων και διαμαρτυρομένων, η φωνή τους έμενε ασθενική και πάντως αναποτελεσματική: ήταν πολύ δύσκολο να αντισταθούν στην ισοπέδωση που επιβαλλόταν παντού. Η εξάπλωση της ηθικής αποσύνθεσης ήταν αδύνατον να ανακοπεί, αφού οι άνθρωποι δεν είχαν να προτείνουν μια πορεία διαφορετική, δεν μπορούσαν να οραματισθούν μια κοινωνία απαλλαγμένη από την απειλή που επέσειε το παγκόσμιο κράτος της Ρώμης. Δυστυχώς για την εποχή και για τον άνθρωπο γενικότερα, το παράδειγμα του ελληνισμού δεν είχε αξιοποιηθεί. Δεν είχαν, δηλαδή, συνειδητοποιήσει ότι πριν από τη ρωμαϊκή παγκόσμια κυριαρχία είχε λάβει χώρα κυριαρχία του ελληνισμού, όχι όμως δια του ξίφους, καθώς επρόκειτο για πνευματικού περιεχομένου γεγονός: η ακτινοβολία που εξέπεμπαν ο ελληνικός πολιτισμός και το ελληνικό πνεύμα υπήρξε και το όργανο μέσω του οποίου κατά την ελληνιστική εποχή η κοινωνία είχε γίνει παγκόσμια.

Ο λόγος, βεβαίως, για τον οποίο ο ρωμαϊκός κόσμος είχε πάρει αυτόν το δρόμο δεν ήταν το ότι οι κρατούντες της εποχής ήσαν άλλοι από τους ομολόγους των κάποιων άλλων εποχών. Συνοψίζοντας είναι δυνατόν να αποδώσουμε την κατάπτωση της κοινωνίας στην έλλειψη πνευματικότητας, στην ανυπαρξία ηθικών κανόνων και φραγμών, στην αδυναμία των ανθρώπων να αρθούν πάνω από τα γήινα και τα πρόσκαιρα, στην τύφλωση που τους εμπόδιζε να στρέψουν το βλέμμα προς το επέκεινα και να δουν εκεί το φως που θα φώτιζε τη ζωή τους και την πορεία τους.

Αυτό το φως ήρθε να φέρει στον κόσμο με την ενανθρώπησή του ο Χριστός. Από την πρώτη στιγμή της επί γης ενσάρκου παρουσίας του δηλώθηκε συμβολικώς η σχέση του με το φως, αφού άστρο φωτεινό έλαμψε πάνω από τον ουρανό της Βηθλεέμ και κατηύθυνε τα βήματα των μάγων. Και ο ίδιος ο Χριστός αργότερα διδάσκοντάς το υπενθύμισε: φως εις τον κόσμον ελήλυθα. Φως όμως που προοριζόταν όχι μόνο για τους ανθρώπους της χώρας στην οποία γεννήθηκε ο Χριστός ή, έστω, για τους λαούς της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Προοριζόταν για κάθε άνθρωπο όπου γης – και κάθε εποχής. Η ιστορία έκτοτε, όπως ο ανθρώπινος νους την αντιλαμβάνεται, έχει μερισθεί σε δύο περιοχές, στην προ Χριστού και στην μετά Χριστόν. Επισημαίνεται όμως ότι το φως του Κυρίου φωτίζει όχι μόνο την μεταχριστιανική αλλά και την προ Χριστού περίοδο, η οποία ερμηνεύεται ασφαλέστερα όταν θεωρηθεί μέρος του σχεδίου του Θεού.

Σήμερα, δύο χιλιάδες χρόνια μετά την ενανθρώπηση του Χριστού, γνωρίζουμε και είμαστε σε θέση να περιγράψουμε τις συνέπειες τις οποίες είχε για την παγκόσμια ιστορία το γεγονός αυτό. Το πλαίσιο το είχε κατ’ αρχήν ορίσει ο Συμεών, όταν διεμήνυε ότι το βρέφος τότε Ιησούς κείται… εις σημείον αντιλεγόμενον. Μαζί του ή εναντίον του συνασπίζονται από τότε οι άνθρωποι είτε για να τον πολεμήσουν, οι δεύτεροι, είτε για να υπερασπίσουν τα ιδεώδη του οι πρώτοι. Είναι των ανθρώπων η στάση αυτή και αντιστοίχως η πρόσληψη της διδασκαλίας του. Διότι ο ίδιος δεν έκαμε ποτέ και δεν κάνει μέσω της Εκκλησίας του διαχωρισμούς με ανθρώπινα κριτήρια.

(συνεχίζεται…)