Νέα γενιά αναδρομικών και αδικίες σε συνταξιούχους δημιούργησε ο νόμος Βρούτση, αφού όσοι έχουν συνταξιοδοτηθεί από τον ιδιωτικό τομέα μετά τον Οκτώβριο του 2019 – και οι οποίοι έχουν πάνω από 30 συντάξιμα έτη- δεν έχουν λάβει ακόμα τις αυξήσεις και τα αναδρομικά, με τα νέα αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων ανταποδοτικών συντάξεων (οι αυξήσεις των ανταποδοτικών κύριων συντάξεων έως 11,8% είναι από 12 ευρώ για όσους έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν με 30,1 έτη ασφάλισης έως και 252 ευρώ για όσους έχουν 40 έτη ασφαλιστικού βίου). Έτσι, σύμφωνα με την εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ” δημιουργείται το παράδοξο ότι ενώ ισχύει ο νόμος Βρούτση (με τα αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης αναδρομικά από τον Οκτώβριο του 2019), η κατηγορία αυτή των χιλιάδων συνταξιούχων (μετά τον Οκτώβριο του 2019) να λαμβάνει ακόμη και σήμερα συντάξεις του νόμου Κατρούγκαλου, δηλ. μειωμένες και χωρίς αναδρομικά εδώ και 23 μήνες.

Επισημαίνεται ότι με αναδρομική ισχύ από τον Οκτώβριο του 2019 οι κύριες συντάξεις επανυπολογίζονται και αυξάνονται με τα ενισχυμένα ποσοστά αναπλήρωσης που εισήγαγε ο νόμος 4670/2020 από τα 30 έτη ασφάλισης και πάνω, συμμορφούμενος προς τις αποφάσεις του ΣτΕ που έκρινε ότι τα αντίστοιχα ποσοστά του νόμου 4387/2016 μείωναν υπέρμετρα τις συντάξεις σε σχέση με τις καταβαλλόμενες εισφορές.

Τα ποσοστά των αυξήσεων με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων ανταποδοτικών συντάξεων – Νόμος Βρούτση1. Από τα 30 έτη και έναν μήνα έως τα 33 έτη οι αυξήσεις που θα έχουν οι ανταποδοτικές συντάξεις κυμαίνονται από 0,2% έως 5,5%.

2. Από τα 33 έτη και έναν μήνα έως τα 36 έτη οι αυξήσεις για τις ανταποδοτικές συντάξεις κυμαίνονται από 5,7% έως 12,5%.

3. Από τα 36 έτη και έναν μήνα έως τα 39 έτη οι ανταποδοτικές συντάξεις έχουν αύξηση από 12,6% έως 16,3%

4. Από τα 39 έτη και έναν μήνα έως τα 40 έτη οι ανταποδοτικές συντάξεις έχουν αύξηση από 16,4% έως 16,85%.

Μετά τα 40 έτη η απόδοση των νέων συντελεστών αρχίζει να φθίνει. Από τα 40 έτη και έναν μήνα έως τα 42 έτη η αύξηση κατεβαίνει από το 16,5% στο 9%. Από τα 42 έτη και έναν μήνα έως τα 44 έτη οι αυξήσεις περιορίζονται σε ποσοστά μεταξύ 8,7% έως 2,4%.

 

Πηγή: enikonomia.gr