ΑΡΘΡΟ
Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά
ATPL
AIRLINE PILOT
B737NG AIRBUS 320

Ο εθνικιστικός παροξυσμός για το όνομα της Μακεδονίας δεν άφησε αδιάφορους τους «Μακεδονομάχους» της κερκίδας, ίσα-ίσα που είχε διάφορα χουλιγκανίστικα χαρακτηριστικά: φανατισμό, καφρίλες, ποζεριές. Και τα μυαλά στα κάγκελα.
Πανό, σημαίες, συνθήματα, περικεφαλαίες και σάρισες για την ανάγκη της περίστασης. ΠΑΕ που καλούσαν στο συλλαλητήριο, Πρόεδροι-επιχειρηματίες που το πατρονάρισαν, τοπικές ποδοσφαιρικές ενώσεις που ανέβαλαν την αγωνιστική τους για να διευκολύνουν τη συμμετοχή, σύνδεσμοι οπαδών που συμμετείχαν ενεργά στον εμπρησμό κατειλημμένου κτιρίου, ομάδες που έμπαιναν στον αγωνιστικό χώρο με το «Μακεδονία ξακουστή» ως ηχητική υπόκρουση.
Και να φανταστείς πως κάποτε οι ΠΑΟΚτζήδες το παρωδούσαν, το διασκεύαζαν σε ύμνο της ομάδας τους και τους είχαν στην μπούκα οι απέναντι, γιατί μαγαρίζουν το εθνικό μας άσμα για τον οπαδικό τους το χαβά…
Τώρα κάποιοι οπαδοί της πόλης παραμέρισαν, λέει, τις μεταξύ τους διαφορές για τον «κοινό σκοπό» και το υψηλό ιδανικό του έθνους που τους ενώνει και έφτιαξαν τρικάκια με το σύνθημα «Nimic go home», όπου υπογράφουν από κοινού. Στην εθνικιστική βλακεία δε χωρούν οπαδικά.
Το μόνο που έσπασε την καταθλιπτική ομοφωνία ήταν ένα πανό στο Χαριλάου για τον εθνικισμό αλά καρτ και την υποκρισία κάποιων «Μακεδονομάχων» που κάνουν μπίζνες στη γειτονική χώρα ή απλά παίζουν καζίνο και ψωνίζουν φτηνότερα.
Μπορεί η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων να άκουσε κάτι για «μακεδονικό ζήτημα» το 1991 όταν παρουσιάστηκε σαν «Σκοπιανό»- μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και την εμφάνιση στα βόρεια σύνορά μας κράτους με το όνομα «Μακεδονία», ο εθνικός μας αυτός βραχνάς, ωστόσο, φτάνει πολύ μακριά, μέχρι και την Οθωμανική Αυτοκρατορία ακόμα.
Επί πολλές δεκαετίες η σκέψη και μόνο για προσέγγιση του περίπλοκου αυτού προβλήματος προσέκρουε στην κρατούσα αντίληψη περί «ανύπαρκτου Μακεδονικού» την ώρα που η από βορρά προπαγάνδα γύρω από αυτήν τη δυνάμει «ωρολογιακή» για τα Βαλκάνια βόμβα οργίαζε και οι θέσεις του Βελιγραδίου και των Σκοπίων κέρδιζαν, και συνεχίζουν να κερδίζουνε μέχρι και σήμερα, έδαφος διεθνώς.
Τα αποτελέσματα της συλλογικής άγνοιας φάνηκαν στις αρχές του ’90 όταν το «μακεδονικό κράτος» έπεσε σαν κεραμίδα στα κεφάλια μας και έκτοτε τρέχουμε και δεν φτάνουμε. Πλέον για αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και σε Παγκόσμιο επίπεδο, η ονομασία των Σκοπίων ως «Μακεδονία» θεωρείται δεδομένη και οι απολύτως δικαιολογημένες αντιδράσεις της Ελλάδας, στην καλύτερη περίπτωση, «γραφικές».
Ποιο είναι λοιπόν αυτό το «λεγόμενο μακεδονικό» και γιατί έκαιγε τόσο πολύ ώστε να καταστεί επί δεκαετίες ταμπού για εμάς τους Έλληνες, με αποτέλεσμα την διόγκωση του σημερινού προβλήματος;

Ο διαμελισμός της Μακεδονίας

Οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν το «μακεδονικό ζήτημα» ως μέρος του γενικότερου «ανατολικού ζητήματος», του προβλήματος, δηλαδή της διανομής των εδαφών της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Εμφανίστηκε περί τα μέσα του 19ου αιώνα με την προσπάθεια των νεόκοπων κρατών της Ελλάδας, Σερβίας και Βουλγαρίας, να διεισδύσουν στον χώρο της Μακεδονίας, που τότε αποτελείτο από τα βιλαέτια (περιφέρειες) Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου και Σκοπίων, και να προσεταιριστούν, για λογαριασμό τους η κάθε μια, το πληθυσμιακό της μωσαϊκό που συγκροτείτο από Έλληνες, Βουλγάρους, Σέρβους, λίγους Ρουμάνους και Αλβανούς, Εβραίους (κυρίως στη Θεσσαλονίκη) και βεβαίως πολλούς Τούρκους και γενικά μουσουλμάνους. Οι εθνικιστικές διαμάχες για την κατάκτησή της κράτησαν περίπου μισό αιώνα, από το 1870 έως το 1918 που έληξε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οπότε η Μακεδονία έλαβε την οριστική της μορφή, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στους βαλκανικούς πολέμους.
Καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε αρχίσει να αποσυντίθεται, η Βουλγαρία έστρεψε το ενδιαφέρον της προς τη Μακεδονία με στόχο, διά της προπαγάνδας στην αρχή και μέσα από την τρομοκρατική δράση ένοπλων ομάδων (Κομητατζήδες) στη συνέχεια, τον βίαιο εκβουλγαρισμό των κατοίκων. Αποκορύφωμα της δράσης των ομάδων αυτών υπήρξε η εξέγερση στο Κρούσεβο, κοντά στο Μοναστήρι, το 1903, γνωστή ως «επανάσταση του Ίλιντεν» – την οποία οι σημερινοί Σλαβομακεδόνες έχουν μυθοποιήσει, όπως αρέσκονται να κάνουν, θεωρώντας την ως την απαρχή της αφύπνισης του «μακεδονικού έθνους»- με σκοπό την έναρξη ένοπλου αγώνα για την προσάρτηση της Μακεδονίας στην επικράτειά της.
Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1904 τα πρώτα ελληνικά ένοπλα τμήματα έκαναν την εμφάνισή τους στη Μακεδονία με αρχηγό τον Παύλο Μελά, για να ακολουθήσει ο Μακεδονικός Αγώνας, ένας αιματηρός, ανορθόδοξος και σκληρός ανταρτοπόλεμος που αποσκοπούσε στη διατήρηση του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων της Μακεδονίας και έληξε το 1908 με την επικράτηση του κινήματος των Νεοτούρκων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι οποίοι απαγόρευσαν τη δράση όλων των αντάρτικων ομάδων (ελληνικών, βουλγάρικων, σέρβικων) στη Μακεδονία.
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος σήμαναν τον διαμελισμό της Μακεδονίας τα εδάφη της οποίας, με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913 και του Νεϊγί το 1919, δόθηκαν: 51,56% στην Ελλάδα, 38,32% στη Σερβία και 10,12% στην Βουλγαρία.

Οι σλαβόφωνοι

Και ενώ με τη λήξη των πολέμων και την οριοθέτηση των συνόρων φαινόταν ότι το «μακεδονικό ζήτημα» είχε λυθεί οριστικά και θα ηρεμούσε, έστω για μικρό χρονικό διάστημα, ο χιλιο – χτυπημένος ελληνικός λαός, καθώς μάλιστα έγιναν και ανταλλαγές πληθυσμών, η παρουσία περίπου 80.000 σλαβόφωνων στη Δυτική Μακεδονία, αρκετοί εκ των οποίων είχαν σλαβική συνείδηση, σε συνδυασμό με τη θέση, στον μεσοπόλεμο, των ανερχόμενων βαλκανικών κομουνιστικών κομμάτων, μεταξύ αυτών και το Κ.Κ.Ε., περί ξεχωριστού μακεδονικού κράτους ή αυτόνομης Μακεδονίας, συντήρησαν το πρόβλημα.
Η ελληνική πλευρά, παρά ταύτα, έκρινε ότι το ζήτημα είχε λυθεί και όσον αφορά τους σλαβόφωνους της Δυτικής Μακεδονίας υποστήριζε ότι δεν αποτελούσαν ξένη μειονότητα, αλλά ήταν Έλληνες οι οποίοι μιλούσαν απλώς ένα σλαβικό ιδίωμα.
Σε αυτό το διάστημα το Κ.Κ.Ε. ακροβατούσε μεταξύ των αποφάσεων της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, αλλά και της Κομιντέρν περί ίδρυσης «ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας» και της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, θέση από την οποία αποστασιοποιήθηκε το 1935, υιοθετώντας την αρχή της πλήρους ισότητας και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Με πρόσχημα τις θέσεις του ΚΚΕ, οι σλαβόφωνοι της Δυτικής Μακεδονίας υπέστησαν σκληρές διώξεις στα τέλη της δεκαετίας του ’30 με εξορίες και φυλακίσεις και εξαναγκασμό πολλών εξ αυτών σε φυγή στη Γιουγκοσλαβία.

Στην Κατοχή

Με την κατάληψη της Μακεδονίας το 1941 από τα ναζιστικά στρατεύματα, και την παραχώρηση της ελληνικής Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης στους Βούλγαρους, το Μακεδονικό φούντωσε και πάλι.
Η βουλγαρική προπαγάνδα προσέλκυσε ως συνεργάτες της διαβόητης μυστικής της αστυνομίας «Οχράνα», που επιδόθηκε σε τρομοκρατία και προέβη σε αγριότητες, αρκετούς «βουλγαρομακεδόνες» ενώ πολλοί αριστεροί σλαβόφωνοι επηρεασμένοι από την προπαγάνδα του Τίτο περί ίδρυσης μακεδονικού κράτους συγκρότησαν το Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο, γνωστό ως SΝΟF.
Η οργάνωση αυτή των σλαβομακεδόνικης συνείδησης κατοίκων της Δυτικής Μακεδονίας συμμετείχε στον ΕΛΑΣ μ’ ένα τάγμα, αλλά τα σχέδια του Τίτο για τη Βαλκανική και η προπαγάνδα περί μακεδονικού έθνους στην οποία επιδόθηκε, την έφεραν γρήγορα σε τροχιά σύγκρουσης με τον ΕΛΑΣ. Έτσι, στις αρχές Οκτωβρίου του 1944, ο στρατηγός Σαράφης διέταξε την 9η Μεραρχία να διαλύσει το τάγμα των σλαβομακεδόνων ανταρτών, το οποίο αναγκάστηκε να καταφύγει στη Γιουγκοσλαβία.
(συνεχίζεται…)