ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

 

 

ΕΙΚΟΝΕΣ ΖΩΗΣ

Αγία Βαρβάρα. Ταυτότητα αξεθώριαστη. Ταυτισμένη με την πόλη των υδάτων. Νερό διαυγές, κρυστάλλινο, που δρόσιζε και έτερπε κάποτε το δραμινό λαρύγγι! Τερψιλαρύγγιον ύδωρ.

Και μελωδικά υμνημένο. Ποιος δεν ενθυμείται εκείνο το δροσερό άσμα, που με ασίγαστο πάθος τραγουδούσαν όσοι ηθελημένα ή αθέλητα αναζήτησαν σε ξένο τόπο τη διαμονή τους. Δράμα Δράμα σ’ αγαπώ και πονώ για σένα… κι ύστερα της Βαρβάρας τα νερά γάργαρα κυλάνε… Αμ και το άλλο το χωρατό; Έμεινε γαμπρός στη Δράμα, γιατί ήπιε νερό από την Αγία Βαρβάρα! Λίγο το ‘χεις να γλυτώσει η κόρη σου από το ράφι;

Και το Νησάκι, τερψιλαρύγγιος χώρος λιγότερο κορεσμού και καταστολής της επανάστασης του στομάχου και περισσότερο τόπος αναψυχής, ιδιαίτερα στις μέρες του καύσωνα.

Άγουρη η ομορφιά του τοπίου με τα παρύδρια λιτά τραπεζάκι και τη σεβάσμια απόθεση του τσίπουρου, που εύφραινε ψυχήν ανθρώπου.

Και όμως ο σεβάσμιος χώρος με το αβίαστο προσκλητήριο στους λάτρεις του υγρού στοιχείου και του πράσινου δέχθηκε τη βία της βαρβαρότητας του τσιμέντου. Φατούρειος δάκτυλος και νους και μάλιστα επαρκώς μελωμένος.

Η βαρβαρότητα χαρακτηριστική. Ποιος ασεβής αρχιτέκτονας εμπνεύσθηκε τον βαρβαρισμό ενός τόπου, που γαλήνευε την ψυχή;

Ποιος νους αμελής δεν νοιάστηκε, ώστε τα καθάρια της να εγκαταλείψουν τη διασπαστική συμπεριφορά τους και να ανταμώσουν εις ροήν μίαν;

Γιατί οι εκάστοτε δημοτικοί άρχοντες δεν κατάφεραν να απαλλάξουν επ’ αμοιβή από τις δύο ιδιοκτησίες, έτσι ώστε ο Δραμινός, αλλά και ο έπηλυς, ν’ απολαμβάνουν ένα βραχύβιο ταξίδι στην πλάτη του υγρού στοιχείου με την κωπήλατη βάρκα;

Θα απέφευγα την ανίερη ταύτιση ενός ταξιδιού με τις βενετσιάνικες γόνδολες. Αυτό το ταξίδι δεν θα ήταν ταξίδι του συρμού ούτε και του φολκλορισμού, αλλά ταξίδι γνησιότητας, ταξίδι επενδυμένο με πλούσιο συναισθηματισμό. Αλήθεια πόσο μας έλειψε αυτός ο συναισθηματισμός, που ξεθωριάζει κάθε τόσο για να γίνει κάποτε ευτελές έκθεμα του μουσείου της λήθης; Θεέ μου, ας μη μας εύρει τέτοιο κακό! Βοήθησε να μη στεγνώσει η ψυχή μας από αυτό που τη δροσίζει και την κρατεί στητή

κι ολόρθη. Πλαστικοποιήσαμε τα πάντα. Τουλάχιστον ας μην πλαστικοποιήσουμε και την ψυχή μας.

Τόλμησε, τοπικέ οιακοστρόφε, και δώσε εντολή στις μπουλντόζες να μας απαλλάξουν από το μίασμα της βαρβαρότητας του μπετόν αρμέ. Φέρε τη γαλήνη στην ψυχή μας. Αρκετά ανεχθήκαμε την βάρβαρη πίεση της ψυχής μας από τις κακόγουστες τσιμεντένιες στήλες, που καρφώνονται ως δοκοί στη φυσιολατρική διάθεσή μας. Κατεδάφισε εκείνα τα κακόγουστα και ψυχρά σπιρτόκουτα, που μάλλον ως άχθος αρούρης λειτουργούν. Ελάχιστη η ζημιά σχετικά με το κέρδος. Κέρδος όχι μόνο υλικό, αλλά και συναισθηματικό.

Χτίσε ένα νέο πόλο έλξης περιηγητών και απάλειψε την ειρωνική παράφραση του τοπωνυμίου από Δράμα σε δράμα. Δεν είμαστε δραματική πόλη, αλλά πόλη της ευγενικής δράσης. Πόλη, που αθόρυβα εντελώς, διαφυλάσσει τη σεμνότητά της.

Δεν είναι και λίγο να σου προσδώσουν το χαρακτηρισμό του σεμνού. Οποία τιμή και κρυφό καμάρι. Και μην ξεχνάς κάτι θα μπει και στον κορβανά σου τον καχεκτικό. Τόλμησε! Fortuna juvat audaces. Αυτό μην το ξεχνάς ποτέ σου. Κάντο σημαία σου και με βήμα σταθερό σπεύσε να καταλάβεις την κορφή. Αυτή θα είναι η νίκη σου κι ας πετροβολούν και σε λοιδορούν ανίδεοι και κακεντρεχείς.