ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

Πώς εξηγείται η μειωμένη συμμετοχή των εκλογέων στις αυτοδιοικητικές εκλογές –51% στον πρώτο γύρο και 70% στο δεύτερο η αποχή έναντι 58,28% το 2019; Πόσο «ανεξάρτητες» είναι πια οι αυτοδιοικητικές εκλογές από τα κόμματα και την κεντρική πολιτική σκηνή; Ποιο είναι το αποτύπωμα των φυσικών καταστροφών στο εκλογικό αποτέλεσμα; Έχουν πραγματικό λόγο να θεωρούν θετικά τα αποτελέσματα τους κάποια από τα κόμματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πώς κινήθηκαν οι ψηφοφόροι στις μάχες του Β’ γύρου, όπου υποψήφιοι της Νέας Δημοκρατίας θα κονταροχτυπήθηκαν με «αντάρτες»;

Δυστυχώς, η βαρβαρότητα είναι αποτελεσματική, μεταδοτική. Όταν εδραιωθεί, αναπαράγεται συνεχώς, αλέθει τα πάντα. Οι αρχαίοι γνώριζαν την ύβρη και το τίμημά της.

Μετά, οι Χριστιανοί θεωρούσαν την υπερηφάνεια/αλαζονεία το κορυφαίο αμάρτημα, προπομπό της καταστροφής.

Εμείς οφείλουμε να καταλάβουμε ότι εάν δεν επιδιώκουμε δίκαιες λύσεις, εάν δεν σεβόμαστε τον διπλανό (κι ας είμαστε αντίπαλοι) οι κύκλοι βίας και εκδίκησης δεν κλείνουν.

Αλαζονεία δεν είναι μόνο να κάνουμε ό,τι θέλουμε, αλλά να πιστεύουμε ότι και οι άλλοι θα κάνουν αυτά που θέλουμε. Η αλαζονεία μάς κάνει προκλητικούς και απρόσεκτους.

Ενώ γινόμαστε ευάλωτοι, αδιαφορούμε για τον κίνδυνο – έκθεση, δεν εκτιμάμε ορθώς την πραγματικότητα και τις προειδοποιήσεις. Έως την καταστροφή.

Δυστυχώς, η βαρβαρότητα είναι αποτελεσματική, μεταδοτική. Όταν εδραιωθεί, αναπαράγεται συνεχώς, αλέθει τα πάντα.

Όσο χρήσιμα κι αν είναι τα αποτελέσματα των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών για να βγάλουμε συμπεράσματα ως προς την επιρροή των κομμάτων, τόσο οφείλουμε να έχουμε υπόψη ότι οι τοπικές εκλογές επηρεάζονται από δυναμικές που συχνά διαφέρουν από τις εθνικές.

Στην αυτοδιοίκηση δεν παίζουν σημαντικότερο ρόλο η προσωπικότητα των υποψηφίων, η μακρόχρονη παρουσία τους στον τόπο αλλά το πλέγμα σχέσεων και συμφερόντων με τα οποία συνδέονται με τους ψηφοφόρους (Επίσης, ενίοτε οι συναλλαγές μεταξύ παρατάξεων για τη νομή της εξουσίας διαμορφώνουν δυναμικές που δεν φαίνονται εύκολα στους «απ’ έξω».) Το ζήσαμε στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές και μάλιστα με αποτελέσματα τα οποία στο μεγαλύτερό τους ποσοστό ήταν εξωπραγματικά.

Το χρώμα που κυριαρχεί στον χάρτη όταν ανακοινώνονται τα αποτελέσματα είναι ισχυρή ένδειξη για τη γενική διάθεση των πολιτών. Όμως, δεν είναι ακριβή αποτύπωση των διαθέσεων και αναγκών των πολιτών σε εθνικό επίπεδο. Όταν προκρίνονται στον δεύτερο γύρο «επίσημος» υποψήφιος και «αντάρτης» του ίδιου κόμματος, υπάρχει διαστρέβλωση ως προς τη δύναμη των κομμάτων. Όπως και όταν η διαφορά μεταξύ υποψηφίων είναι πολύ μικρή ή μεγάλη. Επίσης, το αποτέλεσμα μπορεί να κρίνεται από το εάν ένα κόμμα επέλεξε τον κατάλληλο υποψήφιο, αυτόν που θα του φέρει τη νίκη στη συγκεκριμένη περιοχή ή να οφείλεται στο ότι το κόμμα παραδοσιακά έχει ισχυρή παρουσία εκεί και έτσι μπορεί να εκλέξει όποιον στηρίξει.

Στην αυτοδιοίκηση δεν παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο η προσωπικότητα των υποψηφίων, που αυτή θα έπρεπε να είχε τον πρώτο ρόλο επιλογής για επιλογή ψήφου και η παρουσία τους στον τόπο και οι σχέσεις με τους ψηφοφόρους αλλά οι κλίκες, η ανθρωποφαγία και τα χτυπήματα κάτω από τη μέση.

Μεταξύ αυτών των δύο άκρων κινούνται οι υποψήφιοι κι έτσι αποτιμάται η επιρροή των κομμάτων που τους στήριξαν. Γι’ αυτό, όπως είδαμε, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ συνήθως πρωταγωνιστούν σε αυτές τις αναμετρήσεις, το Κ.Κ.Ε. διατηρεί τη δύναμή του, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλα κόμματα με λιγότερα χρόνια στο κέντρο της πολιτικής σκηνής δυσκολεύονται να αποκτήσουν επιρροή σε αυτό το επίπεδο. Η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και το Κ.Κ.Ε. έχουν μακρόχρονη σχέση με τοπικές κοινωνίες και διαθέτουν μηχανισμούς (ή τουλάχιστον τα απομεινάριά τους) για να προσελκύσουν υποψηφίους και να τους στηρίξουν. Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Περιφέρεια Αττικής στις εκλογές του 2014 έδειξε την αναδυόμενη δύναμή του. Όμως, παρότι κυβέρνηση από το 2015 έως το 2019, το κόμμα δεν είχε βαθιές ρίζες στις περισσότερες τοπικές κοινωνίες, έτσι στις επόμενες τοπικές εκλογές τα αποτελέσματά του ήταν χαμηλότερα από ό,τι στις εθνικές.

Το ερώτημα είναι κρίσιμο, όχι μόνο για τις αυτοδιοικητικές εκλογές, αλλά εν γένει για τις εκλογές, τις οποίες διόλου τυχαία αποκαλούμε –γιατί είναι!– «γιορτή της δημοκρατίας».

Δεν υπάρχει, ωστόσο, μία μόνον αιτία, ούτε κρίνεται από μόνη της επαρκής η απάντηση ότι επήλθε κόπωση στο εκλογικό σώμα επειδή προηγήθηκαν προσφάτως οι εθνικές εκλογές.

Μία ανάμεσα σε άλλες εύλογες αιτίες είναι ότι για μεγάλο τμήμα του πληθυσμού δεν είναι ακόμα αρκούντως διακριτή ή αναγνωρίσιμη η καθαυτό ικανότητα διακυβέρνησης των αυτοδιοικητικών θεσμών, κατ’ επέκταση δε, το διακύβευμα των αυτοδιοικητικών εκλογών.

Η διάκριση αυτοδιοικητικών αρμοδιοτήτων από άλλους δημόσιους θεσμούς ή το ζήτημα των συναρμοδιοτήτων, μάλλον συνηγορούν προς αυτό. Ας σκεφτούμε, λόγου χάριν, καθημερινά διερωτήματα ως προς το εάν ένας δρόμος ή ένα πεζοδρόμιο ή ένα πάρκο ή κάποιος άλλος δημόσιος χώρος ή δημόσια υποδομή εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δήμου ή της Περιφέρειας ή ενδεχομένως της κεντρικής διοίκησης.

Το ουσιαστικό ερώτημα είναι εάν τα αδιέξοδα θα οδηγήσουν υποχρεωτικά σε μεγαλύτερη συνεννόηση μεταξύ αυτών που απορρίπτουν τις ακρότητες στην πολιτική σκηνή, στα κοινωνικά δίκτυα και στα μέσα ενημέρωσης.

Η πρώτη εκδοχή μοιάζει ευσεβής πόθος, η δεύτερη αναπόφευκτη.

Η τοπική αυτοδιοίκηση βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μάχης για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και άλλων προκλήσεων. Η επικοινωνία Δήμων και Περιφερειών με τους πολίτες, με την κεντρική κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να είναι άμεση, αμφίδρομη και αποτελεσματική. Για αυτό, η ουσία δεν είναι το χρώμα του χάρτη και η εκλογή (και ο Αχ. Μπέος επανεξελέγη), αλλά η ποιότητα των εκλεγμένων και η θητεία τους.

Τέλος δε, θα ήταν μάλλον υποκριτικό να υποστηρίξει κανείς ότι δεν υφίσταται, εμμέσως έστω, διασύνδεση ανάμεσα σε πολιτικά κόμματα και τοπική αυτοδιοίκηση.

Άλλωστε, η τελευταία αντλεί σε κάποιον πάντως βαθμό, το ανθρώπινο δυναμικό που θα κληθεί να την υπηρετήσει, από πρόσωπα που συχνά έχουν ήδη διαγράψει τη δική τους πολιτική διαδρομή, ενίοτε δε, αν όχι συχνότερα, και το αντίστροφο.

Το σημαντικό είναι η ανάδειξη της διαρκούς και εξελικτικής συμβολής της τοπικής αυτοδιοίκησης στην καθημερινή ζωή.

Η ίδια, εντέλει, η επιδραστικότητά της, άρα και η ικανότητά της να επιλύει ή, έστω, να αμβλύνει, προβλήματα άμεσης εγγύτητας προς τους πολίτες, κάτι που θεωρώ ότι επιδιώκεται και παρατηρείται πλέον πιο συστηματικά.