ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Από τη στιγμή που ο άνθρωπος έγινε γνώστης της φωτιάς, δεν άφησε την ευκαιρία να προβεί στην εκμετάλλευση των δυνατοτήτων της. Έτσι τη χρησιμοποίησε άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά.

Ας δούμε λοιπόν πότε έκανε θετική χρήση της και πότε αρνητική.

Α. θετική χρήση της

Στα νεολιθικά χρόνια, όπως αποδεικνύεται από τις ανασκαφικές έρευνες, ένα μέρος των τροφών, τις οποίες καταναλώνει, τις τρώει είτε βραστές είτε και ψητές. Αναφερόμενοι στις ψητές εννοούμε κυρίως τις σάρκες των ζώων, όπως μαρτυρείται από τη σωρεία των οστών, μικρών και μεγάλων ζώων, τα οποία, μετά την αφαίρεση της σάρκας τους, τα χρησιμοποίησε ως όπλα ή και ως εργαλεία.

Οι αρχαιολόγοι, οι οποίοι διενεργήσανε ανασκαφικές έρευνες στο νεολιθικό οικισμό των Σιταγρών ή του Φωτολίβους βρέθηκαν μπροστά σε αφθονία οστών, κυρίως μικρών ζώων (αιγοπροβάτων), στο δάπεδο των σπιτιών. Τα μικρά οστά τα χρησιμοποίησαν ως βέλη για το κυνήγι των άγριων ζώων ή ως ραφίδες, ενώ τα κάπως μεγαλύτερα ως εργαλεία με την προσθήκη χειρολαβής.

Γεννάται ασφαλώς το ερώτημα τι ήταν εκείνο, που τους οδήγησε στο ψήσιμο της σάρκας των ζώων, τα οποία είτε σκότωναν είτα τα διατρέφανε μετά την εξημέρωσή τους.

Προφανώς στη χρήση αυτή να τους οδήγησε η οσμή καέντων αγριμιών, ύστερα από τυχαία πρόκληση φωτιάς από κεραυνό, οπότε στην ικανοποίηση της πείνας τους διαπιστώσανε μια καλύτερη γεύση του κρέατος από την ωμή κατανάλωσή τους.

Άλλοτε πάλι κάνανε χρήση των φυτικών τροφών, όπως του άγριου αρακά (μπιζέλι), υπολείμματα του οποίου βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές στο νεολιθικό οικισμό του Αρκαδικού. Το ότι βράζανε για βρώση φυτικά αγαθά αποδεικνύεται από τα πολλά αγγεία, τα οποία ήρθαν στο φως με τις ανασκαφές. Η ανακάλυψη των ηθμών (στραγγιστήρια) αποδεικνύεται το στράγγισμα των ψυχανθών μετά το βράσιμό τους. Αλλά και άλλα μεγαλύτερα αγγεία μαρτυρούν το βράσιμο των φυτικών τροφών.

Οι ανασκαφικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν τόσο στους Σιταγρούς, όσο και στους άλλους Ελλαδικούς νεολιθικούς οικισμούς, έφεραν στο φως χώρους, όπου με τη χρήση της φωτιάς προέβαιναν στο ψήσιμο των αγγείων, ώστε να αποκτούν αυτά μεγαλύτερη ανθεκτικότητα (Γιώργος Χουρμουζιάδης, Ρέμφριου, Κουεννέλλ, Θεοχάρης). Προτού προβεί ο κεραμέας στο ψήσιμο του πήλινου σκεύους στο καμίνι, φρόντιζε να καθαρίζει τον πηλό του από πετράδια, ρίζες φυτών ή άλλων στοιχείων, που θα έθεταν σε κίνδυνο τη θραύση του. Τέτιοιους φούρνους ή «κλιβάνους» μάς έδωσε ο προϊστορικός οικισμός των Σιταγρών.

Μετά την ανακάλυψη των μετάλλων (σιδήρου, αργύρου, χαλκού, χρυσού) η χρήση της φωτιάς υπήρξε αναγκαία, αφού αυτή επέτρεπε να δοθεί στο κατασκευαζόμενο εργαλείο, σκεύος ή όπλο, τη μορφή που ήθελε ο κατασκευαστής, ώστε αυτό να είναι πιο αποτελεσματικό. Μέχρι πρότινος οι σιδηρουργοί μας χρησιμοποιούσαν τη φωτιά για την κατασκευή των απαιτούμενων αντικειμένων (αμόνια, φυσερά κ.α.).

Πολύ αναγκαία κρίθηκε η χρήση της φωτιάς κατά τις παγερές εποχές, όταν το ψύχος ήταν ανυπόφορο. Υπολείμματα φωτιάς εντοπίστηκαν στο σπήλαιο του Αγγίτη, όταν αυτό σε κάποιες ψυχρότατες εποχές χρησιμοποιήθηκε ως τόπος κατοικίας.

Πολύ αργότερα η φωτιά χρησιμοποιήθηκε για την θέρμανση του νερού, ώστε να παραχθεί ατμός, που θα κινούσε βαρέα οχήματα (τραίνα), προτού γίνει χρήση των υγρών καυσίμων και αργότερα του ηλεκτρισμού.

Αλλά και στο χώρο της ιατρικής η προσφορά της φωτιάς κατέστη αναγκαία (απολύμανση εργαλείων και άλλων μέσων, τα οποία χρησιμοποίησε αρχικά ο ιατρικός κόσμος).

Η φωτιά χρησιμοποιήθηκε και ως μέσο για την μετατροπή της ασβεστόπετρας σε ασβέστη καθώς και του ξύλου σε ξυλάνθρακες (καμίνια αυτοσχέδια).

Και σήμερα ακόμη πολλοί αγρότες μας, παρά την απαγόρευση, προβαίνουν μετά τη συγκομιδή της εσοδείας τους, σε καύση των υπολειμμάτων των φυτών για να εξουδετερώσουν όλα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία θα συμβάλουν αρνητικά στην αυξημένη παραγωγή της νέας εσοδείας.

(συνεχίζεται…)