ΑΡΘΡΟ

Του Αλέξη Χαρίτση

Τομεάρχη Ανάπτυξης και Επενδύσεων ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία

Βουλευτή Ν. Μεσσηνίας

 

 

Τον Νοέμβριο του 2016 η Νέα Δημοκρατία εγκαινίασε την «κάρτα μέλους» υποστηρίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό καταβάλλει «μία τιτάνια προσπάθεια να βάλουμε σε τάξη το σπίτι μας». Ήταν η εποχή που ο κ. Μητσοτάκης επιχειρούσε να εμφανιστεί ως κάτι το νέο στην πολιτική ζωή της χώρας και στο πλαίσιο αυτό δεσμευόταν δημόσια ότι η Ν.Δ. θα σταματούσε την προβληματική πρακτική της συστηματικής και αδιαφανούς δανειοδότησης από τις τράπεζες. Σήμερα, πέντε χρόνια μετά, οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: η Νέα Δημοκρατία οφείλει 342 εκατομμύρια ευρώ,· το χρέος της Ν.Δ. επί των ημερών του κ. Μητσοτάκη έχει εκτοξευθεί κατά 118 εκατομμύρια ευρώ.

Θα έπρεπε να μην χρειάζεται περαιτέρω σχόλιο. Ο κ. Μητσοτάκης αποδείχθηκε εξαιρετικά ανεπαρκής στο να βάλει σε τάξη το σπίτι του και φυσικά αυτή του η αποτυχία λέει πολλά για τη συνολική του αδυναμία να διαχειριστεί την ελληνική οικονομία. Και δεν είναι μόνο αυτό. Η εντεινόμενη εξάρτηση ενός πολιτικού κόμματος από το τραπεζικό σύστημα είναι μία βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας μας: ναρκοθετεί την εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό σύστημα, δημιουργεί αδιαφανείς δεσμεύσεις και αφήνει χώρο στις διεφθαρμένες πρακτικές του μαύρου πολιτικού χρήματος που τόσο ακριβά έχει πληρώσει η χώρα. Αντιμέτωπος με τις παλαιότερες δεσμεύσεις του, η ηγεσία της Ν.Δ. όφειλε να απολογηθεί για την εικόνα του κόμματός της και να αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί.

Αντί να πράξει το αυτονόητο όμως, η Νέα Δημοκρατία προχώρησε στο αδιανόητο. Σχολιάζοντας -υπό την πίεση του ΣΥΡΙΖΑ- το γεγονός ότι οφείλει 342 εκατομμύρια ευρώ, απάντησε ότι για την εξέλιξη αυτή φταίνε τα πανωτόκια! Πρόκειται για μια εξοργιστική απάντηση που δείχνει πολιτικό κυνισμό και εγγενή αλαζονεία. Η ίδια παράταξη που ψήφισε μόλις πριν λίγους μήνες έναν νέο Πτωχευτικό Νόμο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των τραπεζών -οι πιστωτές έχουν πλέον τη δυνατότητα να κατάσχουν την κύρια κατοικία χιλιάδων επαγγελματιών αλλά και νοικοκυριών- και η Κυβέρνηση που θέτει ανυπέρβλητα εμπόδια στη δυνατότητα μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων να διεκδικήσουν την αναγκαία χρηματοδότηση για να επιβιώσουν σε συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης, εμφανίζεται ξαφνικά, τώρα που πρόκειται για το «σπίτι» της, ως ένα αθώο θύμα των τραπεζών!

Τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά της κυβερνητικής παράταξης φανερώνουν τις ιστορικές συνέχεις του παλιού πολιτικού συστήματος που αντιμετωπίζει τον εαυτό του ως κάποιον για τον οποίο δεν ισχύουν οι κανόνες που ισχύουν για όλους τους υπόλοιπους. Την ίδια στιγμή όμως δείχνει και κάτι βαθύτερο: την αδυναμία της Νέας Δημοκρατίας να κατανοήσει την απόσταση που τη χωρίζει από τις αγωνίες και τις αναζητήσεις των πολιτών. Οι παραγωγικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας γνωρίζουν από πρώτο χέρι πόσο δύσκολη είναι η δανειοδότηση. Χιλιάδες άλλοι έχουν ήδη πληρώσει πολύ ακριβά τα χρέη του παρελθόντος: σπίτια κατασχέθηκαν, περιουσίες εξανεμίστηκαν, επιχειρήσεις έκλεισαν. Ας απαντήσει σε αυτούς η Νέα Δημοκρατία με τον τρόπο που απάντησε στον ΣΥΡΙΖΑ και ας προσπαθήσει να εξηγήσει στην ελληνική κοινωνία στο σύνολό της πώς είναι δυνατόν να αυξάνει κάθε χρόνο το χρέος της κατά περισσότερα από 30 εκατομμύρια ευρώ χωρίς να υφίσταται τις συνέπειες που βιώνουν επώδυνα χιλιάδες συμπολίτες μας.

Υπάρχει μια αγγλοσαξονική παροιμία που λέει ότι «χρειάζονται δύο για να χορέψουν ταγκό». Η υπέρογκη δανειοδότηση της Νέας Δημοκρατίας αναδεικνύει την ευθύνη και της άλλης πλευράς: οι τράπεζες συνεχίζουν μία προβληματική πρακτική χορήγησης δανείων σε πολιτικά κόμματα δίχως -όπως φαίνεται- να διεκδικούν την αποπληρωμή αυτών. Είναι μια πρακτική που τραυματίζει την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος. Τα κόμματα οφείλουν να είναι οικονομικά ανεξάρτητοι οργανισμοί ώστε να μπορούν -ειδικά όταν έχουν κυβερνητικές ευθύνες- να χαράσσουν την πολιτική τους μακριά από τις πιέσεις των κάθε λογής ισχυρών παραγόντων. Η ανεξαρτησία και η διαφάνεια είναι προϋποθέσεις της Δημοκρατίας. Και πρέπει να παλέψουμε για αυτές.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια τιτάνια προσπάθεια, μέσα σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, για να νοικοκυρέψει τα δημόσια οικονομικά. Αποτέλεσμα; Για πρώτη φορά στα χρονικά, το 2019 η νέα κυβέρνηση βρήκε 37δισ. στα ταμεία από την προηγούμενη. Δεν είναι μόνο στενά οικονομικό το ζήτημα. Ήταν μία πράξη θωράκισης της δημοκρατίας μας και αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των πολιτών στη δυνατότητα οι κόποι τους να μην πηγαίνουν χαμένοι. Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ πάλεψε να βάλει σε σειρά και τα δικά του οικονομικά. Αποτέλεσμα; Σήμερα δεν οφείλει στις τράπεζες ούτε ένα ευρώ! Αυτό από μόνο του λέει πολλά για τη διαχειριστική επάρκεια του κόμματος που έβγαλε τη χώρα από τη μνημονιακή επιτροπεία και έχτισε το οικονομικό απόθεμα που στάθηκε σωτήριο στις δύσκολες μέρες της πανδημίας. Ταυτόχρονα όμως λέει και κάτι ακόμα. Ότι υπάρχει και άλλος δρόμος στην πολιτική: αυτός της διαφάνειας και της σχέσης εμπιστοσύνης με τους πολίτες.