ΑΡΘΡΟ
του Παναγιώτη Χατζηγεωργίου
Δικηγόρου Δράμας
Κάθε φορά που ένας Βουλευτής αποχωρεί από το κόμμα με το οποίο εκλέχθηκε, τίθεται από την ηγεσία ζήτημα παραίτησής του. Γιατί λέει η έδρα ανήκει στο κόμμα και όχι στον ίδιο. Γιατί οι εκλογείς ψήφισαν κόμμα και όχι πρόσωπο. Γιατί είθισται οι υποψήφιοι να υπογράφουν Υπεύθυνες Δηλώσεις ότι αν τους ζητηθεί αυτό από τον Αρχηγό θα το πράξουν.
Τι αλήθεια συμβαίνει με το ζήτημα αυτό; Τι προβλέπει ο Νόμος και το Σύνταγμα; Τα έθιμα και η πρακτική; Τι προβλέπεται για τέτοιες περιπτώσεις στην Αντιπροσωπευτική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, όπως η δική μας;
Κατά το Σύνταγμά μας (βλ. άρθρα 51 και 60) ο Βουλευτής εκλέγεται από τον λαό της εκλογικής του περιφέρειας. Εκπροσωπεί όμως το Έθνος. Όχι τους εκλογείς που τον ψήφισαν. Έχει απεριόριστο δικαίωμα γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση. Η παραίτηση είναι αποκλειστικά και μόνο δικαίωμά του. Ούτε του κόμματός του. Ούτε πολύ περισσότερο του αρχηγού του.
Στις γνήσιες αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες και στην ορθή συνταγματική πρακτική και πολιτική αυτά συμβαίνουν. Αυτοί οι νόμοι και αυτά τα έθιμα ισχύουν επί εκατοντάδες χρόνια. Δικαίωμα ανάκλησης του Βουλευτή από τους εκλογείς της περιφέρειάς του, ίσχυε μόνο στα Σοβιετικά καθεστώτα. Που όταν η ηγεσία ήθελε, μεθόδευε την αποπομπή του από άλλον βολικότερο. Πιο συνεργάσιμο και πιο υπάκουο.
Η Βουλευτική έδρα λοιπόν στις γνήσιες αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες ανήκει στον εκλεγμένο Βουλευτή και μόνο σε αυτόν. Όχι στο κόμμα. Όχι στον αρχηγό που διατάσσει την απόδοση της από όποιον διαφωνεί μαζί του. Πολύ περισσότερο όταν οι εκλογές γίνονται με σταυρό και όχι με λίστα. Όπου όμως και πάλι στα δημοκρατικά κόμματα, οι λίστες καταρτίζονται όχι από τον αρχηγό, αλλά μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και από τη βάση.
Τότε προς τι οι σχετικές περί τούτου Υπεύθυνες Δηλώσεις. Προς τι οι απαιτήσεις των κομματικών ηγεσιών προς τους αποχωρήσαντες να παραδώσουν τις έδρες τους στο κόμμα. Το γνωρίζουν πως πρόκειται για «συμφωνία κυρίων». Πως δεν δεσμεύει νομικά και πολιτικά τους εκλεγμένους Βουλευτές. Αλλά μόνο ηθικά. Και αυτό προσπαθούν να πετύχουν. Να τους εμφανίσουν ανέντιμους και ανήθικους. Να τους απαξιώσουν.
Κι αν τυχόν θεωρηθεί πως πράγματι τίθεται ζήτημα ηθικής τάξης για κάποιον, που αναίτια αποφάσισε να διαφοροποιηθεί. Ή ακόμη περισσότερο να προσχωρήσει σε ιδεολογικά αντίθετη και αντίπαλη παράταξη. Από ιδιοτέλεια και μόνο. Από προσωπική αντιπαράθεση με τον αρχηγό. Και όχι από σοβαρή πολιτική διαφωνία. Τότε ναι έχει νόημα. Τότε υπάρχει ζήτημα πολιτικής απαξίας.
Αν όμως υπάρχουν σοβαρές πολιτικές διαφωνίες; Αν ο αρχηγός εκλέχθηκε με άλλες θέσεις, απόψεις, πρόγραμμα και αλλάζει ρότα; Αν το κόμμα μεταλλάσσει γραμμή και ιδεολογία; Αν καταστρατηγείται το Σύνταγμα του κόμματος, που είναι το Καταστατικό του; Αν ο αρχηγός παραγνωρίζει τα όργανα και τα καταργεί; Αν δεν λειτουργεί δημοκρατικά; Τότε για ποια ηθική απαξίωση μπορεί κανείς να μιλάει;;;
Πώς μπορεί να ζητάει κάποιος μουσαφίρης από τον νοικοκύρη του σπιτιού να του παραδώσει την έδρα του; Πώς μπορεί αυτό να είναι έντιμο και ηθικό;
Μήπως θα ήταν στην περίπτωση αυτή έντιμο και ηθικό το κόμμα αυτό, που μεταλλάσσεται με τη νέα ηγεσία του, να αποφασίσει αντί να εισπράξει και να ιδιοποιηθεί όλη την προβλεπόμενη στον νόμο κρατική χρηματοδότηση, που δίδεται με βάση το εκλογικό ποσοστό που κατέγραψε στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση, στην οποία συνέβαλαν όλοι μαζί, να την μοιραστεί με τους αποχωρήσαντες και ανάλογα με τη δύναμη των Κοινοβουλευτικών τους Ομάδων;;;
Έ, όχι βέβαια θα ήταν ο αντίλογος. Αυτό δεν προβλέπεται στον Νόμο. Δεν είθισται. Σωστό.
Ούτε όμως προβλέπεται και είθισται και οι αποχωρήσαντες να παραδίδουν τη Βουλευτική τους έδρα και πολύ περισσότερο όταν αυτό συμβαίνει για σοβαρούς πολιτικούς λόγους.
Αν λοιπόν θέλουμε να συνεχίσουμε να λειτουργούμε ως Αντιπροσωπευτική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, έτσι θα πορευόμαστε.
Αν αποφασίσουμε να γίνουμε Σοβιετία το ξανασυζητάμε…