ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

(συνέχεια από το προηγούμενο…)

Θα ξαναγυρίσω, όπως υποσχέθηκα στο πρώτο μέρος του άρθρου μου, στην περίπτωση των Πύργων με τα προσκυνητάρια κάτω από κάθε υπεραιωνόβιο δένδρο.

Ασφαλώς η περίπτωση των Πύργων δεν είναι η μοναδική στο δραμινό χώρο. Στην Καλή Βρύση, κοντά στο ιερό του Διονύσου, οι κάτοικοί της, μετά την έλευση και την καθιέρωση της θρησκείας της αληθινής αγάπης, έκτισαν προσκυνητάρι, το οποίο επισκέπτονται συχνά ως χώρο λατρείας. Η κύρια επίσκεψη γίνεται την Πέμπτη της Διακαινησίμου, μετά τη θεία λειτουργία στο εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία.

Προηγουμένως σχηματίζεται πομπή για λιτανεία, η οποία με επικεφαλής τον ιερέα, με την εικόνα της Ανάστασης και με σήμαντρο, που ακούγεται συχνά, προβαίνει σε ιεροτελεστική πορεία διασχίζοντας μέσα από δύσβατους αγροτικούς δρόμους τα χωράφια και κάνοντας το γύρο του χωριού.

Κατά την ιεροτελεστική τους πορεία, δεν παραλείπουν να σταθούν για λίγο κοντά στο προσκυνητάρι του ιερού του Βάκχου, αναπέμποντας σχετικές δεήσεις.

Στο σημείο αυτό έχει θέση ο προβληματισμός. Τι ήταν εκείνο, που οδήγησε τους Καληβρυσιώτες, ώστε κοντά σ’ ένα παγανιστικό ιερό να κτίσουν, έστω και σε μικρογραφία, ιερό της νέας θρησκείας;

Ασφαλώς, το έχουμε τονίσει και άλλοτε, ο άνθρωπος του λαού, χωρίς να αποβάλει από κύτταρό του, το θρησκευτικό συναίσθημα, συνέχισε, έστω και με άλλη μορφή, την εκδήλωσή του, ντύνοντάς το με άλλη όψη και άλλη ιεροτελεστία.

Όσον αγώνα κι αν κατέβαλε η νέα θρησκεία, ήταν δύσκολο να ξεθωριάσει εντελώς τον παγανισμό, ο οποίος αριθμούσε ζωή χιλιετηρίδων. Έτσι αναγκάστηκε να προβεί στην αναθεώρηση, στη βελτίωση και στον εξοβελισμό όσων στοιχείων θεώρησε ότι ο χρόνος τα ξεθώριασε ή ότι αυτά κατέστησαν ανεδαφικά, προκαλώντας συχνά τη δυσφορία και την απέχθεια. Κάποια όμως, που ο πανδαμάτορας χρόνος δεν κατάφερε να τα ξεθωριάσει εντελώς, τα αποδέχθηκε αναγκαστικά, τα έδωσε όμως ντύσιμο αποδεκτό! Έβαλε δηλαδή παλιό κρασί σε καινούριο πιθάρι. Εξάλλου δεν ήταν παντελώς κατακριτέα, όσα ο παγανισμός πρέσβευε, αφού το «ουδαμώς δει ανταδικείν» του Σιληνόμορφου Σωκράτη βοήθησε στην καθιέρωση του «τον πλησίον σου ως σεαυτόν αγαπήσεις» (Παύλου, προς Ρωμαίους ιγ’, 9).

Κινεί ασφαλώς την περιέργεια και η ύπαρξη του αγιάσματος του Αγιάννη του Προδρόμου στη θέση «Μπαλαμπάνι» της Πλατανιάς. Το αγίασμα βρίσκεται κάτω από τη σκιά ενός μαθουσάλα Πλάτανου.

Οι πρόσφυγες της τραγικής μικρασιατικής καταστροφής το κληρονόμησαν από τους Τούρκους του Κουζλούκιοϊ ως ιερό προσκύνημα. Και χρόνια τώρα οι κάτοικοι της Πλατανιάς προσέρχονται στον Αγιάννη για να πάρουν το ιαματικό αγίασμά του, να ανάψουν το κεράκι τους, να προσκυνήσουν την εικόνα Του και να ζητήσουν τη βοήθειά Του.

Η ευλάβειά τους, ύστερα από ενύπνιες εμφανίσεις του Αγίου και τα οράματά τους, τούς οδήγησε στην ανέγερση ενός παρεκκλησίου σε ρυθμό βασιλικής με τρούλο, που κάθε χρόνο, στις 28 Αυγούστου, σύσσωμοι οι κάτοικοι, με την προσέλευση προσκυνητών και από άλλους οικισμούς, τιμούν πανηγυρικά τον Άγιο (Περισσότερα ο αναγνώστης μπορεί να βρει στο βιβλίο του γράφοντος «Αγιάννης ο Πρόδρομος της Πλατανιάς»).

Χώρος προσκυνήματος είναι και τα σπήλια του Αγγίτη και της Καλλιφύτου. Και στα δύο έχουν ανεγερθεί ιερά κτίσματα, στα οποία προσέρχονται πιστοί για απόδοση τιμής, για προσευχή και για έκφραση ευλάβειας.

Στις πιο πάνω περιπτώσεις ισχύει όσα είπαμε για λατρεία του υδάτινου πλούτου, του τόσου πολύτιμου για τη ζωή του ανθρώπου, κληρονομιά του παγανισμού.

Θα κλείσω τη σημερινή αναφορά σ’ αυτό που συντελείται στην Ιερά Μονή του Αγίου Μηνά στην Περιχώρα. Εκεί, λίγα μέτρα δυτικά του ιερού ναού, υπάρχει κοίλωμα εδάφους με αυτοφυείς θάμνους. Στους κλώνους του οι πιστοί προσδένουν κομμάτι από τα ενδύματά τους για να τους πάρει το κακό (αρρώστια) ο Άγιος. Κάτι ανάλογο συνέβαινε και στην ελληνική αρχαιότητα με τα τυπία, τα οποία ήταν μεταλλικά ομοιώματα πασχόντων μελών του ανθρωπίνου σώματος, που τα αποθέτανε για ίαση οι ασθενείς στα ιερά των θεών, ιδιαίτερα του Ασκληπιού. Οι ανασκαφικές έρευνες έφεραν στο φως πολλά τέτοια τυπία. Τυπία βρίσκουμε και σήμερα αναρτημένα και σε εικόνες ιερών χριστιανικών ναών (χέρι, πόδι, μάτι, καρδιά  σε ομοίωμα κ.α.).

Κατά την έρευνά μου για τα Αναστενάρια στη Μαυρολεύκη, αλλά και στην Αγία Ελένη Σερρών, είδα αρκετά τέτοια τυπία, αφιερωμένα στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, με την ευκαιρία του εορτασμού των οποίων τελείται το παγανιστικό έθιμο της ακαΐας (=Αναστενάρια), η οποία ταλαιπώρησε ουκ ολίγους Έλληνες και ξένους μελετητές, που η προσπάθειά τους για πειστική ερμηνεία του φαινομένου της ακαΐας, δεν έπεισε ακόμη τους απορούντες. Πάντως οι αναστενάρηδες, που πυροβατούν σε πυρακτωμένα κάρβουνα, ερωτώμενοι, αποδίδουν την αποφυγή των εγκαυμάτων στην προστασία των Αγίων. Όσοι επιχειρήσανε, αποδίδοντας ειρωνική εξήγηση στην πίστη των Αναστενάρηδων, την είσοδό τους στην πυρά, φιλοξενήθηκαν σε νοσοκομεία με αφόρητους πόνους από τα εγκαύματα (ο Γράφων μελέτησε το έθιμο για σαράντα σχεδόν χρόνια και αποτύπωσε την έρευνά του στο πόνημά του με τίτλο: «Η εμβρυακή μορφή του θεάτρου και η λατρεία του Διονύσου στη χώρα των Ηδωνών», αποδίδοντας την ακαΐα σε άγνωστες μέχρι σήμερα δυνάμεις της ψυχοσωματικής υπόστασης του ανθρώπου).

Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι η προσεκτική μελέτη της εθιμικής ζωής του Έλληνα επιβεβαιώνει τη διαχρονικότητα της ταυτότητάς του.