ΑΡΘΡΟ

του Κωνσταντίνου Γκαρέλα

www.kostasgarelas.blogspot.gr

 

 

Πραγματοποίησα πρόσφατα περιοδεία σε γειτονικές μας χώρες των Δυτικών Βαλκανίων: Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο και Αλβανία. Σύντομη σε χρόνο (5 μέρες) αλλά περιεκτική σε εντυπώσεις, που άμεσα ή έμμεσα αφορούν τη χώρα μας και εμάς τους ίδιους, αναφέρομαι παρακάτω σε αυτές.

Μια πρώτη μεγάλη θετική εντύπωση είναι η μεγάλη ομορφιά της φύσης και των ιστορικών πόλεων, όπως το Ντουμπορόβνικ, η Κόρτσουλα, το Κότορ, το Μόσταρ, η Μπούντβα, η Ποντγκόριτσα και άλλες. Οι πρώτες τρεις είναι μεσαιωνικές ενετικές καστροπολιτείες που θυμίζουν πολύ τη δικιά μας Κέρκυρα, η πρώτη μάλιστα έγινε παγκόσμια πασίγνωστη από την τηλεοπτική σειρά «the game of the thrones» (παιχνίδι του στέμματος). Το Μόσταρ είναι πασίγνωστο για το ψηλό τοξωτό οθωμανικό γεφύρι του, όπως και για τις ακρότητες που πραγματοποιήθηκαν εκεί κατά τον πρόσφατο (1992-1995) Σερβοβοσνιακό πόλεμο. Η Μπούντβα είναι ένα σύγχρονο μεγάλο και κοσμοπολίτικο θέρετρο, ένα βαλκανικό «Μόντε Κάρλο». Η Ποντγκόριτσα, η πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου, είναι μια πόλη που προσπαθεί και σε μεγάλο βαθμό καταφέρνει να βρει τη θέση της σε ένα διεθνή καταμερισμό εργασίας και να εκσυγχρονιστεί ως τόπος κατοικίας προς τα δυτικά πρότυπα. Ακόμα και μικρότερες και πιο «άσημες» πόλεις και χωριά των χωρών αυτών, και ο χώρος που τα περιβάλει, αναφέρομαι στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις, άφηναν συχνά μια πολύ καλή εντύπωση καθαριότητας, φροντίδας και τάξης. Σε πολλά σημεία το τοπίο θύμιζε Αυστρία. Το γεγονός αυτό είναι εντυπωσιακό αν αναλογιστούμε ότι οι εν λόγω περιοχές πέρασαν σχεδόν μισό αιώνα κάτω από ανελεύθερα και αυταρχικά καθεστώτα «κεντρικά κατευθυνόμενης» οικονομίας, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα στις κατά τόπους οικονομίες και κοινωνίες. Η χώρα που οφθαλμοφανώς ακόμα αργεί πολύ να προσεγγίσει τα δυτικά επίπεδα, είναι η Αλβανία. Προφανώς εκεί, λόγω της ακόμα μεγαλύτερης αυστηρότητας του καθεστώτος Εμβέρ Χότζα και της αυτο-επιβαλλόμενης ακόμα πιο ασφυκτικής και αποπνικτικής απομόνωσης, οικονομικής και πολιτικής, τα δυσμενή αποτελέσματα του «σοσιαλιστικού παραδείσιου πειράματος» ήταν ακόμα πιο καταστροφικά. Ακόμα και αυτή η χώρα πάντως προσπαθεί, όπως και οι άλλες να κλείσει τις πληγές της και να ορθοποδήσει. Ένας ανασταλτικός παράγοντας για κάθε εξέλιξη είναι, σε διαφορετικό βαθμό έστω για κάθε χώρα, η διαφθορά και η εγκληματικότητα που «άνθισε» ως αντίδραση και εκφυγή από τις δυσλειτουργίες και την ακαμψία του παλιού σοβιετικού τύπου καθεστώτος και που βέβαια θέριεψε και φούντωσε μετά το χάος που επικράτησε για κάποιο διάστημα σε αυτές τις χώρες μετά την οικονομική κατάρρευση και την αλλαγή καθεστώτος στις χώρες αυτές. Αλλαγή που επισπεύστηκε με την επανάσταση και τον ξεσηκωμό των εξαθλιωμένων λαών τους εναντίον της «σοσιαλιστικής δημοκρατίας» του ενός μόνο κόμματος.

Τα παραπάνω, μαζί με την εξέλιξη στις χώρες αυτές που είναι εμφανής, είναι η θετική όπως είπαμε πλευρά των εντυπώσεων από την περιοχή. Που θα πρέπει βέβαια να μας προβληματίσει και να μας αφυπνίσει, να μας κάνει να αναλογιστούμε τη δική μας έντονα καθοδική πορεία τα τελευταία χρόνια της κρίσης, που ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα δυσλειτουργιών που προκάλεσαν η οικονομική και άλλη αποτυχημένη διακυβέρνηση («κακοκυβέρνηση») δεκαετιών. Με το ρυθμό που κινούμαστε κινδυνεύουμε από «φάρος» και πρότυπο ευημερίας και ελευθερίας που ήμασταν κάποτε (έστω και με δανεικά) για τις δύσμοιρες (τότε) πρώην «σοσιαλιστικές» βαλκανικές χώρες, να καταντήσουμε τελικά πρότυπο προς αποφυγή.

Το έχουμε ξαναπεί, αλλά ας το επαναλάβουμε για πολλοστή φορά, ότι η εξέλιξη και η πρόοδος, ή η οπισθοχώρηση και η διάλυση μιας χώρας (όπως διάλυση πέρασαν και έζησαν και οι προαναφερθείσες χώρες) είναι σε συνάρτηση με τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, που αυτές είναι συνάρτηση των ιδεών, της ιδεολογίας που έχουν οι κάτοικοι μιας χώρας. Όσο και να θέλουμε να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα και να εξηγήσουμε τα –φαινομενικά- ανεξήγητα, η ραγδαία οικονομική και άλλη πρόοδος που παρατηρούμε στις γειτονικές χώρες, όχι μόνο σε αυτές που αναφερόμαστε σήμερα αλλά και στις βόρειες γείτονές μας Βουλγαρία και Ρουμανία όπως και στην επίσης γειτονική μας Τουρκία, οικονομική εξέλιξη που βλέπουμε και από το ότι πολίτες από αυτές τις χώρες έχουν κατακλύσει τουριστικά (προς το παρόν) τη χώρα μας, η ραγδαία λοιπόν αυτή οικονομική άνοδος δεν οφείλεται, όπως αρεσκόμαστε να νομίζουμε, κατά κύριο λόγο σε κατά τόπους εγκληματικές οργανώσεις, πραγματικές ή κατά φαντασίαν μας, και στο υποτιθέμενο «ξέπλυμα χρήματος», όπως συνηθίζουμε να λέμε, αλλά στην πραγματικά φιλελεύθερη, φιλοεπιχειρηματική και «λιτοδίαιτη» όσο αφορά τις κρατικές δαπάνες οικονομική διακυβέρνηση που επικρατεί «κατά κράτος», έστω και με παραλλαγές, σε όλες αυτές τις πρώην σοσιαλιστικές και νυν, εδώ και 25 χρόνια, νεοφώτιστες οικονομίες τις αγοράς. Φυσικώ τω λόγω οι οικονομίες των χωρών αυτών αργά ή –πολύ- γρήγορα εξελίσσονται, ενώ όπου, καλή ώρα, ο ιδιωτικός τομέας θεωρείται το «υποζύγιο» και ο… «αίρων τας (οικονομικάς) αμαρτίας» του κράτους, αυτού του «μόσχου του σιτευτού» και «ιερής αγελάδας» του συλλογικού μας φαντασιακού, εκεί και βέβαια η πορεία θα είναι αντίστροφη, προς τα κάτω. Πρέπει, όσο κι αν ακούγεται τετριμμένο και αυτονόητο, να ξεφύγουμε από τα δεσμά της κατεστημένης νοοτροπίας και των πεπαλαιωμένων ως απολιθωμένων ιδεών μας, αν θέλουμε πραγματικά να αλλάξουμε πορεία και να μην ψάχνουμε απλώς για προφάσεις και δικαιολογίες.

Και τώρα μια διαφορετική εντύπωση, αρνητική, που κι αυτή μας αφορά άμεσα, μια που κοντέψαμε να πάθουμε οι ίδιοι μας αυτό που περιγράφω αμέσως τώρα: ενώ κάθε χώρα προσπαθεί να εξελιχθεί, και σε μεγάλο βαθμό το καταφέρνει, μεταξύ των τόσο μικρών και γειτονικών χωρών, που μάλιστα με την εξαίρεση της Αλβανίας έχουν και την ίδια σχεδόν γλώσσα (τα σερβοκροάτικα) επικρατεί μια αμοιβαία καχυποψία και αντιπάθεια, κατάλοιπο βέβαια του πρόσφατου εμφύλιου, όπως θα τον χαρακτήριζα εγώ, πόλεμου. Γιατί συγγενικοί και ομόγλωσσοι λαοί, που έζησαν για 4,5 δεκαετίες μαζί στο σοσιαλιστικό παράδεισο, την τότε Γιουγκοσλαβία, που ως γνωστό «αδερφώνει τους λαούς», δε μπορεί παρά να είναι αδέρφια μεταξύ τους, άρα και ο πόλεμος εμφύλιος. Ένα άμεσο αποτέλεσμα σήμερα είναι οι διεξοδικοί και ατελείωτοι έλεγχοι στα τελωνεία. Πράγμα που έχει μεγάλο κόστος σε χρόνο και παραγωγικότητα και στο οποίο εμείς ως κάτοικοι χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα του χώρου Σέγκεν δεν είμαστε καθόλου συνηθισμένοι. Ευτυχώς όλες αυτές οι χώρες είναι ή θέλουν να γίνουν μέλη αυτής της σπουδαίας ένωσης χωρών, οπότε η «αδελφοποίησή» τους θα πραγματοποιηθεί όχι άμεσα, ούτε δια του «σοσιαλισμού», που απέτυχε παταγωδώς ΚΑΙ σε αυτό, αλλά έστω από την πλάγια οδό, από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από μια ένωση δηλαδή ελεύθερων και φιλελεύθερων κρατών, που ενώνει πραγματικά τις χώρες και τους λαούς και εξασφαλίζει την ειρήνη, πέρα από την οικονομική πρόοδο. Από αυτή την Ένωση και από το νόμισμά της, το Ευρώ (που το Μαυροβούνιο το έχει για επίσημο και μοναδικό της νόμισμα, χωρίς η χώρα να είναι μέλος της Ευρωζώνης και χωρίς να έχει για αυτό κάποια ειδική συμφωνία!) εμείς, επαναλαμβάνω, κοντέψαμε το καλοκαίρι του 2015 αυτοβούλως να βγούμε! Ελπίζω κάποτε να συνειδητοποιήσουμε τι πήγαμε να κάνουμε και να βγάλουμε -και να εφαρμόσουμε- τα ανάλογα συμπεράσματα.