Δολοφονία Γλυκά Νερά:«Θέατρο» επί 38 ημέρες έπαιζε ο 33χρονος πιλότος, σύζυγος της 20χρονης Καρολάιν, ο οποίος ομολόγησε ύστερα από 8 ώρες ανάκρισης στη ΓΑΔΑ ότι είναι ο δράστης του στυγερού εγκλήματος.
Οι αστυνομικοί τον θεώρησαν από την πρώτη στιγμή βασικό ύποπτο και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις τον παρακολουθούσαν διακριτικά.
Το Τμήμα Ανθρωποκτονιών ακολουθεί πρωτόκολλα για την εξιχνίαση τέτοιου είδους υποθέσεων.
Τα πρωτόκολλα αυτά αναφέρουν ότι στα εγκλήματα υπό τέτοιες συνθήκες ο σύζυγος είναι ύποπτος. Δεν ήταν τυχαίο αυτό που έλεγαν οι αστυνομικοί τις πρώτες ημέρες: «Οφείλουμε να διερευνούμε τα πάντα, κάθε πιθανότητα ακόμη και τον σύζυγο».
Από την πρώτη στιγμή ο 33χρονος πιλότος επέμενε στα όσα ανέφερε στους αστυνομικούς του Τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών σε ένα σενάριο που ο ίδιος είχε «ξαναδιαβάσει».
Τα όσα περιέγραφε στους αστυνομικούς, στον 11ο όροφο της ΓΑΔΑ, ήταν σχεδόν τα όσα είχε βιώσει μερικά χρόνια νωρίτερα ο εκπαιδευτής του στα ελικόπτερα, ο οποίος είχε πέσει θύμα ληστείας μέσα στο σπίτι του στο Αλεποχώρι. Τότε οι κακοποιοί είχαν φερθεί με ιδιαίτερη βιαιότητα στη γυναίκα και στο σκυλί τους.
Γιατί σκότωσε το σκύλο;
Τα ίδια ακριβώς πράγματα είπε και ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, ενώ είναι πολύ πιθανό πλέον να σκότωσε το τετράποδο που είχαν ως συντροφιά για να «δείξει» ότι πρόκειται αν όχι για την ίδια συμμορία, τουλάχιστον για ποινικούς με την παρόμοια αγριότητα απέναντι (και) στα ζώα.
Ληστεία «καρμπόν»
Ακόμη και η περιγραφή του αρχηγικού μέλους της εγκληματικής ομάδας ήταν «καρμπόν», με τον 33χρονο πιλότο να κάνει λόγο για έναν άνδρα περί το 1.70μ. ύψος, εύσωμο, με κοντό λαιμό και στρογγυλό πρόσωπο, ενώ ως λεπτομέρεια ανέφερε και τα… σαρκώδη χείλη.
Η γενικόλογη αναφορά του περί γλώσσας που ο ίδιος δεν αναγνώρισε ήταν ένα ακόμη «βολικό» στοιχείο, αναγκάζοντας τους αστυνομικούς να «κοιτάξουν» προς συμμορίες ποινικών από τα Βαλκάνια και την ανατολική Ευρώπη, οι οποίες είχαν επιδείξει ιδιαίτερη σκληρότητα.
Ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, φρόντιζε να διατρανώνει ότι «εγώ με τη γυναίκα μου δεν είχαμε κανέναν καυγά, καμία διαμάχη, ήμασταν ευτυχισμένοι».
Όπως συμβαίνει σε ανάλογα περιστατικά, οι αξιωματικοί του Τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών επέδειξαν στον 33χρονο πιλότο εκατοντάδες φωτογραφίες ποινικών, που τα χαρακτηριστικά τους (σ.σ. κυρίως υψομετρικά) προσομοίαζαν στην περιγραφή του.
Μία τακτική που ακολουθεί η Αστυνομία είναι όταν δεν υπάρχει βεβαιότητα για τα λεγόμενα του ανθρώπου που καλείται να αναγνωρίσει υπόπτους να επιδεικνύει και φωτογραφίες άσχετων ατόμων μόνο και μόνο για να ελέγξει την αξιοπιστία του. Ενδεχομένως αυτό να έγινε και στη συγκεκριμένη περίπτωση, με τον Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, να καταλήγει σε μία shortlist περίπου 10-15 ατόμων, για το καθένα από τα οποία έδινε ένα πιθανό ποσοστό ομοιότητας.
Για έναν απ’ αυτούς φέρεται να είχε πει στους αστυνομικούς ότι ταιριάζει κατά 80% με τη φιγούρα του ανθρώπου που σκότωσε την Καρολάιν, όπως την είχε δει την ώρα που «του έπεσε η μπαλακλάβα κατά την πάλη μαζί της».
Ό,τι ακριβώς είχε συμβεί και στο Αλεποχώρι με μία τεράστια διαφορά: εκεί πραγματικά υπήρχε εισβολή κακοποιών. Μάλιστα, οι αστυνομικοί με βάση τις περιγραφές του είχαν διαμορφώσει μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή κι ένα σκίτσο, το οποίο όμως δεν αξιοποιήθηκε ουσιαστικά. Ίσως να ήταν και ένα δικό τους τρικ για να θολώσουν τα νερά στον 33χρονο πιλότο, τον οποίον είχαν αρχίσει όλο και περισσότερο να υποπτεύονται καθώς περνούσαν οι ημέρες. Τίποτα, άλλωστε, από την εργαστηριακή ανάλυση δεν «έδειχνε» παρουσία τρίτου προσώπου στη μεζονέτα στα Γλυκά Νερά. Ο ίδιος, πάντως, επί 38 ημέρες συνέχιζε τα ψέματα νομίζοντας ότι έχει διαπράξει το «τέλειο έγκλημα».
Ο 33χρονος πιλότος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, πάντως, είπε και δύο αλήθειες:
α) ότι «οι αστυνομικοί έχουν στα χέρια τους στοιχεία και λεπτομέρειες που χειρίζονται με την απαραίτητη μυστικότητα» και β) ότι « αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να τους βρει, είναι τα παιδιά αυτά του Ανθρωποκτονιών».